Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐς τὰς ὥρας

  • 1 ὥρα

    ὥρα or [full] ὤρα (B), only in [dialect] Ion. form [full] ὥρη, or [full] ὤρη, some part of a sacrificial victim,
    A

    λάψεται γλῶσσαν, ὀσφῦν δασέαν, ὤρην SIG1037.2

    (Milet., iv/iii B.C.); τοὺς Ἴωνας λέγειν φασὶ τὴν κωλῆν ὥρην καὶ ὡραίαν Sch.HQ Od.12.89: but distd. fr. κωλῆ, λάψεται.. κωλῆν ἀντὶ τῆς ὤρης SIGl.c.5; cf. ἄωρος(B). (Perh. cogn. with Lat. sūra.)
    ------------------------------------
    ὥρα (C), [dialect] Ion. [full] ὥρη, : [dialect] Ep. gen. pl. ὡράων, [dialect] Ion. ὡρέων: loc. pl. ὥρασι, q. v.
    A any period, fixed by natural laws and revolutions, whether of the year, month, or day (the sense 'day' is implied in the compd. ἑπτάωρος, q. v.),

    νυκτός τε ὥραν καὶ μηνὸς καὶ ἐνιαυτοῦ X.Mem. 4.7.4

    , cf. E.Alc. 449(lyr.), Pl.R. 527d;

    τοῦ γνώμονος ἡ σκιὰ ἐπιοῦσα ἐπὶ τὰς γραμμὰς σημαίνει τὰς ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ καὶ τῆς ἡμέρας IG12(8).240

    ([place name] Samothrace): but specially,
    I in Hom., part of the year, season; mostly in pl., the seasons,

    ὅτε τέτρατον ἦλθεν ἔτος καὶ ἐπήλυθον ὧραι Od.2.107

    , 19.152;

    ἀλλ' ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντο, ἂψ περιτελλομένου ἔτεος, καὶ ἐπήλυθον ὧραι 11.295

    , 14.294;

    ἀλλ' ὅτε δή ῥ' ἐνιαυτὸς ἔην, περὶ δ' ἔτραπον ὧραι 10.469

    , cf. Hes. Th. 58;

    Διὸς ὧραι Od.24.344

    , cf. Pi.O.4.2;

    ὁ κύκλος τῶν ὡρέων ἐς τὠυτὸ περιιών Hdt.2.4

    , cf. 1.32;

    δυώδεκα μέρεα δασαμένους τῶν ὡρέων ἐς [τὸν ἐνιαυτόν] Id.2.4

    ; οὐ μεταλλάσσουσι αἱ ὧραι ib.77;

    περιτελλομέναις ὥραις S.OT 156

    (lyr.); πάσαις ὥραις at all seasons, Id.Fr.592.6 (lyr.), Ar.Av. 696 (anap.);

    ὧραι ἐτῶν καὶ ἐνιαυτῶν Pl.Lg. 906c

    , cf. Smp. 188a, etc.;

    τῆς.. ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ ταύτης οὔσης, ἐν ᾗ ἀσθενοῦσιν ἄνθρωποι μάλιστα Th.7.47

    ; χαλεπὴ ὥ. a bad season, Pl.Prt. 344d;

    ἀ δ' ὤρα χαλέπα Alc.39

    ; ἡ ὥ. αὕτη this season, X.Cyn.7.1, cf. 5.6; κατὰ τὰς ὥρας according to the seasons, Arist.GA 786a31;

    οἱ περὶ τὴν ὥραν χρόνοι Id.Pol. 1335a37

    .—Hom. and Hes. distinguish three seasons, and express each by the sg. ὥρη, with a word added to specify each:
    a spring,

    ἔαρος.. ὥρη Il.6.148

    ;

    ὥρη εἰαρινή 2.471

    , 16.643, Od.18.367, etc.; so in Trag. and [dialect] Att., ἦρος ὥρα or ὧραι, Ar.Nu. 1008 (anap.), E.Cyc. 508 (lyr.);

    ὥρα νέα Ar.Eq. 419

    ;

    νεᾶνις E.Ph. 786

    (lyr.); v. infr. 2.
    b summer,

    θέρεος ὥρη Hes.Op. 584

    , 664;

    ὥρα θερινή X.Cyn.9.20

    , Pl.Epin. 987a, etc.
    c winter,

    χείματος ὥρη Hes.Op. 450

    ;

    ὥρῃ χειμερίῃ Od.5.485

    , Hes.Op. 494; χειμῶνος ὥρᾳ in winter, And.1.137;

    χιονοβόλος Plu.2.182e

    .—A. also names three seasons, Pr. 454sq.; an Egyptian division of the year, acc. to D.S.1.26.—A fourth first appears in Alcm.76, θέρος καὶ χεῖμα κὠπώραν τρίταν καὶ τέτρατον τὸ ϝῆρ; and in Hp.Vict.3.68,

    χειμών, ἦρ, θέρος, φθινόπωρον; ὥρας φαίνομεν ἡμεῖς ἦρος χειμῶνος ὀπώρας Ar.Av. 709

    (anap.); τετράμορφοι ὧραι E(?).Fr. 943 (hex.): later, seven seasons are named,

    ἔαρ, θέρος, ὀπώρα, φθινόπωρον, σπορητός, χειμών, φυταλιά Gal.17(1).17

    .
    b in historians, the campaigning season,

    τὸν τῆς ὥρας εἰς τὸν περίπλουν χρόνον X.HG6.2.13

    ; esp. in the phrase ὥρα ἔτους, Th.2.52, 6.70, Pl.Phdr. 229a, Lg. 952e, D.50.23, Thphr.CP3.23.2; εἰς ἔτους ὥραν next season, Plu.Per.10.
    3 the year generally,

    τῆς ὥρης μέσον θέρος Hdt.8.12

    ; ἐν τῇ πέρυσιν ὥρᾳ last year, D.56.3; εἰς ὥρας next year, Philem.116, Pl.Ep. 346c, LXX Ge.18.10, AP11.17 (Nicarch.), cf. Plu.Ages.22; also

    εἰς ἄλλας ὥρας

    hereafter,

    E.IA 122

    (lyr.);

    ἐς τὰς ὥρας τὰς ἑτέρας Ar.Nu. 562

    (lyr.);

    ἐκ τῶν ὡρῶν εἰς τὰς ὥρας Id.Th. 950

    (anap.); κἠς ὥρας κἤπειτα next year and for ever, Theoc.15.74; also

    ὥραις ἐξ ὡρᾶν Isyll.25

    ; cf. ὥρασιν.
    4 in pl., of the climate of a country, as determined by its seasons, Hdt.1.142, cf. 149, 4.199 (here perh. three harvest seasons);

    τὰς ὥ. κάλλιστα κεκρημένας Id.3.106

    ; cf. Pl.Criti. 111e, Phd. 111b; climatic conditions, Hdt.2.26.
    II time of day,

    νυκτὸς ἐν ὥρῃ h.Merc.67

    , 155, 400; αἱ ὧ. τῆς ἡμέρας the times of day, i.e. morning, noon, evening, and night, X.Mem.4.3.4; δι' ὥραν ἡμέρας by the time of day (fixed for meetings), D.Prooem.49, etc.;

    πᾶσαν ὥ. τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31

    ;

    μεσονυκτίοις ποθ' ὥραις Anacreont.31.1

    : without ἡμέρας or

    νυκτός, ἑκάστης ἡμέρας μέχρι τρίτου μέρους ὥρας Pl. Lg. 784a

    ;

    τῆς ὥρας μικρὸν πρὸ δύντος ἡλίου X.HG7.2.22

    ; ψευσθεὶς τῆς ὥ. having mistaken the hour, And.1.38; ἐποίησαν ἔξω μέσων νυκτῶν τὴν ὥραν, i.e. they prolonged the day beyond midnight, D.54.26;

    τῆς ὥρας ἐγίγνετ' ὀψέ Id.21.84

    ;

    ὀψίτερον τῆς ὥ. PTeb. 793 xi 12

    (ii B. C.);

    πολλῆς ὥρας

    it being late,

    Plb.5.8.3

    ;

    ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35

    ; ἄχρι πολλῆς ὥρας till late in the day, D.H.2.54.
    b duration, interval or lapse of time,

    μετὰ ἱκανὴν ὥραν τοῦ κατενεχθῆναι τὸν πέλεκυν ἐξακούεται ἡ τῆς πληγῆς φωνή S.E.M.5.69

    ; length of time, term, Ἄρτεμις ἐννέ' ἐτῶν δεκάδας βίον Ἀρτεμιδώρῳ ἔκχρησεν, τρεῖς δ' ὥραι(date.)

    ἔτι προσέθηκε Προνοίη IG12(3).1350.3

    (Thera, ii B. C.); ἐπὶ πολλὴν ὥ. for a long time, J.AJ8.4.4.
    b in ordinary life the day from sunrise to sunset was divided into twelve equal parts called ὧραι ( ὧραι καιρικαί when it was necessary to distinguish them from the ὧραι ἰσημεριναί, v. καιρικός 2 c),

    ἡμέρα ἡ.. δωδεκάωρος, τουτέστιν ἡ ἀπὸ ἀνατολῆς μέχρι δύσεως S.E.M.10.182

    ;

    οὐχὶ δώδεκά εἰσιν ὧραι τῆς ἡμέρας; Ev.Jo.11.9

    ;

    ὡράων ἀμφὶ δυωδεκάδι AP9.782

    (Paul.Sil.); the time of day was commonly given without the Art.,

    ὥρᾳ ᾱ PHamb.1.96.3

    (ii A. D.),

    τρίτης ὥρας Plu.Rom.12

    ; ὀγδόης, ἐνάτης, δεκάτης ὥ., Id.Alex.60, Aem.22, Ant.68, etc.; but we have περὶ τὴν τρίτην ὥραν, περὶ τὴν ἑνδεκάτην, Ev.Matt.20.3,6, beside περὶ ἕκτην καὶ ἐννάτην ὥ. ib.5;

    χθὲς ὥραν ἑβδόμην Ev.Jo.4.52

    , cf. IG5(1).1390.109 (Andania, i B. C.), etc.; ἐρωτᾷ σε Χαιρήμων δειπνῆσαι.. αὔριον, ἥτις ἐστὶν ιε, ἀπὸ ὥρας θ ¯ - to-morrow the 15th at 9 o'clock, POxy.110 (ii A. D.): prov., δωδεκάτης ὥ., as we say 'at the eleventh hour', Plu.Crass.17.
    c

    τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων ἔμαθον οἱ Ἕλληνες Hdt. 2.109

    ; here ἡμέρη means the νυχθήμερον, and the μέρεα were each = 2 ὧραι ἰσημεριναί; these double hours (Assyr. kaš-bu) are called ὧραι by Eudox.,

    ἥμισυ ζῳδίου.., ὅ ἐστιν ὥρας ἥμισυ Ars14.11

    , cf. 16.2; cf.

    δωδεκάωρος 11

    .
    III Astrol., degree of the zodiac rising at the nativity (cf.

    ὡρονόμος 11

    ,

    ὡροσκόπος 11

    ), ὥ. μεροποσπόρος, τεκνοσπόρος, Man.4.577, 597; ἐξ ὥρης ἐσορῶν Ζεὺς Ἑρμείην Jupiter in the ascendant in aspect with Mercury, Id.3.186, cf. 32, al.
    B the fitting time or season for a thing (mostly without Art., even in [dialect] Att.), freq. in Hom. (v. infr.);

    ὥρα συνάπτει Pi.P.4.247

    ;

    ὧραι ἐπειγόμεναι Id.N.4.34

    ;

    ὅταν ὥ. ἥκῃ X.Mem.2.1.2

    ; but with Art.,

    τῆς ὥ. ἐνθυμεῖσθαι Id.Cyn.8.6

    : freq. in later writers,

    τῆς ὥρας ἐπιγενομένης Plb.2.34.3

    , etc.
    2 c. gen. rei, ὥρη κοίτοιο, μύθων, ὕπνου, the time for bed, tale-telling, or sleep, Od.3.334, 11.379, cf. Hdt.1.10;

    ὥρη δόρποιο Od.14.407

    ;

    περὶ ἀρίστου ὥραν Th.7.81

    , X.HG1.1.13;

    πολυηράτου ἐς γάμου ὥρην Od.15.126

    ;

    ἐς γάμου ὥρην ἀπικέσθαι Hdt. 6.61

    ;

    γάμων ἔχειν ὥραν D.H.5.32

    ; so εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἥκουσα time for a husband, Pl.Criti. 113d; ὥρη ἀρότου, ἀμήτου, Hes.Op. 460, 575;

    μέχρι ἀρότου ὥρης IG7.235.3

    (Oropus, iv B. C.);

    καρπῶν ὧραι Ar.Ra. 1034

    (anap.);

    ἡ ὥρα τῆς ὀχείας Arist.HA 509b20

    ; τοῦ φωλεύειν ib. 579a26, etc.; also ὥραν εἶχον παιδεύεσθαι I was of age to.. Is.9.28.
    3 ὥρα [ἐστίν] c. inf., it is time to do a thing,

    ἀλλὰ καὶ ὥρη εὕδειν Od.11.330

    , cf. 373; so also in Trag. and [dialect] Att., E.Ph. 1584, Heracl. 288 (anap.), Ar.Ec.30, Pl.Prt. 361e, 362a; so

    δοκεῖ οὐχ ὥρα εἶναι καθεύδειν X.An.1.3.11

    , cf. HG7.2.13 (dub. l.): c. acc. et inf.,

    ὥρα δ' ἐμπόρους καθιέναι ἄγκυραν A.Ch. 661

    , cf. S.OT 466 (lyr.): c. dat. et inf., X.Cyr.4.5.1, Pl.Tht. 145b: in these phrases the inf. [tense] pres. is almost universal; the [tense] aor., however, occurs in Od.21.428, S.Aj. 245 (lyr.), Ar.Ach. 393 (where also ἐστί is added to ὥρα, as in Philyll.3, ἀφαιρεῖν ὥρα 'στὶν ἤδη τὰς τραπέζας); and the [tense] pf. in

    ὥρα πεπαῦσθαι Plu.2.728d

    : sts. the inf. must be supplied,

    οὐδέ τί σε χρή, πρὶν ὥρη, καταλέχθαι Od.15.394

    , cf. E.El. 112 (lyr.), Ar.Ec. 877; ὥρα κἠς οἶκον (i. e. ἰέναι εἰς οἶκον) Theoc.15.147.
    4 in various adverb. usages,

    τὴν ὥρην

    at the right time,

    Hdt.2.2

    , 8.19, X.Oec.20.16: but τὴν ὥ. at that hour, Hes.Sc. 401; ταύτην τὴν ὥραν at this season, X.Cyn.9.1;

    [ἡ ἶρις] πᾶσαν ὥραν γίγνεται τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31

    ;

    δείελον ὥρην παύομαι ἀμήτοιο A.R. 3.417

    ; ὥραν οὐδενὸς κοινὴν θεῶν at an hour.., A.Eu. 109, cf. E.Ba. 724, Aeschin.1.9; αὐτῆς ὥρας immediately, PMich. in Class.Phil.22.255(iii A. D.); ἐν ὥρῃ in due season, in good time, Od.17.176, Hdt. 1.31, cf. Pi.O.6.28, Ar.V. 242, etc.; also αἰεὶ εἰς ὥρας in successive seasons, Od.9.135; ἐς τὰς ὥρας for all time, Ar.Ra. 382 (lyr. cf. supr. A. 1.3) (hence in an acclamation [ε] ἰς ὥρας πᾶσι τοῖς τὴν πόλιν φιλοῦσιν hurrah for.., POxy.41.29 (iii/iv A. D.));

    οἱ ὧδε χέζοντες εἰς ὥ. μὴ ἔλθοιεν Milet.2(3)

    No.406, cf.

    ὥρασι; καθ' ὥραν Theoc.18.12

    , Plb.1.45.4, cf. 3.93.6, etc.; opp.

    παρ' ὥρην AP7.534

    (Alex.Aet. or Autom.), cf. Plu.2.784b, etc.:—

    πρὸ τῆς ὥρας X.Oec.20.16

    ;

    πρὸ ὥρας Luc.Luct.13

    ;

    πρὸ ὥρας τελευτῆσαι IG42(1).84.26

    (Epid., i A. D.);

    πρὶν ὥρας Pi.P.4.43

    (cf.

    πρίν A. 11.4

    ).
    II metaph., the spring-time of life, the bloom of youth, Mimn.3.1;

    ὥραν ἐχούσας A.Supp. 997

    , cf. Th.13, 535;

    παῖδας πρὸς τέρμασιν ὥρας Ar.Av. 705

    (anap.);

    πάντες οἱ ἐν ὥρᾳ Pl.R. 474d

    ; οὐκ ἐνὥ., = πρεσβύτερος, Id.Phdr. 240d;

    ἐὰν ἐπὶ ὥρᾳ ᾖ Id.R. 474e

    ;

    ἕως ἂν ἐν ὥρᾳ ὦσι Id.Men. 76b

    ; παυσαμένου τῆς ὥ. prob. in Id.Phdr. 234a;

    ἀνθεῖν ἐν ὥ. Id.R. 475a

    ;

    τὴν ὥ. διαφυλάξαι ἄβατον τοῖς πονηροῖς Isoc.10.58

    ; λήγειν ὥρας, opp. ἀνθεῖν, Pl.Alc.1.131e;

    ἑς ἐπιγινόμενόν τι τέλος, οἷον τοῖς ἀκμαίοις ἡ ὥρα Arist.EN 1174b33

    , cf. 1157a8.
    2 freq. involving an idea of beauty,

    φεῦ φεῦ τῆς ὥρας τοῦ κάλλους Ar.Av. 1724

    (lyr.);

    ὥρᾳ.. ἡλικίας λαμπρός Th.6.54

    ;

    κάλλει καὶ ὥρᾳ διενεγκόντες Aeschin.1.134

    , cf. ib.158;

    καλὸς ὥρᾳ τε κεκραμένος Pi.O.10(11).104

    , cf. X.Mem. 2.1.22, Pl.Lg. 837b;

    ἀφ' ὥρας ἐργάζεσθαι

    quaestum corpore facere,

    Plu.

    Tim..14, cf. X.Mem..1.6.13, Smp.8.21;

    τὴν ὥ. πεπωληκότες Phld.Rh.1.344

    S.:—then,
    b generally, beauty, grace, elegance of style, D.H.Pomp.2, Plu.2.874b, etc.;

    γλυκύτης καὶ ὥ. Hermog.Id.2.3

    , cf. Men.Rh.p.335 S., Him.Or.1.2; of beauty in general,

    χάρις καὶ ὥρα Plu.2.128d

    .
    3 Ὥρα personified, like Ἥβη, Pi.N.8.1.
    III = τὰ ὡραῖα, the produce of the season, fruits of the year,

    ἀπὸ τῆς ὥρας ἐτρέφοντο X.HG2.1.1

    .
    C personified, αἱὯραι, the Hours, keepers of heaven's cloudgate, Il.5.749, 8.393; and ministers of the gods, ib. 433;

    Ζεῦ, τεαὶ.. Ὧραι Pi.O.4.2

    ; esp. of Aphrodite, h.Hom.6.5,12; also Ὧ. Διονυσιάδες, Καρνειάδες, Simon.148, Call.Ap.87; three in number, Eunomia, Dike, Eirene, daughters of Zeus and Themis, Hes.Th. 901;

    Ωραι πολυάνθεμοι Pi.O.13.17

    , cf. Alex.261.6, Theoc.1.150, etc.: freq. joined with the Χάριτες, h.Ap. 194, Hes.Op.75; worshipped at Athens, Paus.9.35.1; at Argos, Id.2.20.5; at Attaleia, BMus.Inscr. 1044 (i B. C.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὥρα

  • 2 ὥρα

    ὥρα, ας, ἡ (Hom. [ὥρη]+; ins, pap, LXX; PsSol 18:10; TestSol, TestAbr, TestJob, Test12Patr, JosAs, ParJer, GrBar; ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.; ApcSed, ApcMos, EpArist, Philo, Joseph.; Ar. 15:10; Just.; Tat. 20, 2).
    an undefined period of time in a day, time of day ὀψὲ ἤδη οὔσης τῆς ὥρας since it was already late in the day or since the hour was (already) late Mk 11:11 v.l.; cp. MPol 7:1b (s. ὀψέ 1 and 2; Demosth. 21, 84; Polyb. 3, 83, 7 ὀψὲ τῆς ὥρας). ὀψίας οὔσης τῆς ὥρας Mk 11:11 (ὄψιος 1). ὥρα πολλή late hour (Polyb. 5, 8, 3; Dionys. Hal. 2, 54; TestAbr A 14 p. 94, 24 [Stone p. 36]; Jos., Ant. 8, 118) 6:35ab. ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν Mt 14:15 (παρέρχομαι 2).—Mt 24:42 v.l., 44; Lk 12:39, 40; Rv 3:3; D 16:1. W. ἡμέρα day and time of day, hour (ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.) Mt 24:36, 50; 25:13; Mk 13:32; Lk 12:46.
    a period of time as division of a day, hour
    beside year, month, and day Rv 9:15; the twelfth part of a day (=period of daylight) οὐχὶ δώδεκα ὧραί εἰσιν τῆς ἡμέρας; J 11:9 (TestAbr B 7 p. 111, 24 [Stone p. 70]). μίαν ὥραν ἐποίησαν Mt 20:12 (s. ποιέω 6); cp. Lk 22:59; Ac 5:7; 19:34 (ἐπὶ ὥρας δύο CBurchard, ZNW 61, ’70, 167f; TestBenj 3:7, Judah 3, 4); MPol 7:3. συνεψήφισα τὰς ὥρας I counted the hours Hv 3, 1, 4. One ὥρα in this world corresponds to a ὥρα thirty days in length in the place of punishment Hs 6, 4, 4. μίαν ὥραν (not even) one hour Mt 26:40; Mk 14:37. Such passages help us to understand how ὥρα can acquire the sense
    a short period of time μιᾷ ὥρᾳ (cp. TestJob 7:12; ApcMos 25 [both ἐν]) in a single hour=in an extraordinarily short time Rv 18:10, 17, 19. μίαν ὥραν for a very short time 17:12. Likew. πρὸς ὥραν for a while, for a moment J 5:35; 2 Cor 7:8; Gal 2:5 (s. on this pass. KLake, Gal 2:3–5: Exp. 7th ser., 1, 1906, 236–45; CWatkins, Der Kampf des Pls um Galatien 1913; BBacon, JBL 42, 1923, 69–80); Phlm 15; MPol 11:2. πρὸς καιρὸν ὥρας 1 Th 2:17.
    as a temporal indicator, reckoned from the beginning of the day (6 hours or 6 A.M., our time) or the night (18 hours or 6 P.M.) (Plut. et al.; Appian, Mithrid. 19 §72 ἑβδόμης ὥρας=at the 7th hour or 1 P.M.; SIG 671A, 9 [162/160 B.C.] ὥρας δευτέρας; 736, 109 [92 B.C.] ἀπὸ τετάρτας ὥρας ἕως ἑβδόμας; Jos., Vi. 279 ἕκτη ὥ.; Mitt-Wilck. I/2, 1 II, 21 [246 B.C.] περὶ ὀγδόην ὥραν; PTebt 15, 2 [II B.C.]; Sb 5252, 20 [I A.D.] ἀφʼ ὥρας ὀγδόης; EpArist 303 μέχρι μὲν ὥρας ἐνάτης) ἕως ὥρας δευτέρας until the second hour (=8 A.M.) Hs 9, 11, 7. ὥρα τρίτη nine o’clock (A.M.) Mk 15:25 (Goodsp., Probs. 68f); Ac 2:15 (τῆς ἡμέρας); περὶ τρίτην ὥραν about nine o’clock (Appian, Bell. Civ. 2, 45 §182 περὶ τρίτην ὥραν ἡμέρας) Mt 20:3; ἀπὸ τρίτης ὥρας τῆς νύκτος by nine o’clock at night (= 21 hours, or simply tonight) Ac 23:23 (TestAbr A 5 p. 82, 11 [Stone p. 12] περὶ ὥραν τρίτην τῆς νυκτός; cp. ibid. B 6 p. 109, 27 [St. p. 66]; Jos., Bell. 6, 68; 79 ἀπὸ ἐνάτης ὥ. τῆς νυκτὸς εἰς ἑβδόμην τῆς ἡμέρας). ἀπὸ ὥρας ε´ (=πέμπτης) ἕως δεκάτης from eleven o’clock in the morning until four in the afternoon (= 16 hours) Ac 19:9 v.l. περὶ ὥραν πέμπτην (PTebt 15, 2 [114 B.C.]; POxy 1114, 24 περὶ ὥ. τρίτην) at eleven o’clock (A.M.) Hv 3, 1, 2. ὥρα ἕκτη twelve o’clock noon Mt 20:5; 27:45a; Mk 15:33a; Lk 23:44a; J 4:6 (ὥρα ὡς ἕκτη about noon; TestJos 8:1 ὥρα ὡσεὶ ἕκτη; ParJer 1:11 ἕκτην ὥραν τῆς νυκτός); 19:14 (ὥρα ὡς ἕκτη); Ac 10:9. ἐχθὲς ὥραν ἑβδόμην yesterday at one o’clock in the afternoon (= 13 hours) J 4:52b (on the use of the acc. to express a point of time s. Hdb. ad loc.; Soph., Lex. I 44; B-D-F §161, 3; Rob. 470). ὥρᾳ ὀγδόῃ at two o’clock in the afternoon (= 14 hours) MPol 21. ὥρα ἐνάτη three in the afternoon (= 15 hours) Mt 20:5; 27:45f; Mk 15:33b, 34; Lk 23:44b; Ac 3:1 (ἐπὶ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς τὴν ἐνάτην); 10:3 (ὡσεὶ περὶ ὥ. ἐνάτην τῆς ἡμέρας); ὥρας θ´ AcPl Ha 11, 3; περὶ ὥραν ἐνάτην GJs 2:4; GPt 6:22 (TestAbr B 12 p. 117, 2 [Stone p. 82] κατὰ τὴν ἐνάτην ὥραν). ὥρα ὡς δεκάτη about four in the afternoon (= 16 hours) J 1:39. ἑνδεκάτη ὥρα five o’clock in the afternoon (= 17 hours) Mt 20:(6, without ὥρα), 9. ἀπὸ τετάρτης ἡμέρας μέχρι ταύτης τῆς ὥρας ἤμην τὴν ἐνάτην προσευχόμενος four days ago, reckoned from (=at) this very hour, I was praying at three o’clock in the afternoon (= 15 hours) Ac 10:30 (echoing vs. 3, but inelegantly phrased; s. comm. on the textual problems). ἐπύθετο τὴν ὥραν ἐν ᾗ … he inquired at what timeJ 4:52a; cp. vs. 53 (cp. Ael. Arist. 50, 56 K.=26 p. 519 D.: … τὴν ὥραν αἰσθάνομαι … ἐκείνην, ἐν ᾗ … ; 47, 56 K.=23 p. 459 D.: ἀφυπνιζόμην κ. εὗρον ἐκείνην τὴν ὥραν οὖσαν, ᾗπερ …). ᾗ ἡμέρᾳ καὶ ὥρᾳ ἐμαρτύρησεν ὁ Πολύκαρπος the very day and hour that … EpilMosq 4.—Less definite are the indications of time in such expressions as ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας up to the present moment 1 Cor 4:11. πᾶσαν ὥραν hour after hour, every hour, constantly (Ex 18:22; Lev 16:2; JosAs 15:7; Ar. [Milne 76, 34]; cp. TestJob 10:1 πάσας ὥρας) 15:30. Also καθʼ ὥραν (Strabo 15, 1, 55; Ps.-Clem., Hom. 3, 69) 2 Cl 12:1. αὐτῇ τῇ ὥρᾳ at that very time, at once, instantly (oft. pap, e.g. POxy 235, 7 [I A.D.]; Da 3:6, 15; TestAbr B 12 p. 116, 27 [Stone p. 80]; GrBar 14:1; 15:1; ApcMos 20) Lk 2:38; 24:33; Ac 16:18; 22:13.
    a point of time as an occasion for an event, time (BGU 1816, 12 [I B.C.] πρὸ ὥρας=before the right time) ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ Mt 8:13; 10:19; 18:1 (v.l. ἡμέρᾳ); 26:55; Mk 13:11; Lk 7:21; Ac 16:33; Rv 11:13; MPol 7:2a; GJs 20:2 (only pap). Likew. ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ Lk 10:21; 12:12; 13:31; 20:19 (on both expressions s. JJeremias, ZNW 42, ’49, 214–17). ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης from that time on, at once Mt 9:22; 15:28; 17:18; J 19:27. ὥρα ἐν ᾗ J 5:28. ὥρα ὅτε 4:21, 23; 5:25; 16:25 (cp. ApcMos 17 περὶ ὥραν ὅταν). ὥρα ἵνα 16:2, 32. W. gen. of thing, the time for which has come (Diod S 13, 94, 1; Ael. Aristid. 51, 1 K.=27 p. 534 D.; PGM 1, 221 ἀνάγκης; JosAs 3:3 μεσημβρίας … καὶ ἀρίστου; ApcMos 42 [of Eve’s request] ἐν τῇ ὥρᾳ τῆς τελευτῆς αὐτῆς; Jos., Ant. 7, 326 ὥ. ἀρίστου; SibOr 4, 56) ἡ ὥρα τοῦ θυμιάματος Lk 1:10; τοῦ δείπνου 14:17, cp. MPol 7:1a; τοῦ πειρασμοῦ Rv 3:10; τῆς κρίσεως 14:7; τῆς δοξολογίας αὐτοῦ GJs 13:1; τοῦ ἀσπασμοῦ 24:1; ἡ ὥρα αὐτῶν the time for them J 16:4; w. the gen. (of the Passover) to be supplied Lk 22:14. Also w. inf. (Hom. et al.; Lucian, Dial. Deor. 20, 1; Aelian, VH 1, 21) ἡ ὥρα θερίσαι the time to reap Rv 14:15 (cp. Theopomp. [IV B.C.]: 115 Fgm. 31 Jac. θερινὴ ὥ.; Paus. 2, 35, 4 ὥ. θέρους). Also acc. w. inf. (Gen 29:7) ὥρα (ἐστιν) ὑμᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι Ro 13:11.—W. gen. of pers. the time of or for someone to do or to suffer someth. (cp. Philo, Leg. ad Gai. 168 σὸς νῦν ὁ καιρός ἐστιν, ἐπέγειρε σαυτόν) of a woman who is to give birth (cp. GrBar 3:5 ἐν τῇ ὥρᾳ τοῦ τεκεῖν αὐτήν) ἡ ὥρα αὐτῆς J 16:21 (v.l. ἡμέρα, s. ἡμέρα 3, beg.).—Lk 22:53. Esp. of Jesus, of whose ὥρα J speaks, as the time of his death (Diod S 15, 87, 6: the dying Epaminondas says ὥρα ἐστὶ τελευτᾶν. Cp. MPol 8:1 τοῦ ἐξιέναι) and of the glorification which is inextricably bound up w. it ἡ ὥρα αὐτοῦ J 7:30; 8:20; 13:1 (foll. by ἵνα); cp. ἡ ὥρα μου 2:4 (s. Hdb. ad loc.). ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ 12:23. ἡ ὥρα αὕτη 12:27ab. Also abs. ἐλήλυθεν ἡ ὥρα 17:1 (AGeorge, ‘L’heure’ de J 17, RB 61, ’54, 392–97); cp. Mt 26:45; Mk 14:35, 41.—ἐσχάτη ὥρα the last hour in the present age of the world’s existence 1J 2:18ab.—CCowling, Mark’s Use of ὥρα, Australian Biblical Review 5, ’56, 153–60. EBickermann, Chronology of the Ancient World 2 ’80, 13–16.—B. 954 and esp. 1001. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ὥρα

  • 3 ὥρα

    ὥρα (ὥρα, -ας, -ᾳ, -α, -αι, -ᾶν, ὥραισι, -ας.)
    a time, hour ὥρα γὰρ συνάπτει (i. e. the limited time) P. 4.247

    τὰ μακρὰ δ' ἐξενέπειν ἐρύκει με τεθμὸς ὧραί τ ἐπειγόμεναι N. 4.34

    ὅν τε κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον, σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι (οἳ τὰς ὥρας καὶ τὸν καιρὸν τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ἀγῶνος ἐκήρυσσον, καθ' ἃς ἐτελεῖτο Σ.) I. 2.23
    b appointed time

    πρὸς Πιτάναν δὲ παρ' Εὐρώτα πόρον δεῖ σάμερον ἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28

    πρὶν ὥραςP. 4.43
    c youthful bloom, youthfulness

    ἰδέᾳ τε καλὸν ὥρᾳ τε κεκραμένον O. 10.104

    ὦ παῖδες, ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς μαλθακᾶς ὥρας ἀπὸ καρπὸν δρέπεσθαι fr. 122. 8, cf. N. 8.1
    d pro pers., s., Youthfulness

    ὥρα πότνια, κάρυξ Ἀφροδίτας ἀμβροσιᾶν φιλοτάτων N. 8.1

    esp., pl., the Seasons, daughters of Zeus and Themis,

    Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί μ' ἔπεμψαν O. 4.1

    πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.17

    εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ” (as the foster mothers of Aristaios) P. 9.60 ἁ δὲ (sc. Θέμις) τὰς χρυσάμπυκας ἀγλαοκάρπους τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (Boeckh ex Hesych.: ἀγαθὰ σωτῆρας codd. Clem. Alex.) fr. 30. 6. ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς ὧραί τε

    Θεμίγονοι Pae. 1.6

    φοινικοεάνων ὁπότ' οἰχθέντος ὡρᾶν θαλάμου εὔοδμον ἐπάγοισιν ἔαρ φυτὰ νεκτάρεα fr. 75. 14.

    Lexicon to Pindar > ὥρα

  • 4 παραφέρω

    παραφέρω, poet. [full] παρφέρω, [tense] fut.
    A

    παροίσω S.OC 1675

    (lyr.):—[voice] Pass., [tense] aor. 1 παροισθέντι· παρενεχθέντι, Hsch.:— bring to one's side, esp. of meats, serve, set before one, Hdt.1.119, X.Cyr.1.3.6, etc. ;

    π. ποτήρια Ar.Fr. 466

    ;

    πάρφερε τὸν σκύφον Sophr.15

    ; τὰς κεφαλὰς π. exhibit them, Hdt.4.65 ;

    μάστιγάς τε καὶ κέντρα π. ἐς μέσον Id.3.130

    :—[voice] Pass., to be set on table, served, Id.1.133 ;

    τοῦ ἀεὶ παραφερομένου ἀπογεύονται Pl.R. 354b

    ; τὰ π. Luc.Merc.Cond.26.
    2 bring forward, allege, cite,

    νόμον Antipho 3.4.8

    , cf. PFlor.48.8 (iii A.D.) ;

    π. καινὰ καὶ παλαιὰ ἔργα Hdt.9.26

    ;

    λόγους E.IA 981

    , cf. S.OC 1675 (lyr.);

    π. αὑτὸν ἐν σκώμματος μέρει Aeschin.1.126

    , cf. 132 ; πίστεις π. τοῦ μὴ .. D.H.7.27 ; μάρτυρα Eust.ad D.P.306, cf. PAmh.2.81.12 (iii A.D.), etc.
    4[voice] Pass., come up, hasten along, Arist.HA 534a3.
    II carry beside, [

    λαμπάδας] ἵπποις E.Hel. 724

    .
    III carry past or beyond, Pl.R. 515a, etc. ; π. τὴν χεῖρα wave the hand, of gesture in speaking, D.18.232 ; π. τὸν βραχίονα παρὰ τὰς πλευράς swing it in a vertical plane parallel to the sides, opp. lifting the elbow outwards, Hp.Art.12 :—[voice] Pass., to be carried past or beyond, Th.4.135 ;

    δρόμῳ παρενεχθέντας Plu.Mar.35

    , cf.Sull.29 ; πρὸς κοντὸν π. Id. Dio 25 ; τοῦ χειμῶνος παραφερομένου while it was passing, Id.Pel.10.
    2 turn aside or away,

    ἑκάστου π. τὴν ὄψιν X.Cyn.5.27

    ; π. τοὺς ὑσσούς put them aside, Plu.Cam.41 ; put away, avert,

    ποτήριον ἀπό τινος Ev.Marc.14.36

    ; but also, turn towards an object,

    κάτω ὁρᾶν καὶ μηκέτι παρενεγκεῖν τὸν ὀφθαλμόν Luc.DMeretr. 10.2

    ;

    τὴν αὐτὴν αἴσθησιν παραφέρω πρὸς ἑκάτερον Dam.Pr. 414

    .
    3 [voice] Pass., move in a wrong direction, of paralysed limbs,

    τὸ παραφερόμενον Arist. EN 1102b22

    ; π. ἐν ταῖς χερσίν, of feigned madness, LXX 1 Ki. 21.13 ; π. τοῖς σκέλεσι, of a drunken man, D.L.7.183 ; τὸ βλέμμα παρενήνεκται is distorted, Phryn.PSp.112B.
    4 mislead, lead astray, Plu.2.41d:—[voice] Pass., παραφέρεσθαι τῷ τέρποντι πρὸς τὸ βλάπτον ib.15d ; err, go wrong, Pl.Phlb. 38d, 60d ;

    ἴσως μὲν ἀληθοῦς τινος ἐφαπτόμενοι, τάχα δ' ἂν καὶ ἄλλοσε -φερόμενοι Id.Phdr. 265b

    ; παρενεχθείς (sc. τῆς γνώμης) mad, Hp.Prorrh.1.21.
    5 change, γνώμην alter the text of a decree, App.BC3.61 ; παρενεχθέντος τοῦ ὀνόματος ib.2.68 ;

    π. τὸ πεπρωμένον Id.Syr.58

    .
    IV sweep away, of a river, Plu.Tim. 28, cf. D.S.18.35 ([voice] Pass.) ; τοῦ χρόνου καθάπερ ῥεύματος ἕκαστα π. Plu. 2.432b:—[voice] Pass., to be carried away,

    σέ, Βάκχε, φέρων ὑπὸ σοῦ τἄμπαλι παρφέρομαι AP11.26

    (Marc.Arg.).
    V let pass, τὰς ὥρας παρηνέγκατε τῆς θυσίας Orac. ap. D.21.53 ; let slip,

    τὸ ῥηθέν Plu.Arat.43

    :— [voice] Pass., slip away, escape, X.Cyn.6.24.
    VI overcome, excel,

    τινά τινι Luc. Charid.19

    .
    B intr., to be beyond or over, ἡμερῶν ὀλίγων παρενεγκουσῶν, ἡμέρας οὐ πολλὰς παρενεγκούσας, a few days over, more or less, Th.5.20, 26.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παραφέρω

  • 5 συμψηφίζω

    συμψηφίζω (as a mid. Aristoph., X. et al.) in our lit. act. (as PGM 13, 348) 1 aor. συνεψήφισα to calculate a total, count up, compute τὶ someth. τὰς τιμὰς αὐτῶν the price of them (=the books) Ac 19:19. S. also συνοψίζω.—τὴν ποσότητα τῆς δαπάνης count up the amount of the cost Hs 5, 3, 7 v.l. τὰς ὥρας count the hours v 3, 1, 4 v.l.—The pass. (cp. Appian, Bell. Civ. 3, 22 §83; Sb 7378, 9 [II A.D.]; Jer 30:14 v.l.) συνεψηφίσθη μετὰ τ. ἀποστόλων he was counted as one of the apostles Ac 1:26 D (for συγκατεψηφίσθη). (Verbs compounded w. σύν are oft. used w. μετά in the LXX: Johannessohn, Präp. 205.)—DELG s.v. ψῆφος. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > συμψηφίζω

  • 6 κρᾶσις

    κρᾶσις εως, ἡ ([dialect] Ion. [full] κρῆσις Hp.Vict.1.32): ([etym.] κεράννυμι):—
    A mixing, blending of things which form a compound, as wine and water, opp. mechanical mixture (defined as an εἶδος μίξεως in which the constituents are liquids, Arist.Top. 122b26, cf. Stoic.2.153; περὶ κράσεως, title of work by Alex.Aphr.): first in A.,

    τὴν δευτέραν γε κ. ἥρωσιν νέμω Fr.55

    , cf. Staphyl.9, Ath.10.426b (pl.); κράσεις ἠπίων ἀκεσμάτων modes of compounding.., A. Pr. 482;

    ἡ τῶν ἐναντίων κ. Pl. Lg. 889c

    ;

    τὴν τῶν νεύρων φύσιν ἐξ ὀστοῦ καὶ σαρκὸς κράσεως.. συνεκεράσατο Id.Ti. 74d

    ;

    ἐκ κράσεως πρὸς ἄλληλα Id.Tht. 152d

    ;

    τὴν ἁρμονίαν κ. καὶ σύνθεσιν ἐναντίων εἶναι Arist. de An. 407b31

    ;

    χρωμάτων ἀκριβὴς κ. Luc.Zeux.5

    , cf. Arist.Col. 792a4.
    2 temperature of the air, κρᾶσιν ὑγρὰν οὐκ ἔχων [αἰθήρ] E.Fr.779.2; τὰς ὥρας κ. ἔχειν τοιαύτην ὥστε .. Pl.Phd. 111b, cf. Poll.6.178; ἡ κ. τῶν ὡρέων temperate climate, Hp. Aër.12; ὅσα περὶ κράσεις climates, Arist.Pr.lib.xivtit.
    3 temperament, of the body or mind, κ. σώματος ib. 871a24, cf. 953a30; διανοίας ib. 909a17; κ. μελαγχολική ib. 954b8: pl.,

    αἱ τῶν σωμάτων κράσιες Ti.Locr.103a

    , cf. Plot.3.1.6: so in Medic., Hp.Nat.Hom.4, etc.; περὶ κράσεων, title of work by Galen.
    4 metaph., combination, union,

    κ. καὶ ἁρμονία τούτων ἡ ψυχή Pl.Phd. 86b

    , cf. 59a;

    μουσικῆς καὶ γυμναστικῆς κ. Id.R. 441e

    , etc.
    5 Gramm., crasis, i.e. the combination of the vowels of two syllables into one long vowel or diphthong, e.g. τοὔνομα for τὸ ὄνομα, ἁνήρ for ὁ ἀνήρ, τἆρα for τοι ἄρα, A.D.Adv.128.2, EM822.56, etc.; also, synaeresis of vowels, e.g. εὖ for ἐΰ, ib.392.54; but opp. ἔκθλιψις and συναίρεσις, An.Ox.1.371.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κρᾶσις

  • 7 περισσεύω

    περισσ-εύω, [dialect] Att. [suff] περισς-ττεύω, [tense] impf. ἐπερίσσευον ( περιέσσευον is condemned by Phryn.20), ([etym.] περισσός)
    A to be over and above the number, μύριοί εἰσιν ἀριθμόν.., εἷς δὲ π. Hes.Fr. 160 ; περιττεύσουσιν ἡμῶν οἱ πολέμιοι the enemy will go beyond us, outflank us, X.An.4.8.11.
    II to be more than enough, remain over,

    τἀρκοῦντα καὶ περιττεύοντα Id.Smp.4.35

    ; τὸ π. [ἀργύριον] Id.Vect.4.7;

    ἂν ᾖ τι.. περιττεῦον Pl.Lg. 855b

    ;

    εἴ τι π. ἀπὸ τῶν τόκων SIG672.19

    (Delph., ii B. C.);

    ἡ περιττεύουσα τροφή Arist.HA 619a20

    ;

    τὸ π. τῶν κλασμάτων Ev.Matt.14.20

    ; τοσοῦτον τῷ Περικλεῖ ἐπερίσσευσε, κτλ. such abundance of reason had Pericles for his belief, Th.2.65;

    τοσόνδ' ἐπερίσσευσεν αὐτοῖς εὐνοίας J.AJ19.1.18

    ;

    τὸ ἀνδρεῖον ἐπερίττευεν αὐτῇ D.H.3.11

    .
    2 in bad sense, to be superfluous,

    τὰ περισσεύοντα τῶν λόγων S.El. 1288

    ; ἵν' ἐμοὶ περιττεύῃ, i. e. that I may be over-rich, Diog.Oen.64.
    III of persons, abound in, χορηγίᾳ, opp. ἐλλείπω, Plb.18.35.5, etc.;

    αἱ ἐκκλησίαι ἐπερίσσευον τῷ ἀριθμῷ Act.Ap.16.5

    :—[voice] Med., c. gen.,

    περισσεύονται ἄρτων

    have more than enough of..,

    Ev.Luc.15.17

    .
    2 to be superior, π. παρά τινα to be better than.., LXX Ec.3.19; ὑπέρ τινα ib.1 Ma.3.30 (v.l.); be better, have the advantage, 1 Ep.Cor.14.12; π. μᾶλλον abound more and more, sc. in Christian graces, 1 Ep.Thess.4.1, 11:—[voice] Med., περισσευόμεθα, opp. ὑστερούμεθα, 1 Ep.Cor.8.8.
    IV causal, make to abound, πᾶσαν χάριν π. 2 Ep.Cor.9.8;

    τινὰς τῇ ἀγάπῃ 1 Ep.Thess.3.12

    :—[voice] Pass., to be made to abound, Ev.Matt.13.12, 25.29.
    2 of Time, π. τὰς ὥρας make them longer, Ath.2.42b.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περισσεύω

  • 8 ἐμφανίζω

    ἐμφαν-ίζω, [dialect] Att. [tense] fut.
    A

    - ιῶ E.Fr. 797

    : [tense] pf.

    ἐμπεφάνικα PSI4.400.2

    (iii B. C.):—show forth, manifest, exhibit, αὐτὸς αὑτόν E.l.c., cf. Philoch.20, Plb.30.17.2, etc.; ἐ. τινὰ ἐπίορκον, ἐχθρόν, exhibit or represent him as.., X.Ages.1.12, D.14.36;

    ἐ. οὐκ οὖσαν ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν Arist.EN 1173b31

    ;

    πᾶν σύμπτωμα Metrod.10

    :— [voice] Med., exhibit in court, PMasp.32.33 (vi A.D.):—[voice] Pass., to become visible, be manifested,

    τινί LXX Wi.1.2

    , Ev.Matt.27.53, Ph.1.107, J.AJ 1.13.1, D.L.1.7.
    2 make clear or plain, Pl.Sph. 244a, Men.Sam. 140, etc.; ἄστρα ἡμῖν τῆς νυκτὸς τὰς ὥρας ἐ. X.Mem.4.3.4: with a relat., τὰ παθήματα δι' ἃς αἰτίας γέγονε ἐ. Pl.Ti. 61c;

    ἐ. τοῦτο ὅτι.. X. Cyr.8.1.26

    .
    3 declare, explain, Arist.APr. 46a24; give orders,

    τινὶ ποιεῖν τι Plb.6.35.8

    ; report,

    περί τινος SIG412.4

    (Delph., iii B.C.), cf. UPZ42.18 (ii B. C.), IG9(2).517.5 ([place name] Larissa), Michel431.6 ([place name] Iasus), etc.: —[voice] Pass., GDI 2502 B41 (Delph., iv B. C.).
    4 lay an information against, τινά Arg.Ar.Lys.:—[voice] Pass.,

    ὁ -ισθείς Charond.

    ap. Stob.4.2.24.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐμφανίζω

  • 9 συνοψίζω

    συνοψίζω 1 aor. συνώψισα (σύν + *ὀψίζω ‘to engage in seeing’, via ὄψις; PTebt 82, 2 [II B.C.]; StudPal 70 [I A.D.]; Simplicius in Aristot. Phys. 918, 13) to make a calculation, estimate, count τὰς ὥρας Hv 3, 1, 4 (v.l. συνεψήφισα). τὴν ποσότητα τῆς δαπάνης calculate the expense Hs 5, 3, 7 (some edd. συμψηφίσας).—Cp. DELG s.v. ὄπωπα.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > συνοψίζω

  • 10

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 11

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 12 τρέπω

    τρέπω, Il.8.399, etc.: [tense] fut.
    A

    τρέψω 15.261

    , etc.: [tense] aor. 1

    ἔτρεψα 18.469

    , etc., [dialect] Ep.

    τρέψα 16.645

    : besides [tense] aor. 1 Hom. has [tense] aor. 2 ἔτρᾰπον, Od.4.294, al., also Pi.O.10(11).15 (sts. also intr., v. περιτρέπω 11 and perh. Il.16.657, cf. 111 fin.): [dialect] Aeol. [tense] aor. ἔτροπον, v. ἀνατρέπω: [tense] pf.

    τέτροφα Ar.Nu. 858

    , Anaxandr.51, ([etym.] ἀνα-) S.Tr. 1009 (lyr.), And.1.131; later

    τέτρᾰφα Din.1.108

    , ([etym.] ἀνα-) ib.30, D.18.296 (cod. S), Aeschin.1.190, 3.158 (but cf. Wackernagel Studien zum griech. Perf.15);

    ἐπι-τέτραφα Plb.30.6.6

    :—[voice] Med., [tense] fut.

    τρέψομαι Hdt.1.97

    , Hp.Prog.20, E. Hipp. 1066, etc.: [tense] aor.

    ἐτρεψάμην Od.1.422

    , E.Heracl. 842: also [tense] aor. 2

    ἐτραπόμην Il.16.594

    , Hdt.2.3, al. (used also in pass. sense, ([etym.] ἀν-) Il.6.64, 14.447, and once in [dialect] Att., ([etym.] ἀν-) Pl.Cra. 395d); imper.

    τραποῦ Ar.Ra. 1248

    : [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass., [tense] fut.

    τρᾰπήσομαι Plu.Nic.21

    , etc.; also

    τετράψομαι Ph.1.220

    , ([etym.] ἐπι-) Pisistr. ap. D.L.1.54: [tense] aor.

    ἐτρέφθην Hom. Epigr.14.7

    , once in Trag., E.El. 1046 (v. ἐπιτρέπω); [dialect] Ion.

    τραφθῆναι Od.15.80

    , cf. Hdt.4.12: [tense] aor. 2 ἐτράπην [pron. full] [ᾰ] A.Pers. 1029 (lyr.), Ar.Ec. 416, etc.; ἐτρέπην ([etym.] ἐν-) UPZ5.24 (ii B. C.): [tense] pf.

    τέτραμμαι Pl.R. 519b

    ; [ per.] 3pl.

    τετράφαται Thgn.42

    , cf. Il.2.25 ([etym.] ἐπι-); [ per.] 3sg. imper.

    τετράφθω 12.273

    ; part.

    τετραμμένος 19.212

    , etc.: [tense] plpf., [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    τέτραπτο Od.4.260

    ; [ per.] 3pl.

    τετράφατο Il.10.189

    .—From the [tense] aor. 2 has been formed the [tense] pres. ἐπιτρᾰπέουσι, ib. 421; cf. τραπητέον.—The [dialect] Ion. forms used by Hdt. are [tense] pres. [voice] Pass.

    τράπονται 6.33

    , al.; [ per.] 3sg. [tense] impf.

    τρέπεσκε 4.128

    ; [tense] aor. [voice] Pass.

    τραφθείς 9.56

    ; but [tense] fut. ἐπιτράψομαι is f. l. in 3.155, and in the [tense] pres. [voice] Act. and [voice] Pass. codd. vary (both forms in codd. of 2.92 ([voice] Act.),

    τρέπεται 1.117

    ,

    τράπεται 4.60

    ):—[dialect] Dor. forms, [full] τράπω EM114.19; [tense] fut.

    ἐπι-τραψῶ Schwyzer198.21

    ([place name] Crete):— turn or direct towards a thing, Hom., etc.; mostly folld. by a Prep.,

    τ. [φύσας] ἐς πῦρ Il.18.469

    ;

    ἐς ποταμὸν φλόγα 21.349

    ; εἰς εὐνὴν τράπεθ' ἥμεας show us to bed, Od.4.294 (perh. with a punning reference to ταρπώμεθα in next line);

    λέκτρονδε τραπείομεν εὐνηθέντες 8.292

    (as though τραπείομεν in Il.3.441 belonged to τρέπω and not to τέρπω; unless there is a pause after λέκτρονδε)

    ; θυμὸν εἰς ἔργον τ. Hes.Op. 316

    ;

    εἰς ἐχθροὺς βέλος A.Th. 255

    ;

    πόλεις ἐς ὕβριν Th.3.39

    ;

    τὸν ἄνθρωπον.. εἰς ἀθυμίαν D.23.194

    ;

    πρὸς ἠέλιον κεφαλήν Od.13.29

    ;

    πρὸς ὄρος πίονα μῆλα 9.315

    ;

    πρὸς εὐφροσύναν ἦτορ Pi.I.3.10

    ;

    τὰς γνώμας πρὸς χρηματισμόν Pl.Ep. 355b

    ; also

    ἐπ' ἐμπορίην θυμόν Hes.Op. 646

    , cf. Pl. Phdr. 257b, R. 508c;

    δᾶμον ἐς ἡσυχίαν Pi.P.1.70

    ;

    ἐπ' ἐχθροῖς χεῖρα S.Aj. 772

    ;

    κατὰ πληθὺν τ. θυμόν Il.5.676

    ;

    ἀντίον Ζεφύρου πρόσωπον Hes.Op. 594

    : with Advbs.,

    πάντων ὁμόσε στόματ' ἔτραπε Il.12.24

    ;

    οὐκ οἶδ' ὅποι χρὴ.. τ. ἔπος S.Ph. 897

    ;

    ἐνταῦθα σὴν φρένα E.IT 1322

    ; τὴν

    διάνοιαν ἄλλοσε Pl.R. 393a

    ;

    ἐκεῖσε τ. τὰς ἡδονάς Id.Lg. 643c

    ;

    ἐπὶ τὴν θεραπείαν τὸν λόγον Sor.2.23

    : c. inf., σέ.. ἔτραπε.. ὀργὰ παρφάμεν led thee to speak crookedly, Pi.P.9.43:—also in [voice] Med.,

    τραπέσθαι τινὰ ἐπί τι Pl.Euthd. 303c

    , cf. Chrm. 156c:—[voice] Pass.,

    κεῖται ἀνὰ πρόθυρον τετραμμένος Il.19.212

    .
    2 [voice] Pass. and [voice] Med., turn one's steps, turn in a certain direction,

    τραφθῆναι ἀν' Ἑλλάδα Od.15.80

    ;

    τραφθέντες ἐς τὸ πεδίον Hdt. 9.56

    ;

    ἐς Θήβας ἐτραπόμην Id.2.3

    ; ἐπὶ Προκόννησον, ἐπ' Ἀθηνέων, Id 6.33, 5.57: with Advbs., ἀμηχανεῖν ὅποι τράποιντο which way to turn, A. Pers. 459;

    ἀμηχανῶ.. ὅπᾳ τράπωμαι Id.Ag. 1532

    (lyr.);

    πᾷ τις τράποιτ' ἄν; Id.Ch. 409

    (lyr.);

    ποῖ τρέψομαι; E.Hipp. 1066

    , cf. X.An.3.5.13;

    ποῖ χρὴ τραπέσθαι; Lys.29.2

    : c. acc. cogn., τραπέσθαι ὁδόν take a course, Hdt.1.11, cf. 9.69, Pl.Sph. 242b;

    πολλὰς ὁδοὺς τραπόμενοι κατὰ ὄρη Th.5.10

    ;

    ἐτρέφθην ἥνπερ ἦν πορεύσιμον E.El. 1046

    .
    3 in [voice] Pass. and [voice] Med. also, turn or betake oneself, εἰς ὀρχηστύν, εἰς ἀοιδήν, Od.1.422, 18.305;

    ἐπὶ ἔργα Il.3.422

    , etc.; ἐπ' ἀναιδείην Hom Epigr.14.7;

    ἐπὶ σωφροσύνην Thgn.379

    ;

    ἐπὶ ψευδέα ὁδόν Hdt.1.117

    ;

    ἐπὶ φροντίδας E.IA 646

    ;

    ἐφ' ἁρπαγήν Th.4.104

    ;

    ἐπ' εἰρήνην X.HG4.4.2

    ;

    ἐς τὸ μαίνεσθαι S.OC 1537

    ;

    ἐς ἀλκήν Th.2.84

    ;

    εἰς ἁρπαγὴν ἐπὶ τὰς οἰκίας X.HG6.5.30

    ;

    κατὰ θέαν τετραμμένοι Th.5.9

    ;

    πρὸς ἀλκήν Hdt.3.78

    ;

    πρὸς τὸ κέρδιον τραπείς S.Aj. 743

    ;

    πρὸς λῃστείαν Th.1.5

    ;

    πρὸς ἄριστον τετρ. Hdt.1.63

    ;

    πρὸς τὸν πότον Pl.Smp. 176a

    , etc.; also τ. πρός τινα betake oneself, have recourse to him, Cratin.152, X.An.4.5.30, Pl.Prt. 339e;

    ἐφ' ἱκετείαν τ. τῶν διωκόντων Id.Ap. 39a

    .
    4 [voice] Pass. and [voice] Med., of places, to be turned or look in a certain direction,

    πρὸς ζόφον Od. 12.81

    ; πρὸς ἄρκτον, πρὸς νότον, etc., Hdt. 1.148, Th.2.15, etc.; also

    πρὸς τοῦ Τμώλου Hdt.1.84

    ; ἄντ' ἠελίου τετρ. straight towards, Hes. Op. 727.
    II turn, i. e. turn round or about, πάλιν τρέπειν turn back,

    ἵππους Il.8.432

    ; τινα ib. 399; ὄσσε, δόρυ, 21.415, 20.439; τὰ καλὰ τ. ἔξω turn the best side outmost, show the best side (of a garment), Pi.P.3.83:—[voice] Pass.,

    πάλιν ἐτράπετ' Il.21.468

    ;

    μή τις ὀπίσσω τετράφθω 12.273

    ; c. gen., turn from..,

    υἷος 18.138

    ; ἐτράπετ' αἰχμή the point bent back, like ἀνεγνάμφθη, 11.237; of the sun having passed the meridian,

    πόστην ἥλιος τέτραπται; Ar.Fr. 163

    , cf. Antig. Mir.60; also of the solstice, ἐπειδὰν ἐν χειμῶνι τράπηται [ὁ ἥλιος] (v.

    τροπή 1

    ) X.Mem.4.3.8, cf. Pl.Lg. 915d;

    τραπείσης τῆς ὥρας Arist. HA 628b26

    :—intr. in [voice] Act., περὶ δ' ἔτραπον ὧραι, v. περιτρέπω 11.
    2 τ. τι εἴς τινα turn upon another's head, τ. τὴν αἰτίαν, τὴν ὀργὴν εἴς τινα, Is.8.41, D.8.57; freq. in imprecations, ἐς κεφαλὴν τράποιτ' ἐμοί on my head be it! Ar.Ach. 833, cf. Hdt.2.39; εἰς σεαυτὸν τρεπέσθω on your head be it! IG4.444 ([place name] Phlius);

    ἦ κἀπ' ἐμοὶ τρέποιτ' ἂν αἰτίας τέλος; A.Eu. 434

    ;

    κατὰ σεαυτόν νυν τρέπου

    keep your ills to yourself,

    Ar.Ach. 1019

    , Nu. 1263;

    πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς τρέψεσθε Lys.8.19

    .
    3 alter, change,

    φρένας Il.6.61

    ;

    τὰς γνώμας X.An.3.1.41

    ; [τὸ χρῶμα] Sor.1.35; [ τὸ γάλα] ib.92;

    ἔτραπεν κεῖνον μισθῷ χρυσός Pi.P.3.55

    ; deceive, Archil.166;

    ἐς κακὸν τ. τινά Pi.P.3.35

    ;

    ἅττ' ἂν ὑμεῖς ἐξαμάρτητ' ἐπὶ τὸ βέλτιον τρέπειν Ar.Nu. 589

    (troch.);

    ἐς γέλων τὸ πρᾶγμ' ἔτρεψας Id.V. 1261

    , cf. Hdt.7.105, etc.: [voice] Med., πρὸς τὰς ξυμφορὰς τὰς γνώμας τρέπεσθαι shift their views, Th.1.140, cf. Plu. 2.71e, etc.:—[voice] Pass., to be changed,

    τρέπεται χρώς Il.13.279

    , cf. Od. 21.413, Hes.Op. 416; τὴν χρόαν τρέπεσθαι, of animals, Plu.2.51d; τῷ χρώματι τρεπομένας, of women, Sor.1.35 (so abs., of a man, Id.Vit.Hippocr.5);

    ὁ οὕτω τρεπόμενος σφυγμός Gal.18(2).40

    ;

    τρέπεται νόος Od.3.147

    ;

    νόος ἐτράπετ' 7.263

    ;

    Διὸς ἐτράπετο φρήν Il.10.45

    ;

    τράπομαι καὶ τὴν γνώμην μετατίθεμαι Hdt.7.18

    ; ὁρῶν αὐτοὺς τετραμμένους seeing that they had changed their minds, Id.9.34, cf. Th.4.106;

    ἐπὶ τὰ βελτίω τρέπου Ar.V. 986

    : c. inf.,

    κραδίη τέτραπτο νέεσθαι Od.4.260

    ;

    ἐτράποντο.. τῷ δήμῳ.. τὰ πράγματα ἐνδιδόναι Th. 2.65

    : c. acc. cogn.,

    πλείους τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου Aeschin. 3.90

    ; οἶνος τρέπεται the wine turns, becomes sour (v. τροπίας), S.E. P.1.41;

    ἡ ξανθὴ χολὴ.. εἰς τὸν ἰώδη τρέπεται χυμόν Gal.16.534

    ; ἡ ἀδελφὴ ἐπὶ τὸ κομψότερον ἐτράπη has taken a turn for the better, POxy.935.5 (iii A. D.); ἐπὶ τὸ ῥᾷον ἔδοξεν τετράφθαι ib.939.17 (iv A. D.); τοῦ πατρὸς ἡμῶν εἰς ἄπορον τραπέντος having become destitute, PMeyer 8.14 (ii A. D.):—intr. in [voice] Act.,

    τοῦ ἄρχοντος τρέποντος εἰς δεσπότην Ph.2.562

    .
    III turn or put to flight, rout, defeat,

    τρέψω δ' ἥρωας Ἀχαιούς Il.15.261

    ;

    ἔτρεψε φάλαγγας Tyrt.12.21

    , cf. Pi.O.10 (11).15, Hdt.1.63, 4.128, Th.1.62, 4.25,33, etc.; in full,

    φύγαδε τ. Il.8.157

    ;

    εἰς φυγὴν ἔτρεψε τοὺς ἑξακισχιλίους X.An.1.8.24

    ;

    τρέψαι καὶ ἐς φυγὴν καταστῆσαι Th.7.43

    (but

    ἔτρεψαν ἐς φυγὴν πόδα

    they fled,

    E.Supp. 718

    ):—[voice] Med., [tense] pres., X.An.5.4.16, J.AJ13.2.4, Plu.Cam.29: [tense] fut., Ar.Eq. 275 (troch.): [tense] aor. 1, E.Heracl. 842, X.An.6.1.13:—[voice] Pass., to be put to flight, [tense] aor. 2

    ἐτράπην A.Pers. 1029

    (lyr.), X.Cyr.5.4.7 (v.l. ἐτράποντο), etc.: also [tense] aor. 1

    ἐτρέφθην Id.An.5.4.23

    , HG3.4.14, Cyn.12.5: [tense] aor. 2 [voice] Med.

    ἐτραπόμην Hdt.1.80

    , 9.63, etc.;

    ἐς φυγὴν τραπέσθαι Id.8.91

    , Th.8.95;

    τραπόμενοι κατέφυγον Id.4

    54;

    φυγῇ ἄλλος ἄλλῃ ἐτράπετο X.An.4.8.19

    ;

    ἐτράποντο φεύγειν Plu.Lys. 28

    , Caes.45: rarely in [tense] pf. [voice] Pass.,

    τετραμμένου φυγᾷ γένους A.Th. 952

    (lyr.):—also intr. in [voice] Act.,

    φύγαδ' ἔτραπε Il.16.657

    (unless it governs δίφρον).
    IV turn away, keep off,

    οὐκ ἄν με τρέψειαν ὅσοι θεοί εἰσ' ἐν Ὀλύμπῳ 8.451

    ;

    τ. τινὰ ἀπὸ τείχεος 22.16

    ;

    ἑκάς τινος Od.17.73

    ([voice] Med.);

    τῇ.. νόον ἔτραπεν 19.479

    : abs.,

    ἀλλὰ Ζεὺς ἔτρεψε Il.4.381

    ; of weapons,

    βέλος.. ἔτραπεν ἄλλῃ 5.187

    ;

    ἀπὸ ἔγχεος ὁρμὴν ἔτραπε Hes. Sc. 456

    .
    V overturn,

    εὐτυχοῦντα μὲν σκιά τις ἂν τρέψειεν A.Ag. 1328

    (s. v.l.);

    τ. ἄνω κάτω Id.Fr. 311

    .
    VI turn, apply,

    τ. τι ἐς ἄλλο τι Hdt.2.92

    ; τὰς ἐμβάδας ποῖ τέτροφας; what have you done with your shoes? Ar.Nu. 858;

    τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας; Anaxandr. 51

    :—[voice] Pass.,

    ποῖ τρέπεται.. τὰ χρήματα; Ar.V. 665

    (anap.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τρέπω

  • 13 συγκλείω

    συγ-κλείω, [tense] fut. - κλείσω: [dialect] Ion. [suff] συγ-κληΐω, fut - κληΐσω: old [dialect] Att. [full] ξυγκλήω, [tense] fut. - κλῄσω: [dialect] Ep. [tense] aor.
    A

    συνεκλήϊσσα Nonn.D.48.309

    :—[voice] Pass., [tense] aor. συνεκλείσθην, old [dialect] Att. ξυνεκλῄσθην: [tense] pf.

    συγκέκλειμαι Isoc.15.68

    , but

    - εισμαι Men.670

    , D.S.15.63, v.l. in E.Hec. 487; old [dialect] Att. ξυνκέκλῃμαι, [dialect] Ion. συγκεκλήιμαι (v. infr.):— shut or coop up, hem in, enclose, Hdt.4.157, 7.41;

    ξ. τὴν ἐκκλησίαν ἐς τὸν Κολωνόν Th.8.67

    ; πρὶν συγκλεῖσαι (sc. τοὺς ἰχθῦς τοῖς δικτύοις) Arist. HA 533b26;

    αἱ συγκλείουσαι πλευραὶ τὸ στῆθος Id.PA 654b35

    ;

    σ. τινὰς ἐντὸς τειχῶν Plb.1.17.8

    ;

    εἰς πολιορκίαν Id.1.8.2

    ([voice] Pass.); σ. [θεοὺς] τῇ ὕλῃ include them in matter, Plu.2.426b; [ἡ πολεμία] δυνέκλῃε διὰ μέσου shut off and intercepted them, Th.5.64:—[voice] Pass.,

    λίμνη συγκεκληιμένη πάντοθεν ὄρεσι Hdt.7.129

    ;

    τὸ στόμα τῶν μητρέων ὑπὸ πιμελῆς -είεται Hp.

    Aër.21;

    σ. εἰς στενὴν ἐντομήν D.S.1.32

    ; ξυγκεκλῃμένη πέπλοις close muffled, E.Hec. 487.
    2 generally, of straits or difficulties,

    τινὰ εἰς ἀγῶνα Plb.3.63.3

    ;

    εἰς τὸν ἔσχατον καιρόν Id.11.2.10

    :—[voice] Pass., συγκλείεσθαι ὑπὸ τῶν καιρῶν, τῶν πραγμάτων, Id.2. 60.4, 11.20.7; εἰς χαλεπὸν.. συγκεκλεισμένος βίον 'cabin'd, cribb'd, confined', Men. l.c.
    3 pit against one another, set to fight as in the lists,

    οἳ σὲ καὶ Ἑρμιόναν ἔριδι.. ξυνέκλῃσαν E.Andr. 122

    (lyr.).
    4 ὁ συγκλείων,= smith, LXX 4 Ki.24.14:—[voice] Pass., χρυσίον συγκεκλεισμένον ib.3 Ki.6.20.
    II shut close, close,

    στόμα E.Hipp. 498

    ;

    ὄμμα Id.Hec. 430

    , Ion 241; [ τὰ βλέφαρα] X.Mem.1.4.6 ([voice] Pass.);

    ξ. τὰς πύλας Th.4.67

    ;

    τὰς θύρας Aeschin.1.74

    ;

    τὰς θυρίδας Gal.16.578

    : abs., σύγκλῃε shut the doors, Ar.Ach. 1096; σ. τὰ δικαστήρια close the courts, Id.Eq. 1317;

    τὰ καπηλεῖα Lys.Fr.1.3

    ; σ. τοὺς ὀφθαλμούς close them up by blows, D.54.8:—[voice] Pass.,

    τὸ δεσμωτήριον συνεκέκλειστο And.1.48

    codd. ( συνεκέκλῃτο Sauppe); of bivalve fish, Arist. HA 528a16; of eyebrows, come together, Hp.Loc.Hom.3; of wounds, Dsc.Ther.2.
    2 intr. in [voice] Act., ὥρας ἤδη συγκλειούσης as the season was now closing in, i.e. the days becoming shorter, Plb.18.7.3, cf. D.S.10.4;

    τοῦ καιροῦ συγκλείοντος εἰς χειμῶνα GDI3087.19

    ([place name] Chersonesus).
    IV σ. τὰς ἀσπίδας lock their shields, X.Cyr.7.1.33: hence, abs., close up the ranks, Th.4.35; τὸ διάκενον καὶ οὐ ξυγκλῃσθέν the part that was not closed up, of a gap in the line, Id.5.72.
    2 connect closely together,

    τὰ ἀνόμοια ἁρμονίᾳ συγκεκλεῖς θαι Philol.6

    ; ἐν ἄρθροις συγκεκλῃμένον καλῶς well linked or compacted, E.Ba. 1300; ς. (sc. τὴν πόλιν)

    εἰς ταὐτόν Pl.Criti. 117e

    , cf. Ti. 76a, etc.;

    σ. τὴν ἀρχὴν τῶν ῥηθήσεσθαι μελλόντων τῇ τελευτῇ τῶν προειρημένων Isoc. 12.24

    , cf. 15.68 ([voice] Pass.):—[voice] Pass.,

    συγκλεισθήσονται ταῖς τε ἐπιγαμίαις καὶ ἐγκτήσεσι παρ' ἀλλήλοις X.HG5.2.19

    .
    V conclude, complete, λόγον, διάνοιαν, A.D.Adv.121.1, Synt.66.8:—[voice] Pass., ib.11.9.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συγκλείω

  • 14 χώρα

    χώρα, [dialect] Ion. [full] χώρη, ,
    A = χῶρος, space or room in which a thing is, defined as partly occupied space, distd. fr. κενόν and τόπος, Zeno Stoic. 1.26 (cf.2.163), S.E.P.3.124;

    ποταγορεύοντι τὰν ὕλαν τόπον καὶ χώραν Ti.Locr.94b

    (in

    ὁ τόπος τῆς χ. Pl.Lg. 705c

    χώρα = country (cf. 11.1); so

    χώρας ἐν τόποις Λιβυστικοῖς A.Eu. 292

    );

    οὐδέ τι πολλὴ χώρη μεσσηγύς Il.23.521

    ;

    νόμισμα.. χώρας μεγάλης δέοιτ' ἄν X.Lac.7.5

    ; χώραν τινὶ καταλιπεῖν leave room for it, Plu.2.123f, etc.
    2 generally, place, spot, στρέψεσθ' ἐκ χώρης ὅθι .. Il.6.516, cf. Od.16.352;

    ὀλίγῃ ἐνὶ χ. Il. 17.394

    ; χώραν ἐκ χώρας μεταβάλλειν move from place to place, Pl.Tht. 181c; field in a ceiling, IG42(1).103.193, 106ii139 (Epid., iv B. C.); ἡ πρώτη χ. the first field (on the chest of Cypselus), Paus.5.17.6; socket or cavity of a joint, Hp.Art.79, 80; of the eye, IG42(1).121.76 (Epid., iv B. C.); as euphemism for the genital organs, Hippiatr. 33,71.
    3 the position, proper place of a person or thing,

    ἐνὶ χώρῃ ἕζεται Il.23.349

    : esp. a soldier's post, Ἄρης οὐκ ἔνι χώρα is not at his post (or perh. in the land, cf. Ar.Lys. 524) A.Ag.78 (anap.); χώραν λιπεῖν, προλείπειν, Th.4.126, 2.87; μισθοφορεῖν κεναῖς χ. draw pay for unfilled vacancies, Aeschin.3.146;

    ἐπιγράψαι αὐτῷ τὴν χ. UPZ14.88

    (ii B. C.): later τὴν χ. τινὸς ἀποπληρῶσαι, ποιῆσαι, fill a person's place, POxy.136.15(vi A. D.), PMasp.32.11 (vi A. D.): χώραν λαβεῖν take a position, find one's place, ἕως ἂν χώραν λάβῃ [τὰ πράγματα] till they are brought into position, into order, X.Cyr.4.5.37;

    οὐ διδοὺς ἑτέρῳ τόπον οὐδὲ χώραν διακονίας Plu.2.62d

    ; οὐκ ἂν ἔχοι χώραν νοήσεως ἡντινοῦν τὸ ἀγαθόν the Good cannot have any possibility of thinking, Plot.5.6.6; σοὶ ἀστρονομεῖν χ. your province is astronomy, Philostr. VA5.15;

    ἐν τοῖς ἀτέχνοις χώραν ἔχει τὸ αὐτόματον Eun.Hist.p.225D.

    : freq. in the phrase ὥρα καὶ χ., time and place,

    ἐν ὁποία ἀξία φυτευθῆναι καὶ ὥρὰ καὶ χώρᾳ Pl.Hipparch. 225c

    ;

    ἐν ἄλλῃ καὶ χώρῃ Hp.Hum. 14

    ; πρὸς ὥρας καὶ χώρας καὶ διαίτας ib.16, Aph.3.3;

    ἥ τε τοῦ ἔτους ὥρα καὶ χ. καὶ φύσις τοῦ θεραπευομένου σώματος Gal.18(2).399

    , cf. Alex. Trall.1.10, Steph.in Hp.1.161, 180 D. b. in metric, position of a foot in a verse,

    τὸ δακτυλικὸν δέχεται δακτύλους καὶ σπονδείους κατὰ πᾶσαν χ. Heph.7.1

    , cf. 8.1;

    αἱ περιτταὶ χ. Id.5.1

    ,6.1.
    4 metaph., station, place, position, ἐν χώρᾳ τινὸς εἶναι to be in his position, be counted the same as he is, ἐν ἀνδραπόδων or μισθοφόρου χώρᾳ εἶναι to be in the position of slaves or mercenaries, to pass or rank as such, X.An.5.6.13, Cyr.2.1.18; ἐν οὐδεμιᾷ χ. εἶναι to have no place or rank, be in no esteem, Id.An.5.7.28;

    οὗ μέλλει χώρην μηδεμίαν θέμεναι Thgn.152

    ;

    τούτων τοι χώρη.. ὀλίγη τελέθει Id.822

    ;

    τὰς μεγίστας χ. ἔχειν Plb.1.43.1

    .
    5 in senses 3 and 4 freq. with a Prep., ἐκ χώρας ὁρμᾶν, opp. πορευόμενος μάχεσθαι, X.An.3.4.33; εἰς τὰς ἑαυτῶν χ. πάρεισι are at their posts, Id.Cyr.1.2.4, cf. Theoc. 15.57;

    εἰς τὰς τῶν λοχαγῶν χ. καταστήσεσθαι X.Cyr.2.1.23

    ; ἐν χώρᾳ in one's place, at one's post,

    ἐν ταῖς χ. γενέσθαι Id.An.4.8.15

    ; ἐν χώρᾳ πίπτειν, ἀποθνῄσκειν, die at one's post, Id.HG4.2.20, 8.39; ἐπὶ χώρας ἕσσαι set it in its place, Pi.P.4.273; also μένειν ἐπὶ χώρας, = μένειν κατὰ χώραν, remain in force, OGI90.16 (Rosetta, ii B. C.), BGU183.9 (i A. D.); κατὰ χώρην εἶναι be in one's place, Hdt.4.135; [

    φόροι] κατὰ χώρην διατελέουσι ἔχοντες Id.6.42

    , cf. Ar.Pl. 367, Ra. 793;

    κατὰ χ. μένειν Hdt.7.95

    , 8.108, Ar.Eq. 1354, Th.4.26; ἤλπιζον.. οὐ μενεῖν κατὰ χ. τὰ πράγματα ib.76;

    μένει τὸ ὅρκιον κατὰ χ.

    as it was, undisturbed,

    Hdt.4.201

    ; ἐᾶν κατὰ χ. τὴν πόλιν leave in its place, leave as it was, X.HG6.5.6, cf. Hdt.1.17;

    κατὰ χώραν μένειν τοὺς ἄλλους [νόμους] ἐᾶν D.24.5

    ; κατὰ χ. ἀπιέναι retire in their old order, X. An.6.4.11.
    II land, viz.,
    1 a land, country,

    ἅς τινας ἵκεο χώρας ἀνθρώπων Od.8.573

    ;

    ἡ χ. ἡ Ἀττική Hdt.9.13

    ;

    ἐμπορεύεσθαι εἰς τὴν χ. IG12.57.21

    , cf. 63.22, al.: freq. in Trag.,

    Ἑλλάδα χώραν A.Pers. 271

    (lyr.);

    Εὐβοῖδα χ. S.Tr.74

    , etc.; territory, ὁ τύραννος ἢ πόλεων ἢ χ. πολλῆς [ἐπιθυμεῖ] X.Hier.4.7: pl., OGI54.11 (Adule, iii B. C.), etc.
    2 landed estate, X.Cyr.8.4.28, 8.6.4. b. country town,

    τοὺς κήρυκας διαπέμψαντες ἐς τὰς χ. Schwyzer688

    B8 (Chios, v B. C.).
    3 the country, opp. to the town,

    ἡ πόλις καὶ ἡ χ. Lycurg. 1

    ;

    τὰ ἐκ τῆς χώρας Th.2.5

    , X.Mem.3.6.11; ὁ ἐκ τῆς χ. γιγνόμενος σῖτος ib.13;

    οἱ ἐν τῇ χ. ἐργάται Id.Hier.10.5

    ; ἐν τῇ χώρᾳ κοιταῖον γίγνεσθαι, opp. ἐν ἄστει, Decr. ap. D.18.37; ἁ κοινὰ χ. (of two cities) IG42(1).77.2 (Epid., ii B. C.): esp. of Egypt as opp. Alexandria, OGI56.5 (Canopus, iii B. C.), PHib.1.27.167 (iii B. C.), etc. (but in PTeb.5.98 (ii B. C.) ἐν τῇ Ἀλεξα (νδρέων) χ. means 'in Alexandria'); ἡ ἄνω χ. καὶ ἡ κάτω, Upper and Lower Egypt, OGI90.46 (Rosetta, ii B. C.), cf. Wilcken Chr.109.9 (iii B. C.).— χῶρος is another form: in signf. 11 χώρα alone is used in [dialect] Att.; whereas in signf. 1 χῶρος is common, exc. in the special sense of one's proper place or post ( χῶρος and χώρα perh. cogn. with χῆρος, χῆτος).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χώρα

  • 15 ποιέω

    ποιέω (Hom.+) impf. ἐποίουν; fut. ποιήσω; 1 aor. ἐποίησα; pf. πεποίηκα; plpf. πεποιήκειν Mk 15:7 (as IMagnMai 93b, 24; on the omission of the augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Mid.: impf. ἐποιούμην; 1 aor. ἐποιησάμην; pf. πεποίημαι 1 Cl 1:1. Pass. (has disappeared almost entirely; B-D-F §315): 1 fut. ποιηθήσομαι; 1 aor. 3 pl. ἐποιήθησαν (En 22:9); pf. 3 sg. πεποίηται (Ec 8:14; Tat. 11, 2), ptc. πεποιημένος (Ec 1:14 al.) Hb 12:27. A multivalent term, often without pointed semantic significance, used in ref. to a broad range of activity involving such matters as bringing someth. into being, bringing someth. to pass, or simply interacting in some way with a variety of entities.
    to produce someth. material, make, manufacture, produce τὶ someth. (Gen 6:14ff; 33:17 al.; JosAs 16:8; GrBar 3:5 ‘build’; ApcMos 20; Mel., P. 38, 261).
    of human activity: σκεῦος 2 Cl 8:2. χιτῶνας, ἱμάτια Ac 9:39. εἰκόνα Rv 13:14b. θεούς make gods Ac 7:40 (Ex 32:1). ναοὺς ἀργυροῦς 19:24. ἀνθρακιάν J 18:18. τέσσαρα μέρη 19:23 (s. μέρος 1a). πηλόν 9:11, 14. σκηνὰς pitch tents, build huts (1 Ch 15:1; 2 Esdr 18: 16f; Jdth 8:5; Jos., Ant. 3, 79; Just., D. 127, 3 σκηνήν) Mt 17:4; Mk 9:5; Lk 9:33. ἁγίασμα GJs 6:1; καταπέτασμα τῷ ναῷ 10:1; τὴν πορφύραν καὶ τὸ κόκκινον 12:1.—Used w. prepositional expressions ποιῆσαι αὐτὴν (i.e. τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου) κατὰ τὸν τύπον to make it (the tent of testimony) according to the model (Ex 25:40) Ac 7:44; cp. Hb 8:5. ποιεῖν τι ἔκ τινος make someth. from or out of someth. (i.e. fr. a certain material; Hdt. 2, 96; cp. X., An. 4, 5, 14; Theophr., HP 4, 2, 5; Ex 20:24f; 28:15; 29:2) J 2:15; 9:6; Ro 9:21.
    of divine activity, specifically of God’s creative activity create (Hes., Op. 109; Heraclitus, Fgm. 30 κόσμον οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλʼ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται; Pla., Tim. 76c ὁ ποιῶν ‘the Creator’; Epict. 1, 6, 5; 1, 14, 10; 2, 8, 19 σε ὁ Ζεὺς πεποίηκε; 4, 1, 102; 107; 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν; Ael. Aristid. 43, 7 K.=1 p. 2 D.: Ζεὺς τὰ πάντα ἐποίησεν; Herm. Wr. 4, 1. In LXX oft. for בָּרָא also Wsd 1:13; 9:9; Sir 7:30; 32:13; Tob 8:6; Jdth 8:14; Bar 3:35; 4:7; 2 Macc 7:28; Aristobulus in Eus., PE13, 12, 12 [pp. 182 and 184 Holladay]; JosAs 9:5; Philo, Sacr. Abel. 65 and oft.; SibOr 3, 28 and Fgm. 3, 3; 16; Just., A II, 5, 2 al.) w. acc. ἡ χείρ μου ἐποίησεν ταῦτα πάντα Ac 7:50 (Is 66:2). τοὺς αἰῶνας Hb 1:2 (s. αἰών 3). τὸν κόσμον (Epict. 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ αὐτὸν τὸν κόσμον ὅλον; Sallust. 5 p. 10, 29; Wsd 9:9; TestAbr A 10 p. 88, 21 [Stone p. 24]) Ac 17:24. τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν (cp. Ael. Aristid. above; Gen 1:1; Ex 20:11; Ps 120:2; 145:6; Is 37:16; Jer 39:17 et al.; TestJob 2:4; Jos., C. Ap. 2, 121; Aristobulus above) Ac 4:24; 14:15b; cp. Rv 14:7. τὰ πάντα PtK 2 p. 13, 26 (JosAs 12, 2; Just., D. 55, 2; also s. Ael. Aristid. above). Lk 11:40 is classed here by many. Of the relation of Jesus to God Ἰησοῦν, πιστὸν ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτόν= appointed him Hb 3:2 (cp. Is 17:7).—W. a second acc., that of the predicate (PSI 435, 19 [258 B.C.] ὅπως ἂν ὁ Σάραπις πολλῷ σὲ μείζω ποιήσῃ) ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς (God) created them male and female Mt 19:4b; Mk 10:6 (both Gen 1:27c).—Pass. Hb 12:27.—ὁ ποιήσας the Creator Mt 19:4a v.l.
    to undertake or do someth. that brings about an event, state, or condition, do, cause, bring about, accomplish, prepare, etc.
    ἔργα π. do deeds, also in sg. (as JosAs 29:3 μὴ ποιήσῃς τὸ ἔργον τοῦτο) τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ π. do as Abraham did J 8:39. τὰ ἔργα τοῦ πατρὸς ὑμῶν vs. 41; cp. 10:37. τὰ πρῶτα ἔργα Rv 2:5. ἔργον commit a deed 1 Cor 5:2 v.l. ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ 2 Ti 4:5 (s. ἔργον 2).—ἔργον or ἔργα somet. refer to wondrous deeds: ἓν ἔργον ἐποίησα I have done just one (wondrous) deed J 7:21. Pl. 14:12a; cp. vs. 12bc. This illustrates the transition to
    do, perform miracles δυνάμεις Mt 7:22; 13:58; Ac 19:11 (Just., A I, 26, 2 al.); sg. Mk 6:5; 9:39. θαυμάσια Mt 21:15 (cp. Sir 31:9). μεγάλα καὶ θαυμάσια AcPl Ha 8, 33=BMM verso 5f (Just., A I, 62, 4). σημεῖα (Ex 4:17) J 2:23; 3:2; 7:31; 9:16; 11:47b; 20:30; Rv 13:13a; 16:14; 19:20. Sing. J 6:30; 10:41. τέρατα καὶ σημεῖα Ac 6:8; 7:36. ὅσα Mk 3:8; 6:30; Lk 9:10.—Ac 10:39; 14:11.
    of conditions bring about, etc.: εἰρήνην make, establish peace Eph 2:15; Js 3:18 (cp. 2 Macc 1:4). τὴν ἔκβασιν provide a way out 1 Cor 10:13 (on the foll. gen. of the inf. w. the art. s. B-D-F §400, 2; Rob. 1067). ἐπίστασιν ὄχλου cause a disturbance among the people Ac 24:12. τὰ σκάνδαλα create difficulties Ro 16:17. On Mk 6:20 v.l. KRomaniuk, ETL 69, ’93, 140f.—W. dat. of advantage ἐποίουν χαρὰν τοῖς ἀδελφοῖς they brought joy to the members Ac 15:3 (s. ἀδελφός 2a).
    used w. a noun as a periphrasis for a simple verb of doing (s. 7a below; B-D-F §310, 1.—ποιέω in such combinations as early as IPriene 8, 63 [c. 328 B.C.], also Plut., Crass. 551 [13, 6]; s. ἑορτή, end). ἐποίησεν ᾆσμα GJs 6:3. διαθήκην π. Hb 8:9 (Jer 38:32 cod. Q; cp. Is 28:15; TestAbr A 8 p. 86, 6 [Stone p. 20] διάταξιν). π. τὴν ἐκδίκησιν Lk 18:7f; cp. Ac 7:24 (s. ἐκδίκησις 1). ἐνέδραν 25:3. κοπετόν 8:2. κρίσιν (s. κρίσις 1aα and β) J 5:27; Jd 15. θρῆνον GJs 3:1. κυνηγίαν AcPl Ha 1, 33. λύτρωσιν Lk 1:68. ὁδὸν ποιεῖν (v.l. ὁδοποιεῖν) Mk 2:23 (ὁδός 2). π. (τὸν) πόλεμον (μετά τινος) wage war (on someone) Rv 11:7; 12:17; 13:7 (Da 7:8 LXX; 7:21 Theod.; Gen 14:2). πρόθεσιν Eph 3:11; συμβούλιον π. Mk 3:6 v.l.; 15:1; συστροφήν Ac 23:12; cp. vs. 13. φόνον Mk 15:7 (cp. Dt 22:8; Callinicus, Vi. Hyp. 98, 21 Bonn; TestAbr B 10 p. 115, 4 [Stone p. 78, 4]).—τὸ ἱκανὸν ποιεῖν τινι vs. 15 s. ἱκανός 1.
    what is done is indicated by the neut. of an adj. or pron.: τὸ ἀγαθὸν π. do what is good Ro 13:3; τὰ ἀγαθὰ π. J 5:29; ἀγαθὸν π. do good Mk 3:4; 1 Pt 3:11 (Ps 33:15). τὸ καλὸν Ro 7:21; 2 Cor 13:7b; Gal 6:9. τὰ καλὰ (καὶ εὐάρεστα ἐνώπιον αὐτοῦ) 1 Cl 21:1. καλόν Js 4:17. τὸ κακόν Ro 13:4. τὰ κακά 3:8. κακόν 2 Cor 13:7a (κακὸν μηδέν; cp. SIG 1175, 20 κακόν τι ποιῆσαι). κακά 1 Pt 3:12 (Ps 33:17). τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ (=τῷ θεῷ) J 8:29; cp. Hb 13:21b; 1J 3:22 (TestAbr A 15 p. 96, 12 [Stone p. 40] πάντα τὰ ἀρεστὰ ἐνώπιον σου ἐποίησεν). πάντα 1 Cor 9:23; 10:31b; IEph 15:3.—ὅ Mt 26:13; Mk 14:9; J 13:7, 27a. τοῦτο Mt 13:28; Mk 5:32; Lk 5:6; J 14:13, 14 v.l.; AcPl Ha 9, 27; Ro 7:15f, 20 (cp. Epict. 2, 26, 4 ὸ̔ θέλει οὐ ποιεῖ καὶ ὸ̔ μὴ θέλει ποιεῖ); 1 Cor 11:24f (the specific sense ‘sacrifice’ in this passage is opposed by TAbbott [JBL 9, 1890, 137–52], but favored by FMozley [ET 7, 1896, 370–86], AAndersen [D. Abendmahl in d. ersten zwei Jahrh. 1904], and K Goetz [D. Abendmahlsfrage2 1907]). αὐτὸ τοῦτο Gal 2:10. ταῦτα Mt 21:23; 23:23; Gal 5:17; 2 Pt 1:10b. αὐτά J 13:17; Ro 1:32; 2:3. τὸ αὐτό Mt 5:46, 47b.—τί ποιήσω; Mk 10:17; cp. J 18:35 (TestAbr A 4 p. 81, 19 [Stone p. 10]; ParJer 6:14 τί ποιήσωμεν; ApcEsdr 7:4 p. 32, 14 Tdf.). τί ἀγαθὸν ποιήσω; Mt 19:16. τί κακὸν ἐποίησεν; Mt 27:23; Lk 23:22; Mk 15:14. τί περισσὸν ποιεῖτε; Mt 5:47a. τί ποιεῖτε τοῦτο; what is this that you are doing? or why are you doing this? Mk 11:3 (GrBar 2:2 τί ἐποίησας τοῦτο; s. B-D-F §299, 1; Rob. 736; 738; Rdm.2 25f). τί ταῦτα ποιεῖτε; Ac 14:15a (as Demosth. 55, 5). τί σὺ ὧδε ποιεῖς; Hv 1, 1, 5. W. ptc. foll. (B-D-F §414, 5; Rob. 1121) τί ποιεῖτε λύοντες; what are you doing, untying? Mk 11:5. τί ποιεῖτε κλαίοντες; what are you doing, weeping? or what do you mean by weeping? Ac 21:13. τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι; what are they to do, who have themselves baptized? 1 Cor 15:29.—A statement of what is to be done follows in an indirect question ὸ̔ ποιεῖς ποίησον do what you must do J 13:27 (as Epict. 3, 21, 24 ποίει ἃ ποιεῖς; 3, 23, 1; 4, 9, 18; TestJob 7:13).
    of meals or banquets, and of festivities of which a banquet is the principal part give ἄριστον Lk 14:12. δεῖπνον (q.v. bα) Mk 6:21; Lk 14:12, 16; J 12:2; Hs 5, 2, 9. δοχήν (s. δοχή) Lk 5:29; 14:13; GJs 6:2. γάμους (s. γάμος 1a) Mt 22:2 (JosAs 20:6).—Keep, celebrate (PFay 117, 12) the Passover (feast) Mt 26:18; Hb 11:28 (s. πάσχα 3). Also in connection w. τὴν ἑορτὴν ποιῆσαι Ac 18:21 D the Passover is surely meant. But π. is also used of festivals in general (cp. X., Hell. 4, 5, 2 ποιεῖν Ἴσθμια; 7, 4, 28 τὰ Ὀλύμπια).
    of the natural processes of growth; in plant life send out, produce, bear, yield καρπόν, καρπούς (Aristot., Plant. 1, 4, 819b, 31; 2, 10, 829a, 41; LXX [καρπός 1aα]) Mt 3:10; 7:17ab, 18, 19; 13:26; Lk 3:9; 6:43ab; 8:8; 13:9; Rv 22:2; also in imagery Mt 3:8; 21:43; Lk 3:8. κλάδους Mk 4:32. ἐλαίας Js 3:12a (cp. Jos., Ant. 11, 50 ἄμπελοι, αἳ ποιοῦσιν τὸν οἶνον). π. ὕδωρ produce water vs. 12b (but s. ἁλυκός).—Of capital yielding a return ἡ μνᾶ ἐποίησεν πέντε μνᾶς the mina has made five minas Lk 19:18. Also of a person who operates w. capital make money (Ps.-Demosth. 10, 76; Polyb. 2, 62, 12) ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα Mt 25:16 v.l.
    with focus on causality
    α. The result of the action is indicated by the acc. and inf.; make (to), cause (someone) to, bring it about that (Hom. et al.; also ins [SIG IV p. 510a index], pap, LXX; TestJob 3:7; 42:6; ParJer 9:16f; ApcMos 16; Just., A I, 26, 5, D. 69, 6; 114, 1; Ath. 13, 2) ποιεῖ αὐτὴν μοιχευθῆναι Mt 5:32. ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλεεῖς ἀνθρώπων Mk 1:17. Cp. 7:37b; Lk 5:34 ( force someone to fast); J 6:10; Ac 17:26; Rv 13:13b.—ἵνα takes the place of the inf.: ποιήσω αὐτοὺς ἵνα ἥξουσιν Rv 3:9; cp. 13:12b, 16. ἵνα without acc. (TestAbr B 6 p. 110, 20 [Stone p. 68] ποίησον ἵνα φαγῶμεν) J 11:37; Col 4:16; Rv 13:15.—ἡμῖν ὡς πεποιηκόσιν τοῦ περιπατεῖν αὐτόν us, as though we had caused him to walk Ac 3:12 (s. B-D-F §400, 7).
    β. w. a double accusative, of the obj. and the pred. (Hom. et al.; LXX; ApcEsdr 4:27 p. 38, 32 Tdf. λίθους ἄρτους ποιήσας; Mel., P. 68, 494 ποιήσας ἡμᾶς ἱεράτευμα καινόν), make someone or someth. (into) someth. W. noun as predicate acc.: ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων Mt 4:19. ὑμεῖς αὐτὸν (i.e. τὸν οἶκον τοῦ θεοῦ) ποιεῖτε σπήλαιον λῃστῶν 21:13; Mk 11:17; Lk 19:46. Cp. Mt 23:15b; J 2:16; 4:46, 54; cp. 2:11; Ac 2:36; 2 Cor 5:21; Hb 1:7 (Ps 103:4); Rv 1:6; 3:12 al. ποίησόν με ὡς ἕνα τ. μισθίων σου Lk 15:19, 21 v.l. (cp. Gen 45:8; 48:20 and s. B-D-F §453, 4; Rob. 481). If the obj. acc. is missing, it may be supplied fr. the context as self-evident ἁρπάζειν αὐτὸν ἵνα ποιήσωσιν βασιλέα take him by force, in order to make (him) king J 6:15.—1 Cor 6:15. Claim that someone is someth., pretend that someone is someth. J 8:53; 10:33; 19:7, 12; 1J 1:10; 5:10. Cp. 5b.—W. adj. as predicate acc.: εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους (Is 40:3) make the paths straight Mt 3:3; Mk 1:3; Lk 3:4. τρίχα λευκὴν π. Mt 5:36. Cp. 12:16; 20:12b; 26:73; 28:14; Mk 3:12; J 5:11, 15; 7:23; 16:2; Ac 7:19; Eph 2:14 ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἕν; Rv 12:15; 21:5. ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ θεῷ (thereby) declaring that he was equal to God or making himself equal to God J 5:18.—Cp. use of the mid. 7b below.
    γ. w. adv. of place send outside ἔξω ποιεῖν τινα put someone out (=send outside; cp. X., Cyr. 4, 1, 3 ἔξω βελῶν ποιεῖν=‘put outside bowshot’) Ac 5:34.
    to carry out an obligation of a moral or social nature, do, keep, carry out, practice, commit
    do, keep the will or law obediently τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ etc. (JosAs 12:3; s. θέλημα 1cγ) Mt 7:21; 12:50; Mk 3:35; J 4:34; 6:38; 7:17; 9:31; Eph 6:6; Hb 10:7, 9 (both Ps 39:9), 36; 13:21; 1J 2:17; Pol 2:2; τὰ θελήματα Mk 3:35 v.l.; Ac 13:22; GEb 121, 34. π. τὰ θελήματα τῆς σαρκός Eph 2:3. Cp. Mt 21:31.—π. τὸν νόμον J 7:19; Gal 5:3; cp. Mt 5:19; Ro 2:14; Gal 3:10 (Dt 27:26); vs. 12 (cp. Lev 18:5).—Mt 7:24, 26; Lk 6:46; J 2:5; 8:44. ἐκεῖνο τὸ προσταχθὲν ἡμῖν ποιήσωμεν let us do what has been commanded us GMary 463, 27f (ParJer 6:9).—ὸ̔ ἐὰν φανηρώσῃ … ὁ θεός, τοῦτο ποιήσομεν GJs 8:2.—ἐξουσίαν ποιεῖν exercise authority Rv 13:12a.
    do, practice virtues (cp. SIG 304, 41f τὰ δίκαια): π. τὴν ἀλήθειαν (ἀλήθεια 2b) live the truth J 3:21 (cp. 1QS 1:5 al.); 1J 1:6. (τὴν) δικαιοσύνην (δικαιοσύνη 3a) 1J 2:29; 3:7, 10; Rv 22:11; 2 Cl 4:2; 11:7. τὰ ἐντολά Ro 22:14 v.l. (SGoranson, NTS 43, ’97, 154–57). Differently Mt 6:1 (δικαιοσύνη 3b), which belongs with ποιεῖν ἐλεημοσύνην vs. 2a and 3a (s. ἐλεημοσύνη 1); cp. Ac 9:36; 10:2; 24:17. π. ἐγκράτειαν 2 Cl 15:1. π. χρηστότητα Ro 3:12 (Ps 13:1, 3; 52:4 v.l.). π. ἔλεος show mercy Js 2:13; μετά τινος to someone Lk 1:72; 10:37a (JosAs 23:4; s. ἔλεος a and μετά A2γג).
    do, commit, be guilty of sins and vices (τὴν) ἁμαρτίαν (ἁμαρτία 1a) J 8:34; 2 Cor 11:7; 1 Pt 2:22; 1J 3:4a, 8, 9; pl. Js 5:15 (TestAbr B 10 p. 115, 10 [Stone p. 78, 10]). ἁμάρτημα (TestJob 11:3; ParJer 2:2; s. ἁμάρτημα) 1 Cor 6:18. (τὴν) ἀνομίαν (ἀνομία 2) Mt 13:41; 1J 3:4b; 1 Cl 16:10 (Is 53:9). βδέλυγμα καὶ ψεῦδος Rv 21:27. τὸ πονηρὸν τοῦτο GJs 13:1; cp. 13:2; 15:3f; ταῦτα 15:2. τὰ μὴ καθήκοντα Ro 1:28. ὸ̔ οὐκ ἔξεστιν Mk 2:24; cp. Mt 12:2.
    The manner of action is more definitely indicated by means of an adv. (Jos., C. Ap. 2, 51). καλῶς ποιεῖν do good or well Mt 12:12; 1 Cor 7:37, 38a (ApcMos 17). κρεῖσσον π. 7:38b; Js 2:8 (s. 5d below), 19; φρονίμως π. act wisely Lk 16:8; π. οὕτως do so (Chariton 8, 6, 4 ποιήσομεν οὕτως=this is the way we will proceed; JosAs 10:20; ApcMos 40; Mel., P. 13, 82) Mt 24:46; Lk 9:15; 12:43; J 14:31 (καθὼς … οὕτως π.); Ac 12:8; 1 Cor 16:1; Js 2:12; B 12:7; GJs 7:2. π. ὡσαύτως proceed in the same way Mt 20:5; ὁμοίως π. Lk 3:11; 10:37b. ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν as the dissemblers do Mt 6:2b. καθὼς ποιεῖτε 1 Th 5:11.—ποιεῖν foll. by a clause beginning w. ὡς: ἐποίησεν ὡς προσέταξεν he did as (the angel) had ordered Mt 1:24; cp. 26:19. Or the clause begins w. καθώς Mt 21:6; J 13:15b (TestJob 7:9). For GJs 17:1 s. 5e.
    The manner of the action is more definitely indicated by a prepositional expr. ποιεῖν κατά τι do or act in accordance w. someth. (SIG 915, 13 π. κατὰ τὰς συνθήκας; 1016, 6; PLille 4, 6; 22 [III B.C.]; BGU 998 II, 12 [II B.C.] π. κατὰ τὰ προγεγραμμένα) κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν as they do Mt 23:3b.—Lk 2:27. Also π. πρός τι: πρὸς τὸ θέλημα 12:47.
    to do someth. to others or someth., do someth. to/with, of behavior involving others, π. τι w. some indication of the pers. (or thing) with whom someth. is done; the action may result to the advantage or disadvantage of this person:
    neutral π. τί τινα do someth. with someone (double acc. as Demosth. 23, 194 τὶ ποιεῖν ἀγαθὸν τὴν πόλιν) τί ποιήσω Ἰησοῦν; what shall I do with Jesus? Mt 27:22. τί οὖν αὐτὴν ποιήσωμεν; what, then, shall I do about (Mary)? GJs 8:2; cp. 14:1; 17:1. τί ποιήσεις τὸν ἀγρόν; what will you do with the land? Hs 1:4 (ParJer 3:9 τί θέλει ποιήσω τὰ ἅγια σκεύη). Cp. Mk 15:12.—B-D-F §157, 1; Rob. 484.—Neutral is also the expr. π. τί τινι do someth. to someone J 9:26; 12:16; 13:12; Ac 4:16. Likew. the passive form of the familiar saying of Jesus ὡς ποιεῖτε, οὕτω ποιηθήσεται ὑμῖν as you do (whether it be good or ill), it will be done to you 1 Cl 13:2.
    to someone’s advantage: π. τί τινι (Diod S 18, 51, 3; TestAbr B 12 p. 116, 19 [Stone p. 80]; ParJer 3:12; ApcMos 3): ὅσα ἐὰν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι Mt 7:12a. τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; what do you want me to do for you? Mt 20:32.—25:40; cp. vs. 45; Mk 5:19f; 7:12; 10:35f, 51; Lk 1:49; 8:39ab; J 13:15a.—π. τι εἴς τινα 1 Th 4:10. π. τι μετά τινος (B-D-F §227, 3, add. reff. B-D-R) Ac 14:27; 15:4 (TestJob 1:4; on the constr. w. μετά s. 3b above and cp. BGU 798, 7; 948, 8).
    to someone’s disadvantage: π. τί τινι (Gen 20:9; JosAs 28:10 μὴ ποιήσητε αὐτοῖς κακόν; ApcMos 42) τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς; what will he do to the vine-dressers? Mt 21:40.—Mk 9:13; Lk 6:11; 20:15; Ac 9:13; Hb 13:6 (Ps 117:6); GJs 9:2.—π. τι εἴς τινα (PSI 64, 20; 22 [I B.C.] μηδὲ ποιήσειν εἰς σὲ φάρμακα) J 15:21. π. τι ἔν τινι Mt 17:12; Lk 23:31.
    w. dat. and adv. ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως they treated them in the same way Mt 21:36. οὕτως μοι πεποίηκεν κύριος the Lord has dealt thus with me Lk 1:25; cp. 2:48; Mt 18:35. εὖ ποιεῖν τινι Mk 14:7. καλῶς π. τινι Mt 5:44 v.l.; Lk 6:27. ὁμοίως π. τινι 6:31b.—In a condensed colloquialism (ποιεῖν) καθὼς ἐποίει αὐτοῖς (to do) as he was accustomed to do for them Mk 15:8 (s. εὐποιί̈α 1).
    w. dat. and prep. κατὰ τὰ αὐτὰ ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν Lk 6:23; cp. vs. 26.
    do, make, with variations in specialized expressions
    get or gain someth. for oneself, provide oneself with someth. ποιήσατε ἑαυτοῖς βαλλάντια Lk 12:33; φίλους 16:9 (cp. X., An. 5, 5, 12 φίλον ποιεῖσθαί τινα).—Without a dat. Ἰησοῦς μαθητὰς ποιεῖ Jesus was gaining disciples J 4:1.
    of mental construction assume, suppose, take as an example (Hdt. et al.) w. double acc. (Pla., Theaet. 197d) ποιήσατε τὸ δένδρον καλόν suppose the tree is good Mt 12:33a; cp. vs. 33b.
    w. an acc. of time spend, stay (Anth. 11, 330; PSI 362, 15 [251/250 B.C.]; UPZ 70, 21; PFlor 137, 7 [III A.D.] ἡμέραν, ἥν ποιεῖ ἐκεῖ; PGen 54, 18 τρεῖς ἡμέρας; Pr 13:23; Ec 6:12; Tob. 10:7 BA; TestJob 20:5; 31:4; ParJer 6:16; ApcMos 37 ὥρας τρεῖς; Jos. Ant. 6, 18 μῆνας τέσσαρας; cp. our colloquial ‘do time’. Demosth. 19, 163 and Pla., Phileb. 50d are wrongly cited in this connection, as shown by WSchulze, Graeca Latina 1901, 23f) χρόνον (Dionys. Hal. 4, 66; ParJer 7:33; ApcMos 31) Ac 15:33; 18:23. μῆνας τρεῖς 20:3. τρεῖς μῆνας GJs 12:3. νυχθήμερον 2 Cor 11:25. ἐνιαυτόν Js 4:13 (TestJob 21:1 ἔτη).
    καλῶς ποιεῖν w. ptc. foll. do well if, do well to, as a formula somet.= please (s. καλῶς 4a and cp. SIG 561, 6f καλῶς ποιήσειν τοὺς πολίτας προσδεξαμένους; UPZ 110, 11 [164 B.C.]; POxy 300, 5 [I A.D.]; 525, 7; Hdt. 5, 24 εὖ ἐποίησας ἀφικόμενος; SIG 598e, 8f) Ac 10:33; Phil 4:14; 2 Pt 1:19; 3J 6; GEg 252, 53.—Sim. καλῶς ποιεῖν, εἰ … Js 2:8 (cp. PPetr II, 11 [1], 1 καλῶς ποιεῖς εἰ ἔρρωσαι).
    αὕτη ἡ ἡμέρα κυρίου ποιήσει ὡς βούλεται this day of the Lord will turn out as (the Lord) wills GJs 17:1 (deStrycker cites Mt 6:34 for the construction); if the accentuation αὐτή is adopted, render: the day of the Lord shall itself bring things about as (the Lord) wills.
    to be active in some way, work, be active, abs. (X., An. 1, 5, 8; Ruth 2:19) w. acc. of time (Socrat., Ep. 14, 8 ποιήσας ἡμέρας τριάκοντα) μίαν ὥραν ἐποίησαν they have worked for only one hour Mt 20:12a. ποιῆσαι μῆνας be active for months Rv 13:5.—Somet. it is not a general action or activity that is meant, but the doing of someth. quite definite. The acc. belonging to it is easily supplied fr. the context: λέγουσιν καὶ οὐ ποιοῦσιν they say (it), but do not do or keep (it) Mt 23:3c (the contrast is not betw. speaking [λαλεῖν] and acting in general).—2 Cor 8:10f (s. Betz, 2 Cor p. 64); 1 Th 5:24.
    make/do someth. for oneself or of oneself mid.
    mostly as a periphrasis of the simple verbal idea (s. 2d) ἀναβολὴν ποιεῖσθαι Ac 25:17 (s. ἀναβολή). ἐκβολὴν ποιεῖσθαι 27:18 (s. ἐκβολή); αὔξησιν π. Eph 4:16; δέησιν or δεήσεις π. Lk 5:33; Phil 1:4; 1 Ti 2:1 (s. δέησις). διαλογισμοὺς π. 1 Cl 21:3; τὰς διδασκαλίας Papias (2:15); τὴν ἕνωσιν π. IPol 5:2; ἐπιστροφὴν π. 1 Cl 1:1 (ἐπιστροφή 1); καθαρισμὸν π. Hb 1:3 (καθαρισμός 2). κοινωνίαν Ro 15:26. κοπετόν Ac 8:2 v.l.; λόγον (Isocr., Ep. 2, 2; Just., D. 1, 3 al.) 1:1; 11:2 D; 20:24 v.l. (on these three passages s. λόγος: 1b; 1aγ and 1aα, end). μνείαν Ro 1:9; Eph 1:16; 1 Th 1:2; Phlm 4 (μνεία 2). μνήμην 2 Pt 1:15 (s. μνήμη 1). μονήν J 14:23 (μονή 1). νουθέτησιν 1 Cl 56:2 (Just., A I, 67, 4). ὁμιλίαν IPol 5:1 (ὁμιλία 2). ποιεῖσθαι τὴν παραβολήν AcPlCor 2:28. πορείαν π. (=πορεύεσθαι; cp. X., An. 5, 6, 11, Cyr. 5, 2, 31; Plut., Mor. 571e; Jos., Vi. 57; 2 Macc 3:8; 12:10; Ar. 4, 2) Lk 13:22. πρόνοιαν π. make provision, care (Isocr. 4, 2 and 136; Demosth., Prooem. 16; Ps.-Demosth. 47, 80; Polyb. 4, 6, 11; Dion. Hal. 5, 46; Aelian, VH 12, 56. Oft. in ins and pap [esp. of civic-minded people]; Da 6:19 προν. ποιούμενος αὐτοῦ; Jos., Bell. 4, 317, C. Ap. 1, 9; Ar. 13, 2) Ro 13:14; Papias (2:15). προσκλίσεις π. 1 Cl 47:3; σπουδὴν π. be eager (Hdt. 1, 4; 5, 30 πᾶσαν σπουδὴν ποιούμενος; 9, 8; Pla., Euthyd. 304e, Leg. 1, 628e; Isocr. 5, 45 πᾶσαν τὴν σπ.̀ περὶ τούτου ποιεῖσθαι; Polyb. 1, 46, 2 al.; Diod S 1, 75, 1; Plut., Mor. 4e; SIG 539A, 15f; 545, 14 τὴν πᾶσαν σπ.̀ ποιούμενος; PHib 71, 9 [III B.C.] τ. πᾶσαν σπ. ποίησαι; 44, 8) Jd 3. συνελεύσεις ποιεῖσθαι come together, meet 1 Cl 20:10 (Just., A I, 67, 7). συνωμοσίαν ποιεῖσθαι form a conspiracy (Polyb. 1, 70, 6; Herodian 7, 4, 3; SIG 526, 16) Ac 23:13.—Cp. use of the act. 2d.
    w. double acc., of the obj. and pred. (Lucian, Prom. Es in Verb. 6 σεμνοτάτας ἐποιεῖτο τὰς συνουσίας; GDI 4629, II, 22; 25 [Laconia]; Jos., Ant. 2, 263; s. 2hβ) βεβαίαν τὴν κλῆσιν ποιεῖσθαι make the calling certain 2 Pt 1:10. οὐδενὸς λόγου ποιοῦμαι τὴν ψυχὴν τιμίαν ἐμαυτῷ I don’t consider my life as something of value for myself Ac 20:24. Cp. use of the act. 2hβ.—B. 538. Cp. πράσσω. Schmidt, Syn. I 397–423. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ποιέω

  • 16 ἐπί

    ἐπί prep. w. gen., dat., or acc.; s. the lit. on ἀνά, beg. (Hom.+). The basic idea is ‘upon’ (opp. ὑπό) Kühner-G. I 495; s. also Rob 600–605. (In the foll. classifications case use is presented seriatim; in earlier editions of this lexicon all sections, except 13, 17, and 18 [of time], were included under the general rubric ‘Place’.)
    marker of location or surface, answering the question ‘where?’ on, upon, near
    w. gen., marking a position on a surface ἐ. (τῆς) γῆς on (the) earth (cp. En 9:1; 98:1; ἐ. γῆς 25:6; PsSol 17:2) Mt 6:10, 19; 9:6; 23:9; Mk 6:47 al. (Ar. 12, 1; Just., A I, 54, 7 al.). ἐ. τῆς θαλάσσης on the sea (cp. Job 9:8; Dio Chrys. 10 [11], 129 βαδίζειν ἐ. τῆς θαλ.; Lucian, Philops. 13 βαδίζειν ἐφʼ ὕδατος, VH 2, 4; Artem. 3, 16 ἐ. τ. θαλάσσης περιπατεῖν; schol. on Nicander, Ther. 15 p. 5, 26ff relying on the testimony of Hesiod: Orion was given a gift [δωρεά] by the gods καὶ ἐ. κυμάτων πορεύεσθαι καὶ ἐ. τῆς γῆς) Mt 14:26; Mk 6:48f; J 6:19 (w. acc. P75; s. 4bβ below). ἐ. τῶν νεφελῶν on the clouds Mt 24:30; 26:64 (Da 7:13; cp. Philo, Praem. 8). ἐ. κλίνης 9:2; Lk 17:34. ἐ. τοῦ δώματος on the roof vs. 31; Mt 24:17; 10:27 foll. by pl. W. verbs: κάθημαι ἐ. τινος sit on someth. (Job 2:8; ἐ. τοῦ ἅρματος GrBar 6:2; cp. JosAs 27:1 ἐ. τοῦ ὀχήματος καθεζόμενος; Just., D. 90, 5 ἐ. λίθου καθεζόμενος) Mt 24:3; 27:19; Ac 8:28; Rv 6:16; 9:17 (the same prep. used in Rv w. κάθημαι and dat. s. bα below, and w. acc. cα). ἑστηκέναι ἐ. τινος stand on someth. Ac 21:40; Rv 10:5, 8 (Just., D. 86, 2 ἐστηρίχθαι). With parts of the body: ἐ. χειρῶν αἴρειν carry on (i.e. in/with) their hands Mt 4:6; Lk 4:11 (both Ps 90:12). ἐ. κεφαλῆς on the head (Hdt. 5, 12, 4) J 20:7; 1 Cor 11:10; Rv 12:1. ἐ. τοῦ μετώπου Rv 7:3; 9:4. ἐ. γυμνοῦ on the naked body Mk 14:51. Cp. use of ἐπί w. καθίζω and gen., and ἐπί w. κάθημαι and acc. Mt 19:28.—In a gener. and fig. sense Ac 21:23.
    w. dat., gener. suggesting contiguity on, in, above.
    α. answering the question ‘where?’ (Hom. et al.; ins, pap, LXX; Just., D. 105, 5 ἐ. τῷ σταυρῷ; Tat., 9:1 ἐ. τοῖς ὄρεσι; Ath. 20, 1 ἐ. τῷ μετώπῳ; Mel., P. 19, 131 ἐ. σάκκῳ καὶ σποδῷ) ἐ. πίνακι on a platter Mt 14:8, 11; Mk 6:25, 28. ἀνακλῖναι ἐ. τῷ χλωρῷ χόρτῳ on the green grass 6:39. ἐ. τοῖς κραβάττοις vs. 55. ἐπέκειτο ἐπʼ αὐτῷ lay on it (or before it) J 11:38. καθήμενος ἐ. τῷ θρόνῳ Rv 4:9 (cp. gen. w. καθ. 1a above, and acc. cα below) 5:13; 7:10 and oft. ἐφʼ ἵπποις λευκοῖς on white horses 19:14. ἐ. σανίσιν on planks Ac 27:44. ἐ. τῇ στοᾷ in the colonnade 3:11. τὰ ἐ. τοῖς οὐρανοῖς what is above (or in) the heavens Eph 1:10. ἐπʼ αὐτῷ above him, at his head Lk 23:38 (=Mt 27:37 ἐπάνω τ. κεφαλῆς αὐτοῦ).
    β. answering the question ‘whither?’ on, upon (Hom. et al.) w. verbs that indicate a direction: οἰκοδομεῖν ἐ. τινι build upon someth. Mt 16:18. ἐποικοδομεῖν Eph 2:20. ἐπιβάλλειν ἐπίβλημα ἐ. ἱματίῳ παλαιῷ put a patch on an old garment Mt 9:16. ἐπιπίπτειν ἐ. τινι Ac 8:16. ἐκάθισεν ἐ. τῷ θρόνῳ he sat down on the throne GJs 11:1. λίθον ἐπʼ αὐτῇ βαλέτω J 8:7 v.l. (cp. 12a below).
    w. acc., answering the question ‘where?’ (Hom. et al.; LXX; JosAs 29:2 φορῶν ἐ. τὸν μηρὸν αὐτοῦ ῥομφαίαν; Just., D. 53, 1 ζυγὸν ἐ. αὐχένα μὴ ἔχων)
    α. on, over someth. καθεύδειν ἐ. τι sleep on someth. Mk 4:38. καθῆσθαι ἐ. τι sit on someth. Mt 19:28 (in the same vs. καθίζω w. gen., s. a above) J 12:15; Rv 4:4; 6:2; 11:16 al.; cp. Lk 21:35b; κεῖσθαι ἐ. τι lie upon someth. 2 Cor 3:15. κατακεῖσθαι Lk 5:25. ἑστηκέναι ἐ. τὸν αἰγιαλόν stand on the shore Mt 13:2; cp. Rv 14:1. ἑστῶτας ἐ. τὴν θάλασσαν standing beside the sea 15:2. ἔστη ἐ. τὴν κεφαλὴν τοῦ παιδίου (the star) remained stationary over the head of the child GJs 21:3. σκηνοῦν ἐ. τινα spread a tent over someone Rv 7:15. ἐ. τὴν δεξιάν at the right hand 5:1. λίθος ἐ. λίθον stone upon stone Mt 24:2.
    β. ἐ. τὸ αὐτό at the same place, together (Ps.-X., Respublica Athen. [The Old Oligarch] 2, 2; Pla., Rep. 329a; SIG 736, 66 [92 B.C.]. In pap=‘in all’: PTebt 14, 20 [114 B.C.]; PFay 102, 6.—2 Km 2:13; En 100:2) εἶναι ἐ. τὸ αὐτό be together Lk 17:35; Ac 1:15; 2:1, 44. In 1 Cor 7:5 it is a euphemistic expr. for sexual union. κατοικεῖν ἐ. τὸ αὐτό live in the same place (Dt 25:5) Hm 5, 1, 4. Also w. verbs of motion (Sus 14 Theod.) συνέρχεσθαι ἐ. τὸ αὐτό come together to the same place 1 Cor 11:20; 14:23; cp. B 4:10 (Just., A I, 67, 3 συνέλευσις γίνεται). συνάγεσθαι (Phlegon of Tralles [Hadr.]: 257 Fgm. 36 III 9 Jac.; PsSol 2:2; TestJob 28:5 Jos., Bell. 2, 346) Mt 22:34; Ac 4:26 (Ps 2:2); 1 Cl 34:7. ἐ. τὸ αὐτὸ μίγνυσθαι be mixed together Hm 10, 3, 3. προσετίθει ἐ. τὸ αὐτό added to their number Ac 2:47.
    γ. at, by, near someone or someth. καθῆσθαι ἐ. τὸ τελώνιον sit at the tax-office Mt 9:9 (ἐ. τὰς ὡραίας πύλας GrBar prol. 2); Mk 2:14. ἑστηκέναι ἐ. τὴν θύραν stand at the door Rv 3:20. σὺ ἔστης ἐ. τὸ θυσιαστήριον you are standing (ἕστηκας deStrycker) as priest at the altar GJs 8:2. ἐφʼ ὑμᾶς among you 2 Th 1:10; cp. Ac 1:21.—Of pers., over whom someth. is done ὀνομάζειν τὸ ὄνομα Ἰησοῦ ἐ. τινα speak the name of Jesus over someone Ac 19:13. ἐπικαλεῖν τὸ ὄνομά τινος ἐ. τινα=to claim someone for one’s own (Jer 14:9; 2 Ch 7:14; 2 Macc 8:15) Ac 15:17 (Am 9:12); Js 2:7; Hs 8, 6, 4. προσεύχεσθαι ἐ. τινα pray over someone Js 5:14.
    marker of presence or occurrence near an object or area, at, near
    w. gen., of immediate proximity to things at, near (Hdt. 7, 115; X., An. 4, 3, 28 al.; LXX, Just.) ἐ. τ. θυρῶν at the gates (Plut., C. Gracch. 841 [14, 3]; PRyl 127, 8f [29 A.D.] κοιμωμένου μου ἐ. τῆς θύρας; 1 Macc 1:55; Just., D. 111, 4) Ac 5:23 (s. b below for dat. in 5:9). ἐ. τῆς θαλάσσης near the sea (Polyb. 1, 44, 4; Ex 14:2; Dt 1:40; 1 Macc 14:34) J 21:1. ἐ. τῆς ὁδοῦ by the road Mt 21:19. ἐσθίειν ἐ. τῆς πραπέζης τινός eat at someone’s table Lk 22:30 (cp. POxy 99, 14 [55 A.D.] τράπεζα, ἐφʼ ἧς Σαραπίων καὶ μέτοχοι; Da 11:27 LXX ἐ. μιᾶς τραπέζης). ἐ. τοῦ (τῆς) βάτου at the thornbush = in the passage about the thornbush (i.e. Ex 3:1ff) Mk 12:26; Lk 20:37.
    with dat., of immediate proximity at, near by (Hom.+) ἦν ἔτι ἐ. τῷ τόπῳ ὅπου was still at the place, where J 11:30 v.l. (for ἐν; cp. Just., D. 402). ἐ. τῇ θύρᾳ (ἐ. θύραις) at the door (Hom. et al.; Wsd 19:17; Jos., Ant. 17, 90; Just., D. 32, 3) Mt 24:33; Mk 13:29; Ac 5:9 (s. a above). ἐ. τοῖς πυλῶσιν Rv 21:12. ἐ. τῇ πηγῇ J 4:6 (Jos., Ant. 5, 58 ἐ. τινι πηγῇ; Just., A I, 64, 1 ἐ. ταῖς … πηγαῖς). ἐ. τῇ προβατικῇ (sc. πύλῃ) near the sheepgate 5:2; cp. Ac 3:10. ἐ. τῷ ποταμῷ near the river (since Il. 7, 133; Jos., Ant. 4, 176 ἐ. τ. Ἰορδάνῳ) Rv 9:14.—Of pers. (Diod S 14, 113, 6; Just., A I, 40, 7) ἐφʼ ὑμῖν among you 2 Cor 7:7; cp. Ac 28:14 v.l.
    marker of involvement in an official proceeding, before, w. gen., of pers., esp. in the language of lawsuits (Pla., Leg. 12, 943d; Isaeus 5, 1 al.; UPZ 71, 15; 16 [152 B.C.]; POxy 38, 11; Mitt-Wilck. I/2, 382, 23=BGU 909, 23; Jos., Vi. 258; Just., A II, 1, 1 ἐ. Οὐρβίκου). ἐ. τοῦ ἡγεμόνος in the governor’s presence Mt 28:14. ἐ. ἡγεμόνων καὶ βασιλέων Mk 13:9. ἐ. σου before you (the procurator) Ac 23:30. ἐ. Τερτούλλου Phlm subscr. v.l.; στάντος μου ἐ. τοῦ συνεδρίου Ac 24:20 (cp. Diod S 11, 55, 4 ἐ. τοῦ κοινοῦ συνεδρίου τ. Ἑλλήνων). γυναικὸς … διαβληθείσης ἐ. τοῦ κυρίου Papias (2:17). κρίνεσθαι ἐ. τῶν ἀδίκων go to law before the unrighteous 1 Cor 6:1. κριθήσεται ἐφʼ ὑμῶν before your tribunal D 11:11. μαρτυρεῖν ἐ. Ποντίου Πιλάτου testify before Pontius Pilate 1 Ti 6:13 (s. μαρτυρέω 1c). ἐ. τοῦ βήματος (POxy 37 I, 3 [49 A.D.]) ἑστὼς ἐ. τοῦ βήματος Καίσαρός εἰμι I am standing before Caesar’s tribunal Ac 25:10 (Appian says Prooem. c. 15 §62 of himself: δίκαις ἐν Ῥώμῃ συναγορεύσας ἐ. τῶν βασιλέων=I acted as attorney in lawsuits in Rome before the emperors).—Gener. in someone’s presence (Appian, Syr. 61 §324 ἐφʼ ὑμῶν=in your presence) ἐ. Τίτου before Titus 2 Cor 7:14. Cp.10 below.
    marker of movement to or contact w. a goal, toward, in direction of, on
    w. gen., marking contact with the goal that is reached, answering the question ‘whither?’ toward, on, at w. verbs of motion (Appian, Iber. 98 §427 ἀπέπλευσεν ἐπʼ οἴκου=he sailed [toward] home; PGM 4, 2468f ἀναβὰς ἐ. δώματος; JosAs 27:1 ἀνέδραμε … ἐ. πέτρας; Jos., Ant. 4, 91 ἔφευγον ἐ. τ. πόλεων; Tat. 33:3 Εὐρώπην ἐ. τοῦ ταύρου καθιδρύσαντος) βάλλειν τὸν σπόρον ἐ. τῆς γῆς Mk 4:26; also σπείρειν vs. 31. πίπτειν (Wsd 18:23; TestAbr A 3 p. 80, 11 [Stone p. 8]; JosAs 9:1) 9:20; 14:35. καθιέναι Ac 10:11. τιθέναι (Sir 17:4) Lk 8:16; J 19:19; Ac 5:15. ἔρχεσθαι Hb 6:7; Rv 3:10; γίνεσθαι ἐ. reach, be at J 6:21. γενόμενος ἐ. τοῦ τόπου when he reached the place Lk 22:40. καθίζειν take one’s seat ἐ. θρόνου (JosAs 7:1 al.) Mt 19:28 (s. 1a end); 23:2; 25:31; J 19:13 (ἐ. βήματος of Pilate as Jos., Bell. 2, 172; of Jesus Just., A I, 35, 6). κρεμαννύναι ἐ. ξύλου hang on a tree (i.e. cross) (Gen 40:19; cp. Just., D. 86, 6 σταυρωθῆναι ἐ. τοῦ ξύλου) Ac 5:30; 10:39; cp. Gal 3:13 (Dt 21:23).
    w. acc.
    α. specifying direction (En 24:2 ἐ. νότον ‘southward’ of position of the mountain) of motion that takes a particular direction, to, toward ἐκτείνας τ. χεῖρα ἐ. τοὺς μαθητάς Mt 12:49; cp. Lk 22:53 (JosAs 12:8). πορεύεσθαι ἐ. τὸ ἀπολωλός go after the one that is lost 15:4. ἐ. τὴν ῏Ασσον in the direction of Assos Ac 20:13. ἐπιστρέφειν ἐ. τι turn to someth. 2 Pt 2:22 (cp. Pr 26:11; En 99:5). ὡς ἐ. λῃστήν as if against a robber Mt 26:55; Mk 14:48; Lk 22:52.
    β. from one point to another across, over w. motion implied (Hom.+; LXX) περιπατεῖν, ἐλθεῖν ἐ. τ. θάλασσαν or ἐ. τ. ὕδατα Mt 14:25, 28f; J 6:19 P75. Of spreading across the land (PsSol 17:10): famine Ac 7:11; 11:28; darkness Mt 27:45; Lk 23:44. ἐ. σταδίους δώδεκα χιλιάδων across twelve thousand stades Rv 21:16 v.l. (Polyaenus 5, 44, 4 ἐ. στάδια δέκα); ἐ. πλεῖον further (1 Esdr 2:24; 2 Macc 10:27) Ac 4:17.
    γ. of goal attained (Hom. et al.; LXX) on, upon someone or someth. πέσατε ἐφʼ ἡμᾶς Lk 23:30 (Hos 10:8). ἔπεσεν ἐ. τὰ πετρώδη Mt 13:5; cp. Lk 13:4. ἔρχεσθαι ἐ. τινα come upon someone Mt 3:16; also καταβαίνειν fr. above J 1:33; cp. Rv 16:21. ἀναβαίνειν (Jos., Ant. 13, 138; Just., A II, 12, 7) Lk 5:19. ἐπιβαίνειν Mt 21:5 (Zech 9:9).—Ac 2:3; 9:4 al.; διασωθῆναι ἐ. τ. γῆν be brought safely to the land 27:44; cp. vs. 43; Lk 8:27. ἐ. τὸ πλοῖον to the ship Ac 20:13. ἀναπεσεῖν ἐ. τὴν γῆν lie down or sit down on the ground Mt 15:35. ἔρριψεν αὐτὸν χαμαὶ ἐ. τὸν σάκκον he threw himself down on the sackcloth GJs 13:1. τιθέναι τι ἐ. τι put someth. on someth. (JosAs 16:11) Mt 5:15; Lk 11:33; Mk 8:25 v.l.; likew. ἐπιτιθέναι (JosAs 29:5) Mt 23:4; Mk 8:25; Lk 15:5; J 9:6, 15; Ac 15:10. ἐπιβάλλειν τ. χεῖρας ἐ. τινα (Gen 22:12 al.) Mt 26:50; Lk 21:12; Ac 5:18. Mainly after verbs of placing, laying, putting, bringing, etc. on, to: ἀναβιβάζω, ἀναφέρω, βάλλω, γράφω, δίδωμι, ἐγγίζω, ἐπιβιβάζω, ἐπιγράφω, ἐποικοδομέω, ἐπιρ(ρ)ίπτω, θεμελιόω, ἵστημι, κατάγω, οἰκοδομέω, σωρεύω; s. these entries. Sim. βρέχειν ἐ. τινα cause rain to fall upon someone Mt 5:45 (cp. PsSol 17:18); also τ. ἥλιον ἀνατέλλειν ἐ. τινα cause the sun to rise so that its rays fall upon someone *ibid. τύπτειν τινὰ ἐ. τὴν σιαγόνα strike on the cheek Lk 6:29. πίπτειν ἐ. (τὸ) πρόσωπον (Jdth 14:6) on the face Mt 17:6; 26:39; Lk 5:12; 17:16; 1 Cor 14:25; Rv 7:11.To, upon w. acc. of thing πορεύεσθαι ἐ. τὴν ὁδόν go to the road Ac 8:26; cp. 9:11. ἐ. τὰς διεξόδους Mt 22:9. ἵνα μὴ πνέῃ ἄνεμος ἐ. πᾶν δένδρον so that no wind should blow upon any tree Rv 7:1.
    δ. of closeness to someth. or someone to, up to, in the neighborhood of, on ἐ. τὸ μνημεῖον up to the tomb Mk 16:2; Lk 24:1 v.l., 22, 24; cp. ἐ. τὸ μνῆμα Mk 16:2 v.l.; Lk 24:1. ἔρχεσθαι ἐ. τι ὕδωρ come to some water Ac 8:36. ἐ. τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν to the iron gate 12:10. καταβαίνειν ἐ. τὴν θάλασσαν go down to the sea J 6:16. ἐ. τὸν Ἰορδάνην Mt 3:13 (Just., D. 88, 3 al.). ἀναπίπτειν ἐ. τὸ στῆθος he leaned back on (Jesus’) breast J 13:25; 21:20. πίπτειν ἐ. τοὺς πόδας fall at (someone’s) feet Ac 10:25 (JosAs 14:10 ἔπεσεν ἐ πρόσωπον ἐ. τοὺς πόδας αὐτοῦ). ἐ. τ. ἀκάνθας among the thorns Mt 13:7.—W. acc. of pers. to someone ἐ. τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες they came to Jesus J 19:33; cp. Mt 27:27; Mk 5:21.
    ε. in imagery of goal or objective to, toward (Just., A II, 7, 6 ἐπʼ ἀμφότερα τρέπεσθαι) ἐπιστρέφειν, ἐπιστρέφεσθαι ἐ. τινα turn to (Dt 30:10; 31:20 al.; Ar. 2, 1 ἔλθωμεν καὶ ἐ. τὸ ἀνθρώπινον γένος ‘let us now turn to …’; Just., D. 56, 11 ἐ. τὰς γραφὰς ἐπανελθών) Lk 1:17; Ac 9:35; 11:21; 14:15; 26:20; Gal 4:9; 1 Pt 2:25.
    marker of manner, corresponding to an adv., w. dat. (Aeschyl., Suppl. 628 ἐπʼ ἀληθείᾳ; UPZ 162 VI, 3 [117 B.C.] κακοτρόπως καὶ ἐ. ῥαδιουργίᾳ; POxy 237 VI, 21 ἐ. τῇ τῶν ἀνθρ. σωτηρίᾳ; ἐφʼ ὁράσει En 14:8; Just., A I, 9, 3 ἐφʼ ὕβρει; 55, 7 ἐ. τούτῳ τῷ σχήματι ‘in this form’; Tat. 17, 1 ἐπʼ ἀκριβείᾳ; Ath. 33, 2 ἐφʼ ἑνὶ γάμῳ) ὁ σπείρων ἐπʼ εὐλογίαις (in contrast to ὁ σπείρων φειδομένως one who sows sparingly) one who sows in blessing (i.e. generously) 2 Cor 9:6. ἐπʼ εὐλογίαις θερίζειν reap generously ibid.
    marker of basis for a state of being, action, or result, on, w. dat. (Hom. et al.)
    ἐπʼ ἄρτῳ ζῆν live on bread Mt 4:4; Lk 4:4 (both Dt 8:3. cp. Ps.-Pla., Alcib. 1, 105c; Plut., Mor. 526d; Alciphron 3, 7, 5; SibOr 4, 154). ἐ. τῷ ῥήματί σου depending on your word Lk 5:5. οὐ συνῆκαν ἐ. τοῖς ἄρτοις they did not arrive at an understanding (of it) (by reflecting) on (the miracle of) the loaves Mk 6:52 (cp. Demosth. 18, 121 τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ἐ. τούτοις [sc. λόγοις];=why do you not come to an understanding concerning these words?). ἐ. τῇ πίστει on the basis of faith Ac 3:16; Phil 3:9. ἐπʼ ἐλπίδι on the basis of hope, supporting itself on hope Ac 2:26 (? s. ἐλπίς 1bα); Ro 4:18; 8:20; 1 Cor 9:10; Tit 1:2.—Ac 26:6 ἐπʼ ἐλπίδι gives the basis of the trial at law, as does ἐ. εὐεργεσίᾳ 4:9. ἀπολύειν τ. γυναῖκα ἐ. πορνείᾳ Mt 19:9 (cp. Dio Chrys. 26 [43], 10 ἀπολύειν ἐπʼ ἀργυρίῳ; Ath. 2, 3 κρίνεσθαι … μὴ ἐ. τῷ ὀνόματι, ἐ. δὲ τῷ ἀδικήματι). γυναικὸς ἐ. πόλλαις ἁμαρτίαις διαβληθείσης Papias (2:17). On the basis of the testimony of two witnesses (cp. Appian, Iber. 79 §343 ἤλεγχον ἐ. μάρτυσι) Hb 10:28 (Dt 17:6); sim. use of ἐ. τινί on the basis of someth.: 8:6; 9:10, 15 (here it may also be taken in the temporal sense; s. 18 below), 17. ἁμαρτάνειν ἐ. τῷ ὁμοιώματι τ. παραβάσεως Ἀδάμ Ro 5:14 (ὁμοίωμα 1). δαπανᾶν ἐ. τινι pay the expenses for someone Ac 21:24. ἀρκεῖσθαι ἐ. τινι be content w. someth. 3J 10.
    w. verbs of believing, hoping, trusting: πεποιθέναι (Wsd 3:9; Sus 35; 1 Macc 10:71; 2 Macc 7:40 and oft.) Lk 11:22; 18:9; 2 Cor 1:9; Hb 2:13 (2 Km 22:3). πιστεύειν Lk 24:25; Ro 9:33; 10:11; 1 Pt 2:6 (the last three Is 28:16). ἐλπίζειν (2 Macc 2:18; Sir 34:7) Ro 15:12 (Is 11:10); 1 Ti 4:10; 6:17; cp. 1J 3:3. παρρησιάζεσθαι Ac 14:3.
    after verbs which express feelings, opinions, etc.: at, because of, from, with (Hom. et al.) διαταράσσεσθαι Lk 1:29. ἐκθαυμάζειν Mk 12:17. ἐκπλήσσεσθαι Mt 7:28; Mk 1:22; Lk 4:32; Ac 13:12. ἐξίστασθαι (Jdth 11:16; Wsd 5:2 al.) Lk 2:47. ἐπαισχύνεσθαι (Is 1:29) Ro 6:21. εὐφραίνεσθαι (Sir 16:1; 18:32; 1 Macc 11:44) Rv 18:20. θαμβεῖσθαι Mk 10:24; cp. Lk 5:9; Ac 3:10. θαυμάζειν (Lev 26:32; Jdth 10:7 al.; Jos., Ant. 10, 277) Mk 12:17 v.l. μακροθυμεῖν (Sir 18:11; 29:8; 35:19) Mt 18:26, 29; Lk 18:7; Js 5:7. μετανοεῖν (Plut., Ag. 803 [19, 5]; Ps.-Lucian, Salt. 84; Prayer of Manasseh [=Odes 12] 7; Just., A I, 61, 10; D. 95, 3 al.) 2 Cor 12:21. ὀδυνᾶσθαι (cp. Tob 6:15) Ac 20:38. ὀργίζεσθαι Rv 12:17. σπλαγχνίζεσθαι Mt 14:14; Lk 7:13. συλλυπεῖσθαι Mk 3:5. στυγνάζειν 10:22. χαίρειν (PEleph 13, 3; Jos., Ant. 1, 294; Tob 13:15; Bar 4:33; JosAs 4:2; Ar. 15, 7) Mt 18:13; Lk 1:14; 13:17; Ro 16:19 al. χαρὰν καὶ παράκλησιν ἔχειν Phlm 7. χαρὰ ἔσται Lk 15:7; cp. vs. 10 (Jos., Ant. 6, 116 ἡ ἐ. τῇ νίκῃ χαρά). Also w. verbs that denote aroused feelings παραζηλοῦν and παροργίζειν make jealous and angry at Ro 10:19 (Dt 32:21). παρακαλεῖν 1 Th 3:7a (cp. Just., D. 78:8 παράκλησιν ἐχουσῶν ἐ.), as well as those verbs that denote an expression of the emotions ἀγαλλιᾶσθαι (cp. Tob 13:15; Ps 69:5) Lk 1:47; Hs 8, 1, 18; 9, 24, 2. καυχᾶσθαι (Diod S 16, 70; Sir 30:2) Ro 5:2. κοπετὸν ποιεῖν (cp. 3 Macc 4:3) Ac 8:2. ὀλολύζειν Js 5:1. αἰνεῖν (cp. X., An. 3, 1, 45 al.) Lk 2:20. δοξάζειν (Polyb. 6, 53, 10; cp. Diod S 17, 21, 4 δόξα ἐ. ἀνδρείᾳ=fame because of bravery) Ac 4:21; 2 Cor 9:13. εὐχαριστεῖν give thanks for someth. (s. εὐχαριστέω 2; UPZ 59, 10 [168 B.C.] ἐ. τῷ ἐρρῶσθαί σε τ. θεοῖς εὐχαρίστουν) 1 Cor 1:4; cp. 2 Cor 9:15; 1 Th 3:9.—ἐφʼ ᾧ = ἐπὶ τούτῳ ὅτι for this reason that, because (Diod S 19, 98; Appian, Bell. Civ. 1, 112 §520; Ael. Aristid. 53 p. 640 D.; Synes., Ep. 73 p. 221c; Damasc., Vi. Isid. 154; Syntipas p. 12, 9; 127, 8; Thomas Mag. ἐφʼ ᾧ ἀντὶ τοῦ διότι; cp. W-S. §24, 5b and 12f. S. WKümmel, D. Bild des Menschen im NT ’48, 36–40) Ro 5:12 (SLyonnet, Biblica 36, ’55, 436–56 [denies a causal sense here]. On the probability of commercial idiom s. FDanker, FGingrich Festschr. ’72, 104f, also Ro 5:12, Sin under Law: NTS 14, ’68, 424–39; against him SPorter, TynBull 41, ’90, 3–30, also NTS 39, ’93, 321–33; difft. JFitzmyer, Anchor Bible Comm.: Romans, ad loc. ‘w. the result that all have sinned’); 2 Cor 5:4; Phil 3:12; for, indeed 4:10.
    marker of addition to what is already in existence, to, in addition to. W. dat. (Hom. et al.; PEleph 5, 17 [284/283 B.C.] μηνὸς Τῦβι τρίτῃ ἐπʼ εἰκάδι; Tob 2:14; Sir 3:27; 5:5) προσέθηκεν τοῦτο ἐ. πᾶσιν he added this to everything else Lk 3:20 (cp. Lucian, Luct. [On Funerals], 24). ἐ. τ. παρακλήσει ἡμῶν in addition to our comfort 2 Cor 7:13. λύπη ἐ. λύπῃ grief upon grief Phil 2:27 v.l. (cp. Soph., Oed. C. 544, also Polyb. 1, 57, 1 πληγὴ ἐ. πληγῇ; Plut., Mor. 123f; Polyaenus 5, 52 ἐ. φόνῳ φόνον; Quint. Smyrn. 5, 602 ἐ. πένθει πένθος=sorrow upon sorrow; Sir 26:15). ἐ. τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ to your prayer of thanks 1 Cor 14:16. So perh. also Hb 8:1. ἐ. πᾶσι τούτοις to all these Col 3:14; Lk 16:26 v.l. (X., Mem. 1, 2, 25 al.; Sir 37:15; cp. 1 Macc 10:42; Just., D. 133, 1 ἐ. τούτοις πᾶσι).—W. acc.: addition to someth. of the same kind Mt 6:27; Lk 12:25; Rv 22:18a. λύπην ἐ. λύπην sorrow upon sorrow Phil 2:27 (cp. Is 28:10, 13; Ezk 7:26; Ps 68:28).
    marker of perspective, in consideration of, in regard to, on the basis of, concerning, about, w. gen. (Antig. Car. 164 ἐ. τῶν οἴνων ἀλλοιοῦσθαι; 4 Macc. 2:9 ἐ. τῶν ἑτέρων … ἔστιν ἐπιγνῶναι τοῦτο, ὅτι …; Ath. 29, 2 τὰ ἐ. τῆς μανίας πάθη) ἐ. δύο ἢ τριῶν μαρτύρων on the evidence of two or three witnesses 1 Ti 5:19 (cp. TestAbr A 13 p. 92, 22ff. [Stone p. 32]). Sim. in the expr. ἐ. στόματος δύο μαρτύρων (Dt 19:15) Mt 18:16; 2 Cor 13:1. ἐπʼ αὐτῆς on the basis of it Hb 7:11. ἐπʼ ἀληθείας based on truth = in accordance w. truth, truly (Demosth. 18, 17 ἐπʼ ἀληθείας οὐδεμιᾶς εἰρημένα; POxy 255, 16 [48 A.D.]; Da 2:8; Tob 8:7; En 104:11) Mk 12:14, 32; Lk 4:25; 20:21; Ac 4:27. ἐφʼ ἑαυτοῦ based on himself = to or by himself (X., An. 2, 4, 10; Demosth. 18, 224 ἐκρίνετο ἐφʼ ἑαυτοῦ; Dionys. Hal., Comp. Verb. 16 ἐ. σεαυτοῦ. Cp. Kühner-G. I 498e) 2 Cor 10:7.—To introduce the object which is to be discussed or acted upon λέγειν ἐ. τινος speak of, about someth. (Pla., Charm., 155d, Leg. 2, 662d; Isocr. 6, 41; Aelian, VH 1, 30; Jer 35:8; EpArist 162; 170; Ath. 5:1 ἐ. τοῦ νοητοῦ … δογματίζειν) Gal 3:16. Do someth. on, in the case of (cp. 1 Esdr 1:22) σημεῖα ποιεῖν ἐ. τῶν ἀσθενούντων work miracles on the sick J 6:2.—On B 13:6 s. τίθημι 1bζ.—In ref. to someth. (Aristot., Pol. 1280a, 17; 4 Macc 12:5 τῶν ἐ. τῆς βασιλείας … πραγμάτων; Just., A I, 5, 1 ἐφʼ ἡμῶν ‘in our case’, D. 131, 4; Ath. 15, 3 ἐ. τῆς ὕλης καὶ τοῦ θεοῦ ‘as respects God and matter, so …’) ἐ. τινων δεῖ ἐγκρατεύεσθαι in certain matters one must practice self-control Hm 8:1. οὔτε … οἴδασι τὸν ἐ. τοῦ πυροῦ σπόρον nor do they comprehend (the figurative sense of) the sowing of wheat AcPlCor 2:26 (cp. 1 Cor 15:36f).
    marker of power, authority, control of or over someone or someth., over
    w. gen. (Hdt. 5, 109 al.; Mitt-Wilck. I/1, 124, 1=BGU 1120, 1 [5 B.C.] πρωτάρχῳ ἐ. τοῦ κριτηρίου; 287, 1; LXX; AscIs 2:5 τοῦ ἐ. τῶν πραγματε[ι] ῶν=Denis p. 109) βασιλεύειν ἐ. τινος (Judg 9:8, 10; 1 Km 8:7) Rv 5:10. ἔχειν βασιλείαν ἐ. τῶν βασιλέων 17:18. ἐξουσίαν ἔχειν ἐ. τινος have power over someone 20:6. διδόναι ἐξουσίαν ἐ. τινος 2:26. καθιστάναι τινὰ ἐ. τινος set someone over, put someone in charge, of someth. or someone (Pla., Rep. 5, 460b; Demosth. 18, 118; Gen 39:4f; 1 Macc 6:14; 10:37; 2 Macc 12:20 al.; EpArist 281; τεταγμένος En 20:5) Mt 24:45; Lk 12:42; Ac 6:3. εἶναι ἐ. τινος (Synes., Ep. 79 p. 224d; Tob 1:22; Jdth 14:13; 1 Macc 10:69) ὸ̔ς ἦν ἐ. πάσης τῆς γάζης αὐτῆς who was in charge of all her treasure 8:27. Of God ὁ ὢν ἐ. πάντων (Apollonius of Tyana [I A.D.] in Eus., PE 4, 13) Ro 9:5; cp. Eph 4:6. ὁ ἐ. τινος w. ὤν to be supplied (Demosth. 18, 247 al.; Diod S 13, 47, 6; Plut., Pyrrh. 385 [5, 7], Aemil. Paul. 267 [23, 6]; PTebt 5, 88 [118 B.C.] ὁ ἐ. τ. προσόδων; 1 Macc 6:28; 2 Macc 3:7; 3 Macc 6:30 al.; EpArist 110; 174) ὁ ἐ. τοῦ κοιτῶνος the chamberlain Ac 12:20.
    w dat. (X., Cyr. 1, 2, 5; 2, 4, 25 al., An. 4, 1, 13; Demosth. 19, 113; Aeschines 2, 73; Esth 8:12e; Just., A II, 5, 2 ἀγγέλοις οὓς ἐ. τούτοις ἔταξε; cp. Ath. 24, 3; Ath. 6, 4 τὸν ἐ. τῇ κινήσει τοῦ σώματος λόγον) Mt 24:47; Lk 12:44.
    w. acc. (X., Hell. 3, 4, 20 al.; Dionys. Byz. §56 θεῷ ἐ. πάντα δύναμις; LXX; PsSol 17:3, 32) βασιλεύειν ἐ. τινα rule over someone (Gen 37:8; Judg 9:15 B al.) Lk 1:33; 19:14, 27; Ro 5:14. καθιστάναι τινὰ ἐ. τινα set someone over someone (X., Cyr. 4, 5, 58) κριτὴν ἐφʼ ὑμᾶς as judge over you Lk 12:14; ἡγούμενον ἐπʼ Αἴγυπτον Ac 7:10; cp. Hb 2:7 v.l. (Ps 8:7); 3:6; 10:21. ἐξουσίαν ἔχειν ἐ. τι Rv 16:9. ἐξουσίαν διδόναι ἐ. τι (Sir 33:20) Lk 9:1; 10:19; Rv 6:8; cp. 22:14. φυλάσσειν φυλακὰς ἐ. τι Lk 2:8 (cp. En 100:5). ὑπεραίρεσθαι ἐ. τινα exalt oneself above someone 2 Th 2:4 (cp. Da 11:36); but here the mng. against is also poss. (s. 12b below). πιστὸς ἐ. τι faithful over someth. Mt 25:21, 23.
    marker of legal proceeding, before, w. acc. in the lang. of the law-courts ἐ. ἡγεμόνας καὶ βασιλεῖς ἄγεσθαι be brought before governors and kings Mt 10:18; cp. Lk 21:12 (cp. BGU 22, 36 [114 A.D.] ἀξιῶ ἀκθῆναι [=ἀχθῆναι] τ. ἐνκαλουμένους ἐ. σὲ πρὸς δέουσαν ἐπέξοδον; Just., A II, 2, 12 ἐ. Οὔρβικον). ὑπάγεις ἐπʼ ἄρχοντα you are going before the magistrate Lk 12:58; cp. Ac 16:19. ἤγαγον αὐτὸν ἐ. τὸν Πιλᾶτον Lk 23:1. ἐ. τοὺς ἀρχιερεῖς Ac 9:21. ἐ. Καίσαρα πορεύεσθαι come before the emperor 25:12. ἐ. τὰς συναγωγάς Lk 12:11. ἐ. τὸ βῆμα Ac 18:12. Cp. 3 above. Here the focus is on transfer to the judiciary.
    marker of purpose, goal, result, to, for, w. acc. (Demetr.: 722 Fgm. 2, 3 Jac. ἐ. κατοικίαν) ἐ. τὸ βάπτισμα for baptism=to have themselves baptized Mt 3:7 (cp. Just., A I, 61, 10 ἐ. τὸ λουτρόν; D. 56, 1 ἐ. τὴν … κρίσιν πεμφθεῖσι). ἐ. τὴν θεωρίαν ταύτην for (i.e. to see) this sight Lk 23:48 (sim. Hom. et al.; POxy 294, 18 [22 A.D.]; LXX; Tat. 23, 2 ἐ. τὴν θέαν). ἐ. τὸ συμφέρον to (our) advantage Hb 12:10 (cp. Tat. 6, 1; 34, 2 οὐκ ἐ. τι χρήσιμον ‘to no purpose’). ἐ. σφαγήν Ac 8:32 (Is 53:7); cp. Mt 22:5; ἐ. τ. τελειότητα Hb 6:1. ἐ. τοῦτο for this (X., An. 2, 5, 22; Jos., Ant. 12, 23) Lk 4:43. ἐφʼ ὅ; for what (reason)? Mt 26:50 v.l. (s. ὅς 1bα and 1iβ). Cp. 16.
    marker of hostile opposition, against
    w. dat. (Hom. et al.; 2 Macc 13:19; Sir 28:23 v.l.; fig. Ath. 22, 7 τοὺς ἐπʼ αὐτοῖς λόγους ‘counter-evidence’) Lk 12:52f (s. use of acc. b below); Ac 11:19. Cp. J 8:7 v.l. (1bβ above).
    w. acc. (Hdt. 1, 71; X., Hell. 3, 4, 20 al.; Jos., Ant. 13, 331; LXX; En; TestJud 3:1 al.; JosAs 19:2; Just., D. 103, 7; Tat. 36, 2) ὥρμησαν ἐ. αὐτόν Ac 7:57. ἔρχεσθαι Lk 14:31. ἐπαναστήσονται τέκνα ἐ. γονεῖς Mt 10:21; Mk 13:12; cp. ἔθνος ἐ. ἔθνος Mt 24:7; Mk 13:8. ἐφʼ ἑαυτόν divided against himself Mt 12:26; Mk 3:24f, 26; Lk 11:17f; cp. J 13:18 (s. Ps 40:10); Ac 4:27; 13:50 al.—Lk 12:53 (4 times; the first and third occurrences w. the acc. are prob. influenced by usage in Mic 7:6; the use of the dat. Lk 12:52f [s. a above] w. a verb expressing a circumstance is in accord with older Gk. [Il. et al.], which prefers the acc. with verbs of motion in ref. to hostility). Cp. 15.
    marker of number or measure, w. acc. (Hdt. et. al.; LXX; GrBar 3:6) ἐ. τρίς (CIG 1122, 9; PHolm α18) three times Ac 10:16; 11:10. So also ἐ. πολύ more than once Hm 4, 1, 8. ἐ. πολύ (also written ἐπιπολύ) in a different sense to a great extent, carefully (Hdt., Thu. et al.; Lucian, D. Deor. 6, 2; 25, 2; 3 Macc 5:17; Jos., Ant. 17, 107) B 4:1. ἐ. πλεῖον to a greater extent, further (Hdt., Thu. et al.; Diod S 11, 60, 5 al.; prob. 2 Macc 12:36; TestGad 7:2; Ar. 4, 3; Ath. 7, 1 ἐ. το πλεῖστον) 2 Ti 3:9; 1 Cl 18:3 (Ps 50:4). ἐ. τὸ χεῖρον 2 Ti 3:13. ἐφʼ ὅσον to the degree that, in so far as (Diod S 1, 93, 2; Maximus Tyr. 11, 3c ἐφʼ ὅσον δύναται; Hierocles 14 p. 451) Mt 25:40, 45; B 4:11; 17:1; Ro 11:13.
    marker indicating the one to whom, for whom, or about whom someth. is done, to, on, about
    w. dat. πράσσειν τι ἐ. τινι do someth. to someone Ac 5:35 (thus Appian, Bell. Civ. 3, 15 §51; cp. δρᾶν τι ἐ. τινι Hdt. 3, 14; Aelian, NA 11, 11); about γεγραμμένα ἐπʼ αὐτῷ J 12:16 (cp. Hdt. 1, 66). προφητεύειν ἐ. τινι Rv 10:11. μαρτυρεῖν bear witness about Hb 11:4; Rv 22:16. ἐ. σοὶ … φανερώσει κύριος τὸ λύτρον the Lord will reveal the salvation to you GJs 7:2.
    w. acc.
    α. ὁ ἄνθρωπος ἐφʼ ὸ̔ν γεγόνει τὸ σημεῖον the man on whom the miracle had been performed Ac 4:22 (cp. Just., D. 128, 1 κρίσεως γεγενημένης ἐ. Σόδομα). ἐφʼ ὸ̔ν λέγεται ταῦτα the one about whom this was said Hb 7:13 (cp. ἐ. πόρρω οὖσαν [γενεὰν] ἐγὼ λαλῶ En 1:2). γέγραπται ἐπʼ αὐτόν Mk 9:12f; cp. Ro 4:9; 1 Ti 1:18; βάλλειν κλῆρον ἐ. τι for someth. Mk 15:24; J 19:24 (Ps 21:19). ἀνέβη ὁ κλῆρος ἐ. Συμεών the lot came up in favor of Simeon GJs 24:4.
    β. of powers, conditions, etc., which come upon someone or under whose influence someone is: on, upon, to, over ἐγένετο ῥῆμα θεοῦ ἐ. Ἰωάννην the word of God came to John Lk 3:2 (cp. Jer 1:1). Of divine blessings (cp. En 1:8; ParJer 5:28) Mt 10:13; 12:28; Lk 10:6; 11:20; cp. 10:9; Ac 10:10. ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπʼ ἐμὲ ἡ δύναμις τ. Χριστοῦ that the power of Christ may rest upon me 2 Cor 12:9. χάρις θεοῦ ἦν ἐπʼ αὐτό Lk 2:40. Various verbs are used in ref. to the Holy Spirit, either in pass. or act. role, in connection w. ἐ. τινα: ἐκχεῖν Ac 2:17f (Jo 3:1f); cp. 10:45; Tit 3:6. ἀποστέλλειν (ἐξαποστέλλειν v.l.) Lk 24:49. ἐπέρχεσθαι 1:35; Ac 1:8 (Just., D. 87, 3; cp. ἔρχεσθαι A I, 33, 6; D. 49, 7 ἀπὸ τοῦ Ἠλίου ἐ. τὸν Ἰωάννην ἐλθεῖν). ἐπιπίπτειν 10:44. καταβαίνειν Lk 3:22; J 1:33. τίθεσθαι Mt 12:18 (cp. Is 42:1). Also εἶναι Lk 2:25. μένειν J 1:32f. ἀναπαύεσθαι 1 Pt 4:14. Of unpleasant or startling experiences Lk 1:12, 65; 4:36; Ac 13:11; 19:17; Rv 11:11.—Lk 19:43; 21:35, cp. vs. 34; J 18:4; Eph 5:6; cp. Rv 3:3.—Ro 2:2, 9; 15:3 (Ps 68:10). Of the blood of the righteous, that comes over or upon the murderers Mt 23:35; 27:25; Ac 5:28. Of care, which one casts on someone else 1 Pt 5:7 (Ps 54:23).
    marker of feelings directed toward someone, in, on, for, toward, w. acc., after words that express belief, trust, hope: πιστεύειν ἐ. τινα, w. acc. (Wsd 12:2; Just., D. 16:4 al.) Ac 9:42; 11:17; 16:31; 22:19; Ro 4:24. πίστις Hb 6:1. πεποιθέναι (Is 58:14) Mt 27:43; 2 Th 3:4; 2 Cor 2:3. ἐλπίζειν (1 Ch 5:20; 2 Ch 13:18 al.; PsSol 9:10; 17:3; Just., D. 16:4 al.) 1 Pt 1:13; 1 Ti 5:5. After words that characterize an emotion or its expression: for κόπτεσθαι (Zech 12:10) Rv 1:7; 18:9. κλαίειν Lk 23:28; Rv 18:9 (cp. JosAs 15:9 χαρήσεται ἐ. σέ). σπλαγχνίζεσθαι Mt 15:32; Mk 8:2; 9:22; Hm 4, 3, 5; Hs 9, 24, 2. χρηστός toward Lk 6:35. χρηστότης Ro 11:22; Eph 2:7; cp. Ro 9:23. Esp. also if the feelings or their expressions are of a hostile nature: toward, against (cp. λοιδορεῖν Just., D. 137, 2) ἀποτομία Ro 11:22. μαρτύριον Lk 9:5. μάρτυς ἐ. τ. ἐμὴν ψυχήν a witness against my soul (cp. Dssm., LO 258; 355 [LAE 304; 417]) 2 Cor 1:23. ἀσχημονεῖν 1 Cor 7:36. μοιχᾶσθαι Mk 10:11. τολμᾶν 2 Cor 10:2 (En 7:4). βρύχειν τ. ὀδόντας Ac 7:54. Cp. 12.
    marker of object or purpose, with dat. in ref. to someth. (Hom., Thu. et al.; SIG 888, 5 ἐ. τῇ τῶν ἀνθρ. σωτηρίᾳ; PTebt 44, 6 [114 B.C.] ὄντος μου ἐ. θεραπείᾳ ἐν τῷ Ἰσιείω; LXX; TestJob 3:5 ὁ ἐ. τῇ σωτηρίᾳ τῆς ἐμῆς ψυχῆς ἐλθών; Jos., Ant. 5, 101; Just., A I, 29, 1 ἐ. παίδων ἀναστροφῇ; D. 91, 4 ἐ. σωτηρίᾳ τῶν πιστευόντων) καλείν τινα ἐ. τινι call someone for someth. Gal 5:13 (on ἐπʼ ἐλευθερίᾳ cp. Demosth. 23, 124; [59], 32); ἐ. ἀκαθαρσίᾳ for impurity, i.e. so that we should be impure 1 Th 4:7. κτισθέντες ἐ. ἔργοις ἀγαθοῖς for good deeds Eph 2:10. λογομαχεῖν ἐ. καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων for the ruin of those who hear 2 Ti 2:14 (cp. Eur., Hipp. 511; X., Mem. 2, 3, 19 ἐ. βλάβη; Hdt. 1, 68 ἐ. κακῷ ἀνθρώπου; Polyb. 27, 7, 13 and PGM 4, 2440 ἐπʼ ἀγαθῷ=‘for good’). Cp. 11.
    marker in idiom of authorization, w. dat.: the formula ἐ. τῷ ὀνοματί τινος, in the name of someone, used w. many verbs (Just., D. 39, 6 w. γίνεσθαι, otherw. ἐ. ὀνόματος, e.g. A I, 61, 13; w. διὰ τοῦ ὀ. and in oaths κατὰ τοῦ ὀ. A II, 6, 6, D. 30, 3; 85, 2.—Ath. 23, 1 ἐ. ὀνόματι εἰδώλων.—ἐν τῷ ὀνόματι LXX; JosAs 9:1), focuses on the authorizing function of the one named in the gen. (cp. WHeitmüller [‘Im Namen Jesu’ 1903, 13ff], ‘in connection with, or by the use of, i.e. naming, or calling out, or calling upon the name’ [88]): βαπτίζειν Ac 2:38. δέχεσθαί τινα Mt 18:5; Mk 9:37; Lk 9:48. διδάσκειν Ac 4:18; 5:28. δύναμιν ποιεῖν Mk 9:39. ἐκβάλλειν δαιμόνια Lk 9:49 v.l. ἔρχεσθαι Mt 24:5; Mk 13:6; Lk 21:8. κηρύσσειν 24:47. λαλεῖν Ac 4:17; 5:40. Semantically divergent from the preceding, but formulaically analogous, is καλεῖν τινα ἐ. τῷ ὀν. τινος name someone after someone (2 Esdr 17:63) Lk 1:59.—ὄνομα 1dγג.—M-M.
    marker of temporal associations, in the time of, at, on, for
    w. gen., time within which an event or condition takes place (Hom.+) in the time of, under (kings or other rulers): in the time of Elisha Lk 4:27 (cp. Just., D. 46, 6 ἐ. Ἠλίου). ἐ. τῆς μετοικεσίας at the time of the exile Mt 1:11. Under=during the rule or administration of (Hes., Op. 111; Hdt. 6, 98 al.; OGI 90, 15; PAmh 43, 2 [173 B.C.]; UPZ 162 V, 5 [117 B.C.]; 1 Esdr 2:12; 1 Macc 13:42; 2 Macc 15:22; Jos., Ant. 12, 156 ἐ. ἀρχιερέως Ὀ.) ἐ. Ἀβιαθὰρ ἀρχιερέως under, in the time of, Abiathar the high priest Mk 2:26. ἐ. ἀρχιερέως Ἅννα καὶ Καιάφα Lk 3:2. ἐ. Κλαυδίου Ac 11:28 (Just., A I, 26, 2). ἐ. τῶν πατέρων in the time of the fathers 1 Cl 23:3. ἐπʼ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν in the last days (Gen 49:1; Num 24:14; Mi 4:1; Jer 37:24; Da 10:14) 2 Pt 3:3; Hs 9, 12, 3; cp. Hb 1:2. ἐπʼ ἐσχάτου τοῦ χρόνου in the last time Jd 18. ἐπʼ ἐσχάτου τῶν χρόνων at the end of the times/ages 1 Pt 1:20. ἐ. τῶν προσευχῶν μου when I pray, in my prayers (cp. PTebt 58, 31 [111 B.C.] ἐ. τ. διαλόγου, ‘in the discussion’; 4 Macc 15:19 ἐ. τ. βασάνων ‘during the tortures’; Sir 37:29; 3 Macc 5:40; Demetr.: 722, Fgm. 1, 14 Jac. ἐ. τοῦ ἀρίστου; Synes., Ep. 121 p. 258c ἐ. τῶν κοινῶν ἱερῶν) Ro 1:10; Eph 1:16; 1 Th 1:2; Phlm 4.
    w. dat., time at or during which (Hom. et al.; PTebt 5, 66 [118 B.C.]; PAmh 157; LXX; Just., A I, 13, 3 ἐ. χρόνοις Τίερίου) at, in, at the time of, during: ἐ. τοῖς νῦν χρόνοις in these present times 2 Cl 19:4. ἐ. τῇ πρώτῃ διαθήκῃ at the time of the first covenant Hb 9:15. ἐ. συντελείᾳ τ. αἰώνων at the close of the age 9:26 (Tat. 13, 1 ἐ. ς. τοῦ κόσμου; cp. Sir 22:10 and PLond III, 954, 18 p. 154 [260 A.D.] ἐ. τέλει τ. χρόνου; POxy 275, 20 [66 A.D.] ἐ. συνκλεισμῷ τ. χρόνου; En 27:3 ἐπʼ ἐσχάτοις αἰώσιν). ἐ. τῇ θυσίᾳ at the time of, together with, the sacrifice Phil 2:17. ἐ. πάσῃ τῇ μνείᾳ ὑμῶν at every remembrance of you Phil 1:3. ἐ. παροργισμῷ ὑμῶν during your wrath, i.e. while you are angry Eph 4:26. ἐ. πάσῃ τῇ ἀνάγκῃ in all (our) distress 1 Th 3:7b. ἐ. πάσῃ τῇ θλίψει 2 Cor 1:4. ἐ. τούτῳ in the meanwhile J 4:27 (Lucian, Dial. Deor. 17, 2, cp. Philops. 14 p. 41; Syntipas p. 76, 2 ἐφʼ ἡμέραις ἑπτα; 74, 6).
    w. acc.
    α. answering the question ‘when?’ on: ἐ. τὴν αὔριον (Sb 6011, 14 [I B.C.]; PRyl 441 ἐ. τὴν ἐπαύριον) (on) the next day Lk 10:35; Ac 4:5. ἐ. τὴν ὥραν τ. προσευχῆς at the hour of prayer 3:1 (Polyaenus 8, 17 ἐ. ὥραν ὡρισμένην).
    β. answering the qu. ‘how long?’ for, over a period of (Hom. et al.; Mitt-Wilck. II/2, 170, 8=BGU 1058, 9 [13 B.C.]; POxy 275, 9; 15 ἐ. τὸν ὅλον χρόνον; PTebt 381, 19 ἐφʼ ὸ̔ν χρόνον περίεστιν ἡ μήτηρ; LXX; En 106:15; TestJob 30:2 ἐ. ὥρας τρεῖς; TestJud 3:4; TestGad 5:11; Jos., Ant. 11, 2; Just., D. 142, 1 ἐ. ποσόν ‘for awhile’) ἐ. ἔτη τρία for three years (Phlegon: 257 Fgm. 36, 2, 1 Jac.) Lk 4:25. ἐ. τρεῖς ἡμέρας for three days (Diod S 13, 19, 2; Arrian, Anab. 4, 9, 4; GDI 4706, 119 [Thera] ἐπʼ ἀμέρας τρεῖς) GPt 8:30 al. ἐ. ἡμέρας πλείους over a period of many days (Jos., Ant. 4, 277) Ac 13:31.—16:18 (ἐ. πολλὰς ἡμέρας as Appian, Liby. 29 §124; cp. Diod S 3, 16, 4); 17:2; 19:8, 10, 34; 27:20; Hb 11:30. ἐ. χρόνον for a while (cp. Il. 2, 299; Hdt. 9, 22, 1; Apollon. Rhod. 4, 1257; Jos., Vi. 2) Lk 18:4. ἐ. πλείονα χρόνον (Diod S 3, 16, 6; Hero Alex. I p. 344, 17) Ac 18:20. ἐφʼ ὅσον χρόνον as long as Ro 7:1; 1 Cor 7:39; Gal 4:1. Also ἐφʼ ὅσον as long as Mt 9:15; 2 Pt 1:13 (for other mngs. of ἐφʼ ὅσον s. above under 13). ἐφʼ ἱκανόν (sc. χρόνον) for a considerable time (EpArist 109) Ac 20:11. ἐ. χρόνον ἱκανόν Qua. ἐ. πολύ for a long time, throughout a long period of time (Thu. 1, 7; 1, 18, 1; 2, 16, 1 al.; Appian, Liby. 5 §21; Arrian, Cyneg. 23, 1; Lucian, Toxar. 20; Wsd 18:20; Sir 49:13; JosAs 19:3; Jos., Vi. 66: Just., A I, 65, 3) Ac 28:6. ἐ. πλεῖον the same (schol. on Pind., N. 7, 56b; PLille 3, 16 [III B.C.]; Jdth 13:1; Sir prol. l. 7; Jos., Ant. 18, 150) Ac 20:9; any longer (Lucian, D. Deor. 5, 3; Appian, Hann. 54 §227; 3 Macc 5:8; Wsd 8:12; Ath. 12, 3) Ac 24:4; 1 Cl 55:1.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἐπί

  • 17 πολύς

    πολύς, [dialect] Att. πολλή, πολύ; gen. πολλοῦ, ῆς, ou=; dat. πολλῷ, ῇ, ῷ; acc. πολύν, πολλήν, πολύ:—[dialect] Ion. [full] πολλός Anacr.43.3,
    A

    πολλή, πολλόν Xenoph.9

    , Democr.219, Hp.VM1, Herod.3.19; also in Trag., S.Ant.86, Tr. 1196; acc. πολλόν, πολλήν, πολλόν: Hdt. uses the [dialect] Ion. forms, but codd. have

    πολύν 2.121

    .δ, 3.57, v.l. in 6.125,

    πολύ 2.106

    ,3.38,6.72,7.46, 160 ( πολύ also in Heraclit.114, Democr. 244):—both sets of forms are found in [dialect] Ep., also gen. sg.

    πολέος Il.4.244

    , etc.: nom. pl.

    πολέες 2.417

    , al., once [var] contr.

    πολεῖς 11.708

    ; gen. πολέων (trisyll.) 5.691, (disyll.) 16.655; dat.

    πολέσι 10.262

    ,al.;

    πολέσσι 13.452

    , al.;

    πολέεσσι 9.73

    , Od.5.54, Hes.Op. 119, etc.; acc. πολέας (trisyll.) Il.3.126, etc., (disyll.) 1.559,2.4, Hes.Op. 580 (freq. with v.l. πολεῖς Il.15.66, etc.); in later [dialect] Ep. πολέες is used as fem., Call.Del.28, also

    πολέας Id.Dian.42

    , A.R.3.21; neut.

    πολέα Q.S.1.74

    (v. infr.):—[dialect] Ep. also have [full] πουλύς (once in Hes., Th. 190, also Thgn. 509, sts. fem. in Hom.,

    πουλὺν ἐφ' ὑγρήν Il.10.27

    ,

    ἠέρα πουλύν 5.776

    ), neut.

    πουλύ Od.19.387

    ; these forms are found in codd. of Hp. and Aret. (who uses πολύ, πουλύ and πολλόν in neut.), but not in Hdt.:— Lyr. and Trag. (lyr.) sts. use [dialect] Ep. forms, dat. sg.

    πολεῖ A.Supp. 745

    ; nom. pl.

    πολέες B.10.17

    ; neut.

    πολέα A.Ag. 723

    ;

    πολέων E.Hel. 1332

    (fem., B.5.100); dat. pl.

    πολέσι E.IT 1263

    . [ῠalways.]
    I of Number, many, Il.2.417, etc.; ἐκ πολλῶν, opp. ἐξὀλίγων, Hes.Th. 447; τριηκόντων ἐτέων πόλλ' ἀπολείπων wanting many of thirty years, Id.Op. 696;

    παρῆσάν τινες, καὶ πολλοί γε Pl.Phd. 58d

    ;

    οὐ πολλοί τινες A.Pers. 510

    : with Nouns of multitude,

    πουλὺς ὅμιλος Od.8.109

    ;

    πλῆθος πολλόν Hdt.1.141

    ;

    ἔθνος πολλόν Id.4.22

    ; later πουλὺ.. ἐπ' ἔτος many a year, AP6.235 (Thall.);

    π. ἦν ὁ καταπλέων Plb.15.26.10

    ; of anything often repeated,

    περὶ σέο λόγος ἀπῖκται π. Hdt.1.30

    ;

    πολλὸν ἦν τοῦτο τὸ ἔπος Id.2.2

    , cf. 3.137, etc.;

    πολὺ.. τὸ σὸν ὄνομα διήκει πάντας S.OC 305

    ;

    τούτῳ πολλῷ χρήσεται τῷ λόγῳ

    often,

    D.21.29

    ; τοῦτο ἐπιεικῶς πολὺ νῦν ἐστι is fairly frequent, Luc.Hist.Conscr.15.
    2 of Size, Degree, Intensity, much, mighty, ὄμβρος, νιφετός, Il.10.6;

    π. ὕπνος Od.15.394

    ;

    πῦρ.. π. 10.359

    ; π. ὑμέναιος a loud song, Il.18.493; π. ὀρυμαγδός, ῥοῖζος, etc., 2.810, Od.9.315, etc.; π. ἀνάγκη strong necessity, E.Ph. 1674; π. γέλως, βοή, much or great, S.Aj. 303, 1149; μωρία ib. 745; ὄλβος, αἰδώς, A.Pers. 251, Ag. 948;

    ἀσφάλεια Th.2.11

    ; ἀλογία, εὐήθεια, Pl.Phd. 67e, Phdr. 275c, etc.
    b rarely of a single person, great, mighty,

    μέγας καὶ πολλὸς ἐγένεο Hdt.7.14

    , cf. E.Hipp.1; ὁ π. σοφιστής, στρατηγός, Chor.p.23 B., Id.in Rev.Phil.1.68;

    ὁ πάντα π. Id.p.27

    B.; ὁ πολύς alone, of Hippocrates, Gal.19.530; of Trajan, Lyd.Mag.2.28;

    ῥώμην σώματος πολύς D.H.2.42

    .
    c joined with a Verb, Κύπρις γὰρ οὐ φορητός, ἢν πολλὴ ῥυῇ if she flow with full stream, metaph. from a river, E.Hipp. 443;

    θρασυνομένῳ καὶ πολλῷ ῥέοντι D. 18.136

    ; from the wind, ὡς π. ἔπνει καὶ λαμπρός was blowing strong and fresh, Id.25.57, cf. Ar.Eq. 760, AP11.49 (Even.): generally, with might or force,

    ὅταν ὁ θεὸς.. ἔλθῃ πολύς E.Ba. 300

    ;

    ἢν π. παρῇ Id.Or. 1200

    ;

    π. καὶ τολμηρὸς ἅνθρωπος D.40.53

    : with part. and εἰμί, πολλὸς ἦν λισσόμενος was all entreaties, Hdt.9.91;

    ἦν πολλὸς ὑπὸ παντὸς ἀνδρὸς αἰνεόμενος Id.1.98

    ;

    Ἐτεοκλέης ἂν εἷς π... ὑμνοῖθ' A.Th.6

    ;

    π. ἐνέκειτο λέγων Hdt.7.158

    ;

    π. τοῖς συμβεβηκόσιν ἔγκειται D.18.199

    ; also

    π. ἦν ἐν τοῖσι λόγοισι Hdt.8.59

    ;

    πρὸς ταῖς παρασκευαῖς Plb.5.49.7

    ;

    ἐπὶ τῇ τιμωρίᾳ D.S.14.107

    : without a Prep.,

    π. ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής Aeschin.2.41

    ; π. μὲν γὰρ ὁ Φίλιππος ἔσται will be often mentioned, Id.1.166.
    3 of Value or Worth,

    πολέος δέ οἱ ἄξιος ἔσται Il.23.562

    , cf. Od.8.405;

    πολλοῦ ἄξιος X.An.4.1.28

    , etc.;

    πολλῶν ἄξιος Ar. Pax 918

    ; περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί τι, Lat. magni facere, cf.

    περί A.

    IV; ἐπὶ πολλῷ at a high price, D.8.53;

    ἐπὶ π. ἐρραθυμηκότες Id.1.15

    ; πολύ ἐστί τι it is worth much, of great conscquence, X.Oec.18.7.
    4 of Space, large, wide, π. χώρη, πεδίον, Il.23.520,4.244, etc.; πόντος, πέλαγος, Hes.Op. 635, S.Ph. 635;

    χῶρος πλατὺς καὶ π. Hdt.4.39

    ; λίμνη μεγάλη τε καὶ π. ib. 109;

    π. ἡ Σικελία Th. 7.13

    ;

    π. ἡ Ἑλλάς Pl.Phd. 78a

    , etc.; πολλὸς ἔκειτο he lay outstretched wide, Il.7.156, cf. 11.307; π. κέλευθος a far way, A.Pers. 748 (troch.): without

    ὁδός, πολλὴ μὲν εἰς Ἡράκλειαν.., πολλὴ δὲ εἰς Χρυσόπολιν.. X.An.6.3.16

    : διὰ πολλοῦ, ἐκ πολλοῦ, v. infr. IV.
    5 of Time, long,

    χρόνος S.Aj. 1402

    (anap.), etc.;

    πολὺν χρόνον Il.2.343

    , etc.;

    οὐ π. χρ. S.Ph. 348

    , etc.; so

    πολλοῦ χρόνου Ar.Pl.98

    ;

    χρόνῳ πολλῷ S.Tr. 228

    ; διὰ πολλοῦ (sc. χρόνου) Luc.Nec.15;

    ἐκ πολλοῦ Th.1.58

    , D. 21.41; πρὸ πολλοῦ long before, D.S.14.43;

    οὐ μετὰ πολύ Luc.Tox.54

    ; ἔτι πολλῆς νυκτός while still quite night, Th.8.101; πολλῆς ὥρας late in the day, Plb.5.8.3;

    ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35

    ;

    ἔτι ἔστιν ἡμέρα πολλή LXX Ge.29.7

    .
    II Special usages:
    1 c. partit.gen., e.g. πολλοὶ Τρώων, for πολλοὶ Τρῶες, Il.18.271, etc.; neut., πολλὸν σαρκός, for πολλὴ σάρξ, Od.19.450: in Prose, the Adj. generally takes the gender of the gen.,

    τὸν πολλὸν τοῦ χρόνου Hdt.1.24

    ; τῆς γῆς οὐ πολλήν Th.6.7;

    τῆς ἀθάρης πολλήν Ar.Pl. 694

    ;

    πολλὴν τῆς χώρας X.Cyr. 3.2.2

    ;

    ὁ π. τοῦ λόγου D.44.6

    ; v. infr. 3.
    2 joined with another Adj.,

    πολλὰ δυστερπῆ κακά A.Ch. 277

    , cf. 585 (lyr.), etc.: more freq. joined to another Adj. by καί, πολέες τε καὶ ἐσθλοί many men and good, Il.6.452, etc.;

    πολέες τε καὶ ἄλκιμοι 21.586

    ;

    πολλὰ καὶ ἐσθλά Od.2.312

    ; παλαιά τε πολλά τε ib. 188;

    ἄκοσμά τε π. τε Il.2.213

    ;

    πολλαί γε.. καὶ ἄλλαι Hes.Th. 363

    ;

    π. τε καὶ κακά Hdt.4.167

    , etc.;

    π. κἀγαθά Ar.Th. 351

    (but

    π. ἀγαθά IG12.76.45

    );

    π. καὶ ἀνόσια Pl.R. 416e

    ;

    π. καὶ μακάρια Id.Plt. 269d

    ;

    π. καὶ πονηρά X.Mem.2.9.6

    ;

    πολλά τε καὶ δεινά Id.An.5.5.8

    ;

    μεγάλα καὶ π. D.36.22

    ; π. καὶ καλοὺς (s.v.l.) κινδύνους, π. καὶ καλὰ παραδείγματα, Din.1.109.
    3 with the Art. (in Hom. without the Art., Il.2.483, 5.334, 22.28), of persons or things well known, Ἑλένα μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ π. ψυχὰς ὀλέσασ' those many lives, A.Ag. 1456 (lyr.), cf. S.OT 845, Th.3.87, Pl.Phd. 88a, Ti. 54a, Act.Ap.26.24: with abstract Nouns,

    τᾶς πολλᾶς ὑγιείας A. Ag. 1001

    (lyr., dub.);

    τὸ πολλόν

    numbers,

    Hdt.1.136

    .
    b οἱ π. the many, i.e. the greater number,

    Ἀθηναῖοι.. ἀπῆλθον οἱ πολλοί Th. 1.126

    , cf. 3.32, etc. (so in sg., ὁ πολλὸς λόγος the prevailing report, Hdt.1.75);

    τοῖς π. κριταῖς S.Aj. 1243

    : with gen., τοῖς π. βροτῶν ib. 682;

    οἱ π. τῶν ἀνθρώπων X.Cyr.8.2.24

    ;

    οἱ πολλοὶ ἅπαντες

    far the most,

    Hp.

    Aër.20 (v.l. μάλιστα for ἅπαντες); for τὰ πολλὰ πάντα, v. infr. 111.1a: hence οἱ πολλοί the people, the commonalty, opp. οἱ μείζω κεκτημένοι, Th.1.6; opp. οἱ κομψότεροι, Pl.R. 505b; οἱ π., = Lat. plebs, D.S.20.36; τῶν πολλῶν εἷς one of the multitude, D.21.96; also

    ὁ π. λεώς Luc.JTr.53

    , cf. Rh.Pr.17;

    ὁ π. ὅμιλος Id.Luct.2

    . Hdn.1.1.1, etc.;

    ὁ π. δῆμος Luc.Apol.15

    ;

    ὁ π. ὄχλος Ph. 2.4

    ; ὁ π. alone, = vulgus, v.l. in D.S.2.29; the ordinary man, Epicur.Fr. 478, Phld.Rh.2.154S.;

    νίμμα ὁ π. λέγει, ἡμεῖς ἀπόνιπτρον λέγομεν Phryn.170

    , cf.369; ὁ ἐμπαθὴς καὶ π. ἄνθρωπος 'l'homme moyen sensuel', Herm.in Phdr.p.146A.; ὁ π. ἄνθρωπος (with pl. Verb) the average man, opp. τὸ ἐξαίρετον, Eun.Hist.p.216 D.
    c τὸ πολύ, c. gen.,

    τῆς στρατιῆς τὸ πολλόν Hdt.8.100

    ;

    τὸ π. τοῦ χρόνου Hp.

    Aër. 20;

    τῶν λογάδων τὸ π. Th.5.73

    ;

    τῶν ὅπλων τὸ π. Pl.Plt. 288b

    ; also

    ὁ στρατὸς ὁ πολλός Hdt.1.102

    ;

    ἡ δύναμις ἡ π. Th.1.24

    ; ὁ π. βίοτος the best part of life, S.El. 185 (lyr.).
    d

    τὰ πολλά

    the most,

    Od.22.273

    , and perh. 2.58, 17.537 (elsewh. in Hom. πολλά, as Subst., means much riches, great possessions, Il.11.684, Od.19.195);

    τὰ π. τοῦ πολέμου Th.2.13

    ; πρὸς τὸ τῶν π. μέγεθος in regard to the size of the average, Arist.Rh. 1363b11.
    4 pl. πολλά very much, too much, πολλὰ πράσσειν, = πολυπραγμονεῖν, E.Supp. 576, Ar.Ra. 228;

    π. ἔπαθεν Pi.O.13.63

    , etc.; π. ἔρξαι τινά to do one much harm, A. Th. 923 (lyr.).
    6 πολύς repeated,

    ἦ πολλὰ πολλοῖς εἰμι διάφορος βροτῶν E.Med. 579

    , cf. A.Supp. 451;

    τὰ μὲν οὖν πολλὰ πολλοῦ χρόνου διηγήσασθαι Pl.R. 615a

    , etc.; πολλοῦ πολύς, v. infr. 111.1b: with Advbs. πολλάκις, πολλαχῇ, etc. (qq. v., cf. 111.1 e).
    III Adverbial usages:
    a neut. πολύ ([dialect] Ion. πολλόν) , πολλά, much,

    πόλλ' ἀεκαζομένη Il.6.458

    , etc.; strengthd.,

    μάλα πολλά 8.22

    , al.;

    πάνυ πολύ Pl.Alc.1.119c

    ;

    πολύ τι Id.R. 484d

    ; esp. of repetition, often, Il.2.798, Od.13.29, Hes.Op. 322; so of earnest commands and entreaties, πολλὰ κελεύων, πόλλ' ἐπέτελλον, πολλὰ λισσομένη, πολλὰ μάλ' εὐχομένω, Il.5.528, 11.782, 5.358, 9.183: with the Art.,

    τὸ πολύ

    for the most part,

    Pl.Prt. 315a

    , etc. (but with numerals, at most, Vett. Val.9.5);

    ὡς τὸ π. X.Mem.1.1.10

    , etc.;

    τὰ πολλά Th.1.13

    , 2.11,87, etc.;

    ὡς τὰ π. Id.5.65

    , etc.;

    τὰ π. πάντα Hdt.1.203

    , 2.35, 5.67.
    b of Degree, far, very much,

    ἀπέφυγε πολλὸν τοὺς διώκοντας Id.6.82

    : also abs. gen. πολλοῦ very,

    θρασὺς εἶ πολλοῦ Ar.Nu. 915

    , cf. Eup.74;

    πολλοῦ δύνασθαι Alciphr.1.9

    (s.v.l.); πολλοῦ πολύς, πολλὴ πολλοῦ, much too much, Ar.Eq. 822,Ra. 1046.
    c of Space, a great way, far,

    οὐ πολλόν Hdt.1.104

    ;

    πολὺ οὐκ ἐξῄεσαν Th.1.15

    , etc.
    d of Time, long,

    ὡς πολλὸν τοῦτο ἐγίνετο Hdt.4.126

    , cf. 6.129.
    e of Probability, ἐὰν πολλὰ πολλῶν τέκῃς, perh. = ἐὰν πολλάκις τέκῃς,POxy. 744.9 (i B.C./i A.D.);

    ἐάν τι πολλὰ πολλάκις πάθω Ar.Ec. 1105

    .
    2 πολύ is freq. joined with Adjs. and Advbs.,
    a with a [comp] Comp. to increase its comp. force, πολὺ μεῖζον, πολλὸν παυρότεροι, Il.1.167, Od.14.17; πολὺ μᾶλλον much more, Il.9.700; πολύ τι μᾶλλον f.l. in D.H. Comp.4 (p.22 U.-R.): with words, esp. Preps., between πολύ and its Adj., π. ἐν πλέονι, π. ἐπὶ δεινοτέρῳ, Th.1.35, Pl.R. 589e;

    πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων Id.Phd. 110c

    ;

    π. σὺν φρονήματι μείζονι X.An.3.1.22

    , cf.3.2.30, Smp.1.4 (but the Prep. freq. comes first,

    ἐκ π. ἐλάττονος And.1.109

    , etc.); so πολλῷ is freq. used with the [comp] Comp., by far, A.Pr. 337, Hdt. 1.134, etc.;

    π. μᾶλλον S.OT 1159

    , Pl.Phd. 80e; οὐ πολλῷ τεῳ ἀσθενέστερον not a great deal weaker, Hdt.1.181, cf. 2.48,67, etc.: πολύ with all words implying comparison, πολὺ πρίν much sooner, Il.9.250;

    π. πρό 4.373

    : with the comp. Verb

    φθάνω, ἦ κε πολὺ φθαίη 13.815

    ; so πολὺ προβέβηκας ἁπάντων, πολὺ προμάχεσθαι ἁπάντων, 6.125, 11.217;

    προὔλαβε πολλῷ Th.7.80

    : with βούλομαι, = prefer,

    ἡμῖν πολὺ βούλεται ἢ Δαναοῖσι νίκην Il.17.331

    , cf. Od.17.404; πολύ γε in answers, after a [comp] Comp. or [comp] Sup., ἀργὸς.. γενήσεται μᾶλλον; Answ.

    πολύ γε Pl.R. 421d

    , cf. 387e, etc.
    b with a [comp] Sup., πολὺ πρώτιστος, πολλὸν ἄριστος, far the first, etc., Il.2.702, 1.91, etc.;

    προθυμία π. τολμηροτάτη Th.1.74

    , etc.;

    πολλόν τι μάλιστα Hdt.1.56

    ;

    π. δή, π. δὴ γυναῖκ' ἀρίσταν E.Alc. 442

    (lyr.), cf. Ar.Av. 539, Archestr.Fr.34.9; also

    πολλῷ πλεῖστοι Hdt.5.92

    .έ, 8.42;

    π. μεγίστους Id.4.82

    .
    c with a Positive, to add force to the Adj.,

    ὦ πολλὰ μὲν τάλαινα, πολλὰ δ' αὖ σοφή A.Ag. 1295

    ; also

    ἐς πόλλ' ἀθλία πέφυκ' ἐγώ E.Ph. 619

    (troch.);

    πολὺ ἀφόρητος Luc.DMeretr. 9.3

    ; cf. πλεῖστος.
    IV with Preps.,
    1 διὰ πολλοῦ at a great interval of Space or Time, v. διά A.1.5, 11.2.
    2 εἰς πολύ for a long time, Plot.2.1.3.
    3 ἐκ πολλοῦ from a great distance, Th.4.32, etc.; for a long time, v. ἐκ 11.1.
    4 ἐπὶ πολύ,
    a over a great space, far,

    οὐκ ἐπὶ πολλόν Hdt.2.32

    ; ἐπὶ π. τῆς θαλάσσης, τῆς χώρας, Th.1.50,4.3, etc.; to a great extent, Id.1.6,18,3.83; cf.

    ποιέω B.11.2

    .
    b for a long time, long, Id.5.16;

    τῆς ἡμέρας ἐπὶ π. Id.7.38

    , cf. 39.
    c

    ὡς ἐπὶ π.

    very generally,

    Id.1.12

    (v.l.), Archyt. ap. Stob.3.1.195;

    ὡς ἐπὶ τὸ π.

    for the most part,

    Th.2.13

    , Pl.Plt. 294e, etc.;

    μὴ καθ' ἓν ἕκαστον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Isoc.4.154

    ;

    τό γ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Id.8.35

    .
    5 παρὰ πολύ by far, v. παρά C.111.5.
    6 περὶ πολλοῦ, v. supr. 1.3.
    7 πρὸ πολλοῦ far before,

    τῆς πόλεως D.H.9.35

    ; also of Time, οὐ πρὸ π. not long before, Id.5.62.
    8 σὺν πολλῷ in no small degree, only too much or too well, Hld.2.8,9.20, 10.9 (cf. CR41.53).
    V for [comp] Comp. πλείων, πλέων, [comp] Sup. πλεῖστος, v. sub vocc. (Cf. Skt. purú-, Goth. filu 'much'.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πολύς

  • 18 παραδίδωμι

    παραδίδωμι (Pind., Hdt.+) pres. 3 sg. παραδίδει (-δίδη cod. [ApcEsdr 3:12 p. 27, 23 Tdf.]), subj. 3 sg. παραδιδῷ and παραδιδοῖ 1 Cor 15:24 (B-D-F §95, 2; W-S. §14, 12; Mlt-H. 204), ptc. παραδιδούς; impf. 3 sg. παρεδίδου Ac 8:3 and 1 Pt 2:23, pl. παρεδίδουν Ac 16:4 v.l.; 27:1 and παρεδίδοσαν 16:4 (B-D-F §94, 1; Mlt-H. 202); fut. παραδώσω; 1 aor. παρέδωκα; 2 aor. indic. παρέδοσαν Lk 1:2; 2 aor. subj. 3 sg. παραδῷ and παραδοῖ Mk 4:29; 14:10, 11; J 13:2 (B-D-F §95, 2; Mlt-H. 210f), impv. παράδος, ptc. παραδούς; pf. παραδέδωκα, ptc. παραδεδωκώς (Ac 15:26); plpf. 3 pl. παραδεδώκεισαν Mk 15:10 (on the absence of augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.; impf. 3 sg. παρεδίδετο 1 Cor 11:23b (-δίδοτο is also attested; B-D-F §94, 1; Mlt-H. 206); 1 fut. παραδοθήσομαι; 1 aor. παρεδόθην; perf. 3 sg. παραδέδοται Lk 4:6, ptc. παραδεδομένος (Ac 14:26).
    to convey someth. in which one has a relatively strong personal interest, hand over, give (over), deliver, entrust
    a thing τινί τι (Jos., Ant 4, 83; Mel., P. 42, 290; 292; 294) τάλαντά μοι Mt 25:20, 22. αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ vs. 14. ὑμῖν τὴν γῆν 1 Cl 12:5. τινὶ τὴν κτίσιν Hv 3, 4, 1; λίθους Hs 9, 7, 1; ἀμπελῶνα 5, 6, 2. Also in the sense give back, restore, give up (X., Hell. 2, 3, 7 τινί τι) αὐτῷ τὴν παρακαταθήκην ἣν ἔλαβον Hm 3:2.—Pass., w. the thing easily supplied fr. the context ἐμοὶ παραδέδοται Lk 4:6.—παρέδωκεν τὸ πνεῦμα J 19:30 (ApcMos 42; cp. TestAbr B 12 p. 117, 4f [Stone p. 82] Σαρρα … παρέδωκε τὴν ψυχήν; ParJer 9:8; ApcEsdr 7:14) needs no dat.: he gave up his spirit voluntarily. ἄνθρωποι παραδεδωκότες τὰς ψυχὰς αὐτῶν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ κυρίου men who have risked ( pledged Field, Notes 124) their lives for the name of the Lord Ac 15:26. καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσομαι and if I give up my body to be burned 1 Cor 13:3 (Maximus Tyr. 1, 9i τῇ Αἴτνῃ αὐτοῦ παραδοὺς σῶμα; Syntipas p. 60, 11 πυρὶ σεαυτὴν παραδίδως). ὅταν παραδιδοῖ τ. βασιλείαν τῷ θεῷ when (Christ) delivers the kingship to God 15:24.
    hand over, turn over, give up a person ([Lat. trado] as a t.t. of police and courts ‘hand over into [the] custody [of]’ OGI 669, 15; PHib 92, 11; 17; PLille 3, 59 [both pap III B.C.]; PTebt 38, 6 [II B.C.] al.—As Military term ‘surrender’: Paus. 1, 2, 1; X., Cyr. 5, 1, 28; 5, 4, 51.) τινά someone Mt 10:19; 24:10; 27:18; Mk 13:11; Ac 3:13. Pass. Mt 4:12; Mk 1:14; Lk 21:16. τινά τινι Mt 5:25 (fr. one official to another, as UPZ 124, 19f [II B.C.]; TestAbr B 10 p. 115, 11 [Stone p. 78]); 18:34; 27:2; Mk 10:33b; cp. 15:1; Lk 12:58; 20:20; J 18:30, 35; Ac 27:1; 28:16 v.l.; Hs 7:5; 9, 10, 6; Pass. Lk 18:32; J 18:36; Hv 5:3f; m 4, 4, 3; Hs 6, 3, 6b; 9, 11, 2; 9, 13, 9; 9, 20, 4; 9, 21, 4. τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν τῷ θελήματι αὐτῶν Lk 23:25.—Esp. of Judas (s. Brown, Death I 211f on tendency of translators to blur the parallelism of Judas’ action to the agency of others in the passion narrative), whose information and action leads to the arrest of Jesus, w. acc. and dat. ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν Mt 26:15. Cp. Mk 14:10; Lk 22:4, 6; J 19:11. Pass. Mt 20:18; Mk 10:33a. Without a dat. Mt 10:4; 26:16, 21, 23; Mk 3:19; 14:11, 18; Lk 22:48; J 6:64, 71; 12:4; 13:21. Pass. Mt 26:24; Mk 14:21; Lk 22:22; 1 Cor 11:23b (NRSV et al. render ‘betrayed’, but it is not certain that when Paul refers to ‘handing over’, ‘delivering up’, ‘arresting’ [so clearly Posidon.: 87 Fgm. 36, 50 Jac. παραδοθείς ‘surrendered’] he is even thinking of the action taken against Jesus by Judas much less interpreting it as betrayal; cp. Ac 3:13 παρεδώκατε). ὁ παραδιδοὺς αὐτόν (παραδιδούς με) his (my) informer (on the role of a מסוֹר in Israelite piety s. WKlassen, Judas ’96, 62–66; but Ac 1:18 the action of Judas as ἀδικία) Mt 26:25, 46, 48; Mk 14:42, 44; Lk 22:21; J 13:11; 18:2, 5. Cp. Mt 27:3, 4; J 21:20. The article w. pres. ptc. connotes the notoriety (cp. the use of traditor in Tacitus, Histories 4, 24) of Judas in early tradition. His act is appraised as betrayal Lk 6:16, s. προδότης.—τινὰ εἰς χεῖράς τινος deliver someone/someth. into someone’s hands (a Semitic construction, but paralleled in Lat., cp. Livy 26, 12, 11; Dt 1:27; Jer 33:24; Jdth 6:10; 1 Macc 4:30; 1 Esdr 1:50. Pass. Jer 39:4, 36, 43; Sir 11:6; Da 7:25, 11:11; TestJob 20:3; ParJer 2:7 τὴν πόλιν; AscIs 2:14; cp. Jos., Ant. 2, 20) Ac 21:11. Pass. Mt 17:22; 26:45; Mk 9:31; 14:41; Lk 9:44; 24:7 (NPerrin, JJeremias Festschr., ’70, 204–12); Ac 28:17. ἡ γῆ παραδοθήσεται εἰς χεῖρας αὐτοῦ D 16:4b. Also ἐν χειρί τινος (Judg 7:9; 2 Esdr 9:7; cp. 2 Ch 36:17; 1 Macc 5:50; Just., D. 40, 2 ὁ τόπος τοῖς ἐχθροῖς ὑμῶν παραδοθήσεται) 1 Cl 55:5b.—W. indication of the goal, or of the purpose for which someone is handed over: in the inf. (Jos., Bell. 1, 655) παραδιδόναι τινά τινι φυλάσσειν αὐτόν hand someone over to someone to guard him (X., An. 4, 6, 1) Ac 12:4. W. local εἰς (OGI 669, 15 εἰς τὸ πρακτόρειόν τινας παρέδοσαν; PGiss 84 II, 18 [II A.D.] εἰς τ. φυλακήν): εἰς συνέδρια hand over to the local courts Mt 10:17; Mk 13:9. εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς hand someone over to the synagogues and prisons Lk 21:12. εἰς φυλακήν put in prison Ac 8:3; cp. 22:4. Also εἰς δεσμωτήριον (of a transcendent place of punishment: cp. PGM 4, 1245ff ἔξελθε, δαῖμον, … παραδίδωμί σε εἰς τὸ μέλαν χάος ἐν ταῖς ἀπωλείαις) Hs 9, 28, 7. ἑαυτοὺς εἰς δεσμά give oneself up to imprisonment 1 Cl 55:2a. W. final εἰς (cp. En 97:10 εἰς κατάραν μεγάλην παρα[δο]θήσεσθε): ἑαυτοὺς εἰς δουλείαν give oneself up to slavery 55:2b (cp. Just., D. 139, 4). εἰς τὸ σταυρωθῆναι hand over to be crucified Mt 26:2. εἰς τὸ ἐμπαῖξαι κτλ. 20:19. εἰς θλῖψιν 24:9. εἰς κρίμα θανάτου Lk 24:20. εἰς κρίσιν 2 Pt 2:4. εἰς θάνατον hand over to death (POxy 471, 107 [II A.D.]): Mt 10:21 (Unknown Sayings, 68 n. 3: by informing on the other); Mk 13:12; Hm 12, 1, 2f; pass.: ending of Mk in the Freer ms.; 2 Cor 4:11; 1 Cl 16:13 (Is 53:12); B 12:2; Hs 9, 23, 5. π. ἑαυτὸν εἰς θάνατον give oneself up to death 1 Cl 55:1; fig. hand oneself over to death Hs 6, 5, 4. εἰς θλῖψιν θανάτου παραδίδοσθαι be handed over to the affliction of death B 12:5. π. τὴν σάρκα εἰς καταφθοράν give up his flesh to corruption 5:1.—ἵνα stands for final εἰς: τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ he handed Jesus over to be crucified Mt 27:26; Mk 15:15; cp. J 19:16.—π. alone w. the mng. hand over to suffering, death, punishment, esp. in relation to Christ: κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν 1 Cl 16:7 (cp. Is 53:6).—Ro 8:32. Pass. 4:25; cp. B 16:5. π. ἑαυτὸν ὑπέρ τινος Gal 2:20 (GBerényi, Biblica 65, ’84, 490–537); Eph 5:25. παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ θεῷ he gave himself to God for us as a sacrifice and an offering vs. 2.—π. τινὰ τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός hand someone over to Satan for destruction of his physical body 1 Cor 5:5. οὓς παρέδωκα τῷ σατανᾷ, ἵνα whom I have turned over to Satan, in order that 1 Ti 1:20 (cp. INikaia I, 87, 4f of someone handed over to the gods of the netherworld for tomb violation [New Docs 4, 165]; also the exorcism PGM 5, 334ff νεκυδαίμων, … παραδίδωμί σοι τὸν δεῖνα, ὅπως … ; s. the lit. s.v. ὄλεθρος 2; also CBruston, L’abandon du pécheur à Satan: RTQR 21, 1912, 450–58; KLatte, Heiliges Recht 1920; LBrun, Segen u. Fluch im Urchr. ’32, 106ff). The angel of repentance says: ἐμοὶ παραδίδονται εἰς ἀγαθὴν παιδείαν they are turned over to me for good instruction Hs 6, 3, 6a (Demetr. Phaler. [IV/III B.C.] Fgm. 164 FWehrli ’49: Demosthenes παραδίδωσι ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ to be initiated into dramatic art).—ἑαυτοὺς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ they gave themselves over to debauchery Eph 4:19. ταῖς ἐπιθυμίαις τ. αἰῶνος τούτου Hs 6, 2, 3. ταῖς τρυφαῖς καὶ ἀπάταις 6, 2, 4. παρεδώκατε ἑαυτοὺς εἰς τὰς ἀκηδίας Hv 3, 11, 3 (s. ἀκηδία). Of God, who punishes evil-doers: παρέδωκεν αὐτοὺς εἰς ἀκαθαρσίαν he abandoned them to impurity Ro 1:24 (for the thought cp. 1QH 2:16–19. See also EKlostermann, ZNW 32, ’33, 1–6 [retribution]). εἰς πάθη ἀτιμίας to disgraceful passions vs. 26. εἰς ἀδόκιμον νοῦν vs. 28. παρέδωκεν αὐτοὺς λατρεύειν τῇ στρατιᾷ τοῦ οὐρανοῦ Ac 7:42. God, the All-Gracious One, is the subject of the extraordinary (s. lit. διδαχή 2) expression εἰς ὸ̔ν παρεδόθητε τύπον διδαχῆς = τῷ τύπῳ δ. εἰς ὸ̔ν π. (obedient) to the form of teaching, for the learning of which you were given over i.e. by God Ro 6:17 (cp. the ins. fr. Transjordania in Nabataean times NGG Phil.-Hist. Kl. Fachgr. V n.s. I, 1, ’36, p. 3, 1 Abedrapsas thanks his paternal god: παρεδόθην εἰς μάθησιν τέχνης=‘I was apprenticed to learn a trade’. AFridrichsen, ConNeot 7, ’42, 6–8; FBeare, NTS 5, ’59, 206–10; UBorse, BZ 12, ’68, 95–103; FDanker, Gingrich Festschr., ’72, 94).
    to entrust for care or preservation, give over, commend, commit w. dat. (cp. PFlor 309, 5 σιωπῇ παραδ. ‘hand over to forgetfulness’; Just., A II, 5, 2 τὴν … τῶν ἀνθρώπων … πρόνοιαν ἀγγέλοις … παρέδωκεν ‘[God] entrusted angels with concern for humans’; Tat. 7, 3 τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ παρεδόθησαν ‘they were handed over to their own stupidity’) παραδίδοσθαι τῇ χάριτι τοῦ κυρίου ὑπό τινος be commended by someone to the grace of the Lord Ac 15:40. Ἀντιόχεια, ὅθεν ἦσαν παραδεδομένοι τῇ χάριτι τοῦ θεοῦ εἰς τὸ ἔργον Antioch, from which (city they had gone out) commended to the grace of God for the work 14:26.—παρεδίδου τῷ κρίνοντι he committed his cause to the one who judges 1 Pt 2:23.
    to pass on to another what one knows, of oral or written tradition, hand down, pass on, transmit, relate, teach (Theognis 1, 28f passes on what he himself learned as παῖς, ἀπὸ τῶν ἀγαθῶν; Pla., Phil. 16c, Ep. 12, 359d μῦθον; Demosth. 23, 65; Polyb. 7, 1, 1; 10, 28, 3; Diod S 12, 13, 2 π. τινί τι pass on someth. to future generations εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα; Plut., Nic. 524 [1, 5]; Herm. Wr. 13, 15; Jos., C. Ap. 1, 60 τὴν κατὰ νόμους παραδεδομένην εὐσέβειαν; PMagd 33, 5 of a report to the police concerning the facts in a case; Just.; A I, 54, 1 τὰ μυθοποιηθέντα) Lk 1:2. παραδόσεις Mk 7:13 (of the tradition of the Pharisees, as Jos., Ant. 13, 297; cp. the rabbinic term מָסַר); 1 Cor 11:2. ἔθη Ac 6:14. ὁ ἡμῖν παραδοθεὶς λόγος the teaching handed down to us Pol 7:2 (Just., D. 53, 6). ἡ παραδοθεῖσα αὐτοῖς ἁγία ἐντολή 2 Pt 2:21 (ApcMos 23 τὴν ἐντολήν μου ἣν παρέδωκά σοι). ἡ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστις Jd 3. τὰ παραδοθέντα (Philo, Fuga 200) Dg 11:1. παρεδίδοσαν αὐτοῖς φυλάσσειν τὰ δόγματα they handed down to them the decisions to observe Ac 16:4.—(In contrast to παραλαμβάνειν [the same contrast in Diod S 1, 91, 4; 3, 65, 6; 5, 2, 3; PHerm 119 III, 22; BGU 1018, 24; PThéad 8, 25]) pass on 1 Cor 11:23a; 15:3; AcPlCor 2:4; EpilMosq 2. W. a connotation of wonder and mystery (of mysteries and ceremonies: Theon Smyrn., Expos. Rer. Math. p. 14 Hiller τελετὰς παραδιδόναι; Diod S 5, 48, 4 μυστηρίων τελετὴ παραδοθεῖσα; Strabo 10, 3, 7; Wsd 14:15 μυστήρια καὶ τελετάς. ParJer 9:29 τὰ μυστήρια … τῷ Βαρούχ; Just., D. 70, 1 τὰ τοῦ Μίθρου μυστήρια παραδιδόντες; cp. 78, 6. Cp. Herm. Wr. 13, 1 παλιγγενεσίαν; PGM 4, 475) πάντα (πᾶς 1dβ) μοι παρεδόθη ὑπὸ τ. πατρός μου Mt 11:27; Lk 10:22 (cp. Herm. Wr. 1, 32 πάτερ … παρέδωκας αὐτῷ [ὁ σὸς ἄνθρωπος is meant] τὴν πᾶσαν ἐξουσίαν; in Vett. Val. 221, 23 astrology is ὑπὸ θεοῦ παραδεδομένη τ. ἀνθρώποις.—For lit. on the saying of Jesus s. under υἱός 2dβ).—S. παράδοσις, end.
    to make it possible for someth. to happen, allow, permit (Hdt. 5, 67; 7, 18 [subj. ὁ θεός]; X., An. 6, 6, 34 [οἱ θεοί]; Isocr. 5, 118 [οἱ καιροί]; Polyb. 22, 24, 9 τῆς ὥρας παραδιδούσης) ὅταν παραδοῖ ὁ καρπός when the (condition of the) crop permits Mk 4:29.—On the whole word: WPopkes, Christus Traditus, ’67.—M-M. EDNT. TW. Spicq. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > παραδίδωμι

  • 19 ἀγλαόκαρπος

    Lexicon to Pindar > ἀγλαόκαρπος

  • 20 εἰς

    εἰς or [full] ἐς, PREP. WITH ACC. ONLY:—both forms are found in Hom., [dialect] Ion. poets, and early metrical Inscrr.; ἐς is best attested in Hdt. and Hp., and is found in nearly all early [dialect] Ion. Inscrr. (exc. IG12(8).262.16 (Thasos, v B. C.), ib.7.235.1 (Oropus, iv B. C.)); εἰς in [dialect] Att. Inscrr. from iv B. C., IG2.115, etc.; and usu. in [dialect] Att. Prose (exc. Th.) and Com. (exc. in parody): Trag. apptly. prefer εἰς, but ἐς is used before vowels metri gr.; ἐς was retained in the phrases ἐς κόρακας (whence the Verb σκορακίζω) , ἐς μακαρίαν. [dialect] Aeol. poets have εἰς before vowels, ἐς before consonants, and this is given as the rule in Hom. by An.Ox. 1.172, cf. Hellad. ap. Phot.Bibl.p.533B. (Orig. ἐνς, as in IG4.554.7 ([place name] Argos), GDI4986.11 ([place name] Crete); cf. ἐν, ἰν. The diphthong is genuine in [dialect] Aeol. εἰς, but spurious in [dialect] Att.-[dialect] Ion.) Radical sense
    A into, and then more loosely, to:
    I OF PLACE, the oldest and commonest usage, εἰς ἅλα into or to the sea, Il.1.141, al.;

    εἰς ἅλαδε Od.10.351

    ;

    ἔς ῥ' ἀσαμίνθους 4.48

    ; ἐς οἶνον βάλε φάρμακον ib. 220; freq. of places, to,

    εἰς Εὔβοιαν 3.174

    ; ἐς Αἴγυπτον, etc., Hdt.1.5, etc.; ἐς Μίλητον into the territory of Miletus, ib.14;

    εἰς Ἑλλήσποντον εἰσέπλει X.HG1.1.2

    ;

    ἀφίκετο εἰς Μήδους πρὸς Κυαξάρην Id.Cyr.2.1.2

    ; εἰς ἅρματα βαίνειν to step into.., Il.8.115;

    εἰς ἐλάτην ἀναβῆναι 14.287

    ; opp. ἐκ, in such phrases as ἐς σφυρὸν ἐκ πτέρνης, ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς, from heel to ankle-joint, from head to foot, 22.397, 23.169;

    ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν 20.137

    ;

    ἐς μυχὸν ἐξ οὐδοῦ Od.7.87

    ; κἠς ἔτος ἐξ ἔτεος from year to year, Theoc. 18.15: with Verbs implying motion or direction, as of looking,

    ἰδεῖν εἰς οὐρανόν Il.3.364

    ; εἰς ὦπα ἰδέσθαι to look in the face, 9.373, etc.; εἰς ὦπα ἔοικεν he is like in face (sc. ἰδόντι), 3.158, etc.; ἐς ὀφθαλμούς τινος ἐλθεῖν to come before another's eyes, 24.204;

    ἐς ὄψιν ἀπικνέεσθαί τινος Hdt.1.136

    ;

    καλέσαι τινὰ ἐς ὄψιν Id.5.106

    , etc.; ἐς ταὐτὸν ἥκειν come to the same point, E.Hipp. 273: less freq. after a Subst.,

    ὁδὸς ἐς λαύρην Od.22.128

    ; τὸ ἐς Παλλήνην τεῖχος facing Pallene, Th.1.56;

    ξύνοδος ἐς τὴν Δῆλον Id.3.104

    , cf.Pl.Tht. 173d.
    b [dialect] Ep. and [dialect] Ion., also c. acc. pers. ([dialect] Att. ὡς, πρός, παρά), Il.7.312, 15.402, Od.14.127, Hdt.4.147; also in [dialect] Att. with collective Nouns,

    ἐς τὸν δῆμον παρελθόντες Th. 5.45

    , or plurals,

    εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον D.18.103

    ; esp. of consulting an oracle,

    ἐς θεὸν ἐλθεῖν Pi.O.7.31

    ;

    εἰς Ἄμμων' ἐλθόντες Ar.Av. 619

    .
    2 with Verbs expressing restin a place, when a previous motion into or to it is implied, ἐς μέγαρον κατέθηκεν ἐπὶ θρόνου he put it in the house (i.e. he brought it into the house, and put it there), Od.20.96; ἐς θρόνους ἕζοντο they sat them down upon the seats, 4.51, cf. 1.130; ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν the lion appeared in the path, Il.15.276;

    ἀπόστολος ἐς τὴν Μίλητον ἦν Hdt.1.21

    (s. v.l.);

    αὐτὸς ἐς Αακεδαίμονα ἀπόστολος ἐγίνετο Id.5.38

    ;

    ἐς κώμην παραγίνονται Id.1.185

    ;

    παρῆν ἐς Σάρδις Id.6.1

    ;

    ἐς δόμους μένειν S.Aj.80

    (cod. Laur.);

    ἐς τὴν νῆσον κατέκλῃσε Th.1.109

    , cf. Hdt.3.13; ἀπόβασιν ποιήσασθαι ἐς .. Th.2.33, etc.; later used like ἐν, τὴν γῆν εἰς ἣν ὑμεῖς κατοικεῖτε LXX Nu.35.34;

    τὸ χρυσίον ὃ εἰλήφεσαν εἰς Ῥώμην D.S.14.117

    ;

    οἰκεῖν εἰς τὰ Ὕπατα Luc.Asin.1

    ;

    εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν Ael.VH7.8

    ;

    εἰς ἅπασαν τὴν γῆν Suid.

    s.v. Καλλίμαχος: generally,

    τοὔνομα εἰς τὴν Ἑλλάδα, φασίν, Ἱππομιγὴς δύναται Ael.VH9.16

    .
    4 elliptical usages,
    a after Verbs which have no sense of motion to or into a place, τὴν πόλιν ἐξέλιπον εἰς χωρίον ὀχυρόν they quitted the city for a strong position, i.e. to seek a strong position, X.An.1.2.24; γράμματα ἑάλωσαν εἰς Ἀθήνας letters were captured [and sent] to Athens, Id.HG1.1.23, cf. Pl.R. 468a;

    ἀνίστασθαι ἐς Ἄργος E.Heracl.59

    , cf. Pl.Phd. 116a.
    b participles signifying motion are freq. omitted with εἰς, τοῖς στρατηγοῖς τοῖς εἰς Σικελίαν (sc. ἀποδειχθεῖσιν) And.1.11, etc.
    c c. gen., mostly of proper names, as εἰς Ἀΐδαο, [dialect] Att. εἰς Ἅιδου [δόμους], Il.21.48; ἐς Ἀθηναίης [ἱερόν] to the temple of Athena, 6.379; ἐς Πριάμοιο [οἶκον] 24.160, cf. 309; εἰς Αἰγύπτοιο [ῥόον] Od.4.581;

    ἐς τοῦ Κλεομένεος Hdt.5.51

    ;

    εἰς Ἀσκληπιοῦ Ar.Pl. 411

    ;

    ἐπὶ δεῖπνον [ἰέναι] εἰς Ἀγάθωνος Pl.Smp. 174a

    : with Appellatives, ἀνδρὸς ἐς ἀφνειοῦ to a rich man's house, Il.24.482;

    ἐς πατρός Od.2.195

    ; πέμπειν εἰς διδασκάλων send to school, X.Lac.2.1;

    εἰς δ. φοιτᾶν Pl.Prt. 326c

    ; ἐς σεωυτοῦ, ἑωυτοῦ, Hdt.1.108, 9.108, etc.
    II OF TIME,
    1 to denote a certain point or limit of time, up to, until,

    ἐς ἠῶ Od.11.375

    ; ἐς ἠέλιον καταδύντα till sunset, 9.161 (but also, towards or near sunset, 3.138);

    ἐκ νεότητος ἐς γῆρας Il.14.86

    ;

    ἐκ παιδὸς ἐς γῆρας Aeschin.1.180

    ; ἐς ἐμέ up to my time, Hdt.1.92, al.: with Advbs., εἰς ὅτε (cf. ἔς τε) against the time when.., Od.2.99; εἰς πότε; until when ? how long ? S.Aj. 1185 (lyr., cf.

    εἰσόκἐ; εἰς ὁπότε Aeschin.3.99

    ; ἐς τί; = εἰς πότε; Il.5.465; ἐς ὅ until, Hdt.1.93, etc.;

    ἐς οὗ Id.1.67

    , 3.31, etc.;

    ἐς τόδε Id.7.29

    , etc.
    2 to determine a period, εἰς ἐνιαυτόν for a year, i.e. a whole year, Il.19.32, Od.4.526; within the year, ib.86 (cf.

    ἐς ἐνίαυτον Alc.Supp.8.12

    );

    εἰς ὥρας Od.9.135

    ; ἐς θέρος ἢ ἐς ὀπώρην for the summer, i.e. throughout it, 14.384; ἡ εἰς ἐνιαυτὸν κειμένη δαπάνη εἰς τὸν μῆνα δαπανᾶται the expenditure for a year is expended in the month, X.Oec.7.36;

    μισθοδοτεῖν τινὰς εἰς ἓξ μῆνας D.S.19.15

    ;

    χοίνικα κριθῶν εἰς τέσσαρας ἡμέρας διεμέτρει Posidon. 36J.

    ; εἰς ἑσπέραν ἥκειν to come at even, Ar.Pl. 998; εἰς τρίτην ἡμέραν or εἰς τρίτην alone, on the third day, in two days, Pl.Hp.Ma. 286b, X.Cyr.5.3.27;

    ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίαν Id.An.2.3.25

    ;

    ἥκειν εἰς τὸ ἔαρ Hell.Oxy.17.4

    ; ἐς τέλος at last, Hdt.3.40; ἐς καιρόν in season, Id.4.139; οὐκ ἐς ἀναβολάς, ἀμβολάς, with no delay, Id.8.21, E.Heracl. 270, etc.; ἐς τότε at this time, v.l. in Od.7.317 (but εἰς τότε at that time (in the [tense] fut.), D.14.24, Pl.Lg. 830b); ἐς ὕστερον or τὸ ὕστερον, Od.12.126, Th.2.20: with Advbs.,

    ἐς αὔριον Il.8.538

    , Pl. Lg. 858b;

    ἔς περ ὀπίσσω Od.20.199

    ;

    ἐς αὖθις Th.4.63

    (v. εἰσαῦθις (; ἐς αὐτίκα μάλ' Ar. Pax 367; εἰς ἔπειτα (v. εἰσέπειτα (; ἐς τὸ ἔ., Th.2.64;

    ἐς ὀψέ Id.8.23

    ; εἰς ἅπαξ, v. εἰσάπαξ; εἰς ἔτι, v. εἰσέτι.
    2 freq. with Numerals,

    ἐς τριακάδας δέκα ναῶν A.Pers. 339

    ; ναῦς ἐς τὰς τετρακοσίας, διακοσίας, to the number of 400, etc., Th.1.74, 100, etc.; εἰς ἕνα, εἰς δύο, εἰς τέσσαρας, one, two, four deep, X.Cyr.2.3.21; but εἰς τέσσαρας four abreast, Aen.Tact.40.6: with Advbs., ἐς τρίς or ἐστρίς thrice, Pi.O.2.68, Hdt.1.86; of round numbers, about, X.An.1.1.10.
    3 distributive, εἰς φυλάς by tribes, LXX 1 Ki.10.21, cf. 2 Ki.18.
    4
    IV to express RELATION, towards, in regard to,

    ἐξαμαρτεῖν εἰς θεούς A.Pr. 945

    , etc.; ἁμάρτημα εἴς τινα, αἰτίαι ἐς ἀλλήλους, Isoc.8.96, Th.1.66;

    ὄνειδος ὀνειδίζειν εἴς τινα S.Ph. 522

    ;

    ἔχθρη ἔστινα Hdt.6.65

    ;

    φιλία ἐς ἀμφοτέρους Th.2.9

    ; λέγειν ἐς .. Hdt.1.86;

    γνώμη ἀποδεχθεῖσα ἐς τὴν γέφυραν Id.4.98

    ;

    ἡ ἐς γῆν καὶ θάλασσαν ἀρχή Th.8.46

    .
    b of the subject of a work, esp. in titles, e.g.

    τὰ ἐς Ἀπολλώνιον Philostr. VA

    ; of the object of a dedication, as in titles of hymns, ἐπινίκια, etc.
    2 in regard to,

    πρῶτος εἰς εὐψυχίαν A.Pers. 326

    ;

    σκώπτειν ἐς τὰ ῥάκια Ar. Pax 740

    , cf. Eq.90;

    διαβάλλειν τινὰ ἔς τι Th.8.88

    ;

    αἰτία ἐπιφερομένη ἐς μαλακίαν Id.5.75

    ;

    μέμφεσθαι εἰς φιλίαν X.An.2.6.30

    ;

    εἰς τὰ πολεμικὰ καταφρονεῖσθαι Id.HG7.4.30

    ;

    πόλεως εὐδοκιμωτάτης εἰς σοφίαν Pl.Ap. 29d

    ; in respect of,

    εὐτυχεῖν ἐς τέκνα E.Or. 542

    , cf. Pl.Ap. 35b, etc.;

    εἰς χρήματα ζημιοῦσθαι Id.Lg. 774b

    , cf. D.22.55; ἐς τὰ ἄλλα Th.I.I;

    εἰς ἄπαντα S.Tr. 489

    ;

    ἐς τὰ πάνθ' ὁμῶς A.Pr. 736

    ;

    εἰς μὲν ταῦτα Pl.Ly. 210a

    ; τό γ' εἰς ἑαυτόν, τὸ εἰς ἐμέ, S.OT 706, E. IT 691, cf. S.Ichn.346;

    ἐς ὀλίγους μᾶλλον τὰς ἀρχὰς ποιεῖν Th.8.53

    ;

    ἐς πλείονας οἰκεῖν Id.2.37

    ; for τελεῖν ἐς Ἕλληνας, Βοιωτούς, ἄνδρας, etc., v. τελέω.
    3 of Manner,

    ἐς τὸν νῦν τρόπον Id.1.6

    ;

    τίθεμεν τἆλλα εἰς τὸν αὐτὸν λόγον; Pl.R. 353d

    ;

    ἐς ἓν μέλος Theoc.18.7

    : freq. periphr. for Advbs., ἐς κοινὸν φράζειν, λέγειν, A.Pr. 844, Eu. 408; ἐς τὸ πᾶν, = πάντως, Id.Ag. 682(lyr.); ἐς τάχος, = ταχέως, Ar.Ach. 686; ἐς εὐτέλειαν, = εὐτελῶς, Id.Av. 805;

    ἐς τἀρχαῖον Id.Nu. 593

    ;

    εἰς καλόν S. OT78

    , cf. Pl.Phd. 76e;

    ἐς δέον γεγονέναι Hdt.1.119

    , cf. S.OT 1416, and v. δέον.
    V ofan end or limit, ἔρχεσθαι, τελευτᾶν, λήγειν ἐς.., to end in.., Hdt.1.120,3.125,4.39, etc.;

    ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα ου,ρον ἀνθρώπῳ προτίθημι Id.1.32

    ; καταξαίνειν ἐς φοινικίδα to cut into red rags, Ar.Ach. 320 (troch.);

    στρέφειν τι εἰς αἷμα Apoc.11.6

    ; εἰς ἄνδρας ἐκ μειρακίων τελευτᾶν, εἰς ἄνδρα γενειᾶν, Pl.Tht. 173b, Theoc.14.28;

    ἐκτρέφειν τὸ σπέρμα εἰς καρπόν X.Oec.17.10

    : so with εἶναι or γίγνομαι to form a predicate,

    ἔσται εἰς ἔθνη LXXGe.17.16

    ; ἐγενήθη εἰς γυναῖκα ib.20.12; πιστὸς (sc.ἦν) εἰς προφήτην ib.IKi.3.20;

    ἐγένετο εἰς δένδρον Ev.Luc.13.19

    ,al.
    2 of Purpose or Object, εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν, πείσεται εἰς ἀγαθόν, for good, for his good, Il.9.102,11.789;

    εἰς ἀγαθὰ μυθεῖσθαι 23.305

    ;

    ἐς πόλεμον θωρήξομαι 8.376

    , cf. Hdt.7.29, etc.; ἐς φόβον to cause fear, Il.15.310;

    ἐς ὑποδήματα δεδόσθαι Hdt.2.98

    ;

    κόσμος ὁ εἰς ἑορτάς X.Oec.9.6

    ;

    ἐπιτηδεότατος, εὐπρεπής, ἔς τι Hdt.1.115

    ,2.116; εἰς κάλλος ζῆν to live for show, X.Cyr.8.1.33, cf. Ages. 9.1;

    ἐς δαίτην ἐκάλεσσε Call.Aet.1.1.5

    ;

    εἰς κέρδος τι δρᾶν S.Ph.

    III;

    πάσας φωνὰς ἱέντων εἰς ἀπόφυξιν Ar.V. 562

    ;

    εἰς γράμματα παιδὶ δεκετεῖ ἐνιαυτοὶ τρεῖς Pl.Lg. 809e

    ; εἰς τὸ πρᾶγμα εἶναι to be pertinent, to the purpose, D.36.54; freq. of expenditure on an object, IG22.102.11, 116.41, al.;

    ἐς τὸ δέον Ar.Nu. 859

    , etc.; ἐς δᾷδα ib. 612.
    B POSITION: εἰς is sts. parted from its acc. by several words,

    εἰς ἀμφοτέρω Διομήδεος ἅρματα βήτην Il.8.115

    ;

    εἰς δὲ μονάρχου δῆμος ἀϊδρίῃ δουλοσύνην ἔπεσεν Sol.9

    : seldom (only in Poets) put after its case, Il.15.59, Od.3.137,15.541, S.OC 126(lyr.): after an Adv.,

    αὔριον ἔς· τῆμος δὲ.. Od.7.318

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰς

См. также в других словарях:

  • DECANUS — I. DECANUS Gr. Δέκανος, a δεκὰς, in militia dictus est, qui 10. mulitibus: in Monasteriis qui 10. monachis in Eccl. maiori, 10. praebendis seu Canonicis, plerumque Presbyteris: idoque et ipse Archiepresbyter habetur: in Episcopatus divisione 10.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • κεράννυμι — (ΑΜ, Α και κεραννύω, επικ. τ. κεραίω και κερῷ, άω) 1. αναμιγνύω υγρά, συνήθως κρασί με νερό, για να μετριάσω στο κράμα τη δύναμη οινοπνευματώδους ποτού (α. «κύλικος ἴσον κεκραμένης», Αριστοφ. β. «οἴνῳ καὶ μέλιτι κεράσαντα τὴν κρήνην, ἀφ ἧς ἔπινον …   Dictionary of Greek

  • νεώ — (I) νεῶ, άω (Α) 1. καλλιεργώ αγροτική έκταση για πρώτη φορά ή μετά από κάποιο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο αγρός έμεινε ακαλλιέργητος προκειμένου να ενδυναμωθεί η γη και να δεχθεί τη νέα σπορά («ἡ δὲ κατεργασία ἐν τῷ νεᾱν κατ άμφοτέρας τὰς… …   Dictionary of Greek

  • περισσεύω — και περιττεύω ΝΜΑ και περ(ι)σσεύγω και περσεύω Ν [περισσός / περιττός] 1. πλεονάζω, ξεπερνώ τον απαιτούμενο ή τον κανονικό αριθμό, μένω ως υπόλοιπο («μύριοί εἰσιν τὸν ἀριθμόν, εἷς δὲ περισσεύει», Ησίοδ.) 2. είμαι υπερεπαρκής, αφθονώ, έχω… …   Dictionary of Greek

  • συνεπεύχομαι — ΜΑ 1. προσεύχομαι από κοινού με κάποιον 2. προσεύχομαι επί πλέον («καθάπερ oἱ θεῷ θύοντες ἅμα συμβώμοις και συννάοις κοινῶς συνεπεύχονται», Πλούτ.) αρχ. 1. ισχυρίζομαι καυ χωμένος επί πλέον («πολλάκις αὐταῑν ἐκ τῶν ὡρῶν ἐς τὰς ὥρας ξυνεπευχόμενος …   Dictionary of Greek

  • Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …   Deutsch Wikipedia

  • ώρα — Στην αρχαία ελληνική, ώ. σήμαινε εποχή. Σήμερα, σημαίνει χρονική διάρκεια ίση με το ένα εικοστό τέταρτο του ημερονυχτίου και συνεκδοχικά την κατάλληλη στιγμή, τον καιρό, την ακμή. Η ώ. διαιρείται σε 60 πρώτα λεπτά και το κάθε λεπτό σε 60 δεύτερα… …   Dictionary of Greek

  • ANGLIA — Insulae Britanniae pars, olim Albion, seu Albania, ab albis rupibus (ur quidam volunt) quae primum illuc navigantibus apparent, sic dicta. Hodie in duaspartes dividitur, Angliam proprie sic dictam, veteribus Lhoegriam, et Cambriam, seu Walliam.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Codex Bezae — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 05 A sample of the Greek text from the Codex Bezae …   Wikipedia

  • συγκλείω — ΝΜΑ, και ιων. τ. συγκληΐω και αττ. τ. ξυγκλῄω Α [κλείω / κλῄω] κλείνω μαζί αρχ. 1. κλείνω μέσα, περικλείω («αἱ συγκλείουσαι πλευραὶ τὸ στήθος», Αριστοτ.) 2. περιλαμβάνω («συγκλείειν θεούς τῇ ὕλη», Πλούτ.) 3. αποκλείω, φράζω («[ἡ πολεμία] ξυνέκληε …   Dictionary of Greek

  • María (madre de Jesús) — Para María (desambiguación), véase María. Para el artículo sobre la veneración católica a María, madre de Dios, véase Bienaventurada Virgen María. María, madre de Jesús María en su advocaci …   Wikipedia Español

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»